Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα δίκτυα μέσα στα οποία συμμετέχουν οι ελληνόφωνες μουσικές, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς τους, είναι μεγαλειώδη. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Kοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».
Η εν λόγω ηχογράφηση αφορά ένα οργανικό ποτ πουρί, το οποίο καταλαμβάνει και τις δύο πλευρές του δίσκου της Odeon. Αποτελείται από μελωδίες που συναντάμε στη συλλογή του Louis-Albert Bourgault-Ducoudray "Trente mélodies populaires de Grèce et d'Orient", η οποία κυκλοφόρησε το 1876 στο Παρίσι από τις εκδόσεις Henry Lemoine et Cie. Περιέχει καταγραφές τριάντα ελληνικών τραγουδιών που συνέλεξε ο Γάλλος συνθέτης στη Σμύρνη και την Αθήνα κατά τη διάρκεια του ερευνητικού ταξιδιού που πραγματοποίησε το 1875. Η εναρμόνιση και η πιανιστική συνοδεία των μελωδιών έγινε από τον ίδιο τον συνθέτη (βλέπε αναλυτικά το εξαιρετικά ενδιαφέρον κείμενο του Γιώργου Κοκκώνη, 2017d: 13-47). Τα τραγούδια αυτά συμπεριλήφθηκαν στην θεατρική παράσταση «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας». Το έργο, ένα από τα δημοφιλέστερα θεατρικά έργα του Δημήτριου Κορομηλά (1850–1898), φαίνεται πως παραστάθηκε για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 1891 στο θέατρο «Βέρδη» της Κωνσταντινούπολης από τον περιοδεύοντα θιάσο των Αθηνών «Μένανδρο» της οικογένειας Ταβουλάρη (βλ. εφ. Νεολόγος, 19 Δεκεμβρίου 1891, σελ. 2 και Γρηγορίου, 2009: 16). Η πρώτη έκδοση του έργου κυκλοφόρησε το 1900 στην Κωνσταντινούπολη, από το τυπογραφείο Ν. Γ. Κεφαλίδου. Ακολουθούν κατά σειρά τα τραγούδια που περιλαμβάνονται σε αυτή την πλευρά του δίσκου και αντιστοίχως οι πράξεις του θεατρικού έργου και οι ήρωες που τα τραγουδούν:
– από το 0′ 00″ έως το 0′ 52″ το υπ' αριθμόν 13 τραγούδι [incipit: Άστραψεν η Ανατολή], Πράξη πρώτη, Σκηνή Α′. Το τραγουδούν οι βλαχοπούλες Τασούλα, Κατέρω, Δέσπω, Ρήνη, Λένη.
– από το 0′ 53″ έως το 1′ 51″ το υπ' αριθμόν 11 τραγούδι [incipit: Πέντε χρόνια περπατούσα], Πράξη πρώτη, Σκηνή Ε′. Το τραγουδά η Κρουστάλλω. Επαναλαμβάνεται από την Κρουστάλλω στην Σκηνή Ε′ της Δεύτερης πράξης.
– από το 1′ 52″ έως το 2′ 32″ το υπ' αριθμόν 22 τραγούδι [incipit: Μα τι το θέλ' η μάνα σου], Πράξη τρίτη, Σκηνή Α′. Το τραγουδά όλος ο θιάσος εκτός των Μήτρου, Λιάκου και Κυρα-Γιάνναινας οι οποίοι απουσιάζουν από τη Σκηνή.
– από το 2′ 35″ έως το 3′ 05″ το υπ' αριθμόν 30 τραγούδι με τίτλο «Το φίλημα», γνωστό και ως «Μια βοσκοπούλα αγάπησα», Πράξη Δεύτερη, Σκηνή Ι′. Το τραγουδά ο Μήτρος.
– από το 3′ 03″ έως το 3′ 38″ το υπ' αριθμόν 23 τραγούδι [incipit: Ποταμέ, τζάνεμ, ποταμέ μου], Πράξη τρίτη, Σκηνή Η′. Το τραγουδά ο Μπαρμπα-Χρόνης και συμμετέχουν οι Γιάννος, Πανάγος, Μανώλης, Κώστας, Λένη, Δέσπω, Ρήνη, Τασούλα.
Παρτιτούρα των τραγουδιών και των μουσικών σκοπών που περιλαμβάνονταν στο θεατρικό έργο, σε διασκευή για πιάνο από τον Ange Pulher, κυκλοφόρησε στην Κωνσταντινούπολη στις αρχές του 20ού αιώνα από τον εκδοτικό οίκο Σ. Χρηστίδη. Φέρει τον τίτλο «Η βοσκοπούλα».
Με βάση τα στοιχεία, οι παραστάσεις του θεατρικού έργου και η μεγάλη επιτυχία που αυτό γνώρισε εκτόξευσαν την δημοφιλία του τραγουδιού «Μια βοσκοπούλα αγάπησα». Το τραγούδι ήταν μέρος της παράστασης και είναι ενεργό ακόμη και σήμερα, κυρίως στο δημοτικό ρεπερτόριο. Στην παρούσα ηχογράφηση, στο 2′ 35″, μπορεί κάποιος να ακούσει μια ορχηστρική εκδοχή του εν λόγω σκοπού.
Το τραγούδι ηχογραφήθηκε στην ιστορική δισκογραφία, στην Ελλάδα, στην Αμερική αλλά και στο Μιλάνο, και μεταφέρθηκε αργότερα και στον κινηματογράφο, για πρώτη φορά το 1932. Πέρασε, δε, σε διάφορα ρεπερτόρια, λόγια και λαϊκά.
– “I voskopoula (The shepherdess)”, Δημήτριος Καρόπουλος (Dhimítrios Karópoulos ή Demetrio Caropulo), Gramophone 5532R – 12424, Μιλάνο, Δεκέμβριος 1902.
– "Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας Ι & ΙΙ", Φιλαρμονική Δήμου Πειραιώς, Odeon GX 96 – 65074, Αθήνα, 1907–1908, παρούσα ηχογράφηση.
– "Το φίλημα", Μάριος Λυμπερόπουλος, Columbia 38482 – E 1256, Νέα Υόρκη, 5 Δεκεμβρίου 1912.
– "Αγαπητικός της βοσκοπούλας", Χαράλαμπος Μαργέλης (κλαρίνο), Odeon GO 2778 – GA 7053, Αθήνα, 1937.
– "Μια βοσκοπούλα αγάπησα", Δημήτρης Ζάχος, His Master's Voice 7XGA 893 – 7PG 2892, Αθήνα, 7 Φεβρουαρίου 1961.
Ο Κορομηλάς εμπνεύστηκε το θεατρικό του έργο από ένα ποίημα του Γεωργίου Ζαλοκώστα (1805–1858), με τίτλο «Το φίλημα». Ο Ζαλοκώστας γεννήθηκε στο Συρράκο στα Τζουμέρκα. Εξέδωσε για πρώτη φορά το ποίημα μάλλον το 1851. Πάντως, το 1853 περιλαμβάνεται στο τεύχος 23 του περιοδικού «Ευτέρπη» (σελ. 547), όπου κάτω από τον τίτλο του κάποιος μπορεί να διαβάσει τη σημείωση: «κατά το Ιταλικόν» (βλ. και Γεωργιάδη, 2016: 160: υποσ. 11).
Ο Τιμολέων Αμπελάς (1850–1929), ποιητής και θεατρικός συγγραφέας, από τους ιδρυτές του Φιλολογικού Συλλόγου της Αθήνας «Παρνασσός», σε ένα παλαιότερο κείμενό του το οποίο φαίνεται να γράφηκε μετά τον θάνατο του Ζαλοκώστα, και το οποίο εμφανίζεται στις σελίδες της εφημερίδας Μηνιαία Εικονογραφημένη Ατλαντίς της Νέας Υόρκης (τεύχος Ιουνίου 1921, σελ. 24), περιγράφει το πώς ο Ζαλοκώστας αντέγραψε και μετάφρασε στα ελληνικά το ποίημα του Ιταλού Giambattista Felice Zappi (1667–1719), από το οποίο προέκυψε το «Φίλημα».
Πριν την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων το 1896, διοργανώθηκαν παρόμοιοι αγώνες, με χρηματοδότηση του Ευάγγελου Ζάππα (1800–1865). Οι αγώνες αυτοί δεν ήταν διεθνείς. Στα τρίτα «Ολύμπια», όπως ονομάστηκαν, του 1875, εκτός των αθλητικών διαγωνισμών προκηρύχθηκαν και άλλοι, μεταξύ αυτών και σύνθεσης μουσικής, σε δοσμένα από την επιτροπή ποιήματα (για τα «Ολύμπια» και τον διαγωνισμό σύνθεσης βλέπε τον Κανονισμό του 1875 εδώ). Ένα από αυτά τα ποιήματα προς μελοποίηση ήταν και το «Φίλημα», του Ζαλοκώστα. Συνεπώς, μπορούμε να υποθέσουμε, με μια σχετική ασφάλεια, πως το ποίημα μελοποιείται περίπου 25 χρόνια μετά την συγγραφή του και πάντως πριν να γραφτεί το θεατρικό έργο του Κορομηλά «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας», το 1890.
Το τί συνέβη, όμως, στα Ολύμπια του 1875 όσον αφορά στον διαγωνισμό σύνθεσης, αλλά και γενικώς τί συνέβη με την πασίγνωστη μελωδία του «Φιλήματος», παραμένει ακόμη και τώρα ασαφές. Όπως μας ενημερώνει ο Γιώργος Κωνστάντζος (2019: 295–296), «Στο περιοδικό Le Parnasse της 15.3.1882 σ. 9, ο R. Miles γράφει ότι άκουσε κάποια έργα της Foscarina [Μαρία Φωσκαρίνα Δαμασκηνού] και δεν μπορεί να μην σχολιάσει την ομορφιά τους. [...] Επίσης αναφέρεται στο Φίλημα που βραβεύθηκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας [...]». Όπως μας ενημερώνει ο Κωνστάντζος, η παρτιτούρα της Φωσκαρίνας χάθηκε.
Στο βιβλίο τους, η Καίτη Ρωμανού, η Μαρία Μπαρμπάκη και ο Φώτης Μουσουλίδης Η ελληνική μουσική στους Ολυμπιακούς Αγώνες και τις Ολυμπιάδες (1858–1896) (2004: 111–120), περιέχουν την συμφωνική παρτιτούρα–μελοποίηση του Καρρέρ του ποιήματος του Ζαλοκώστα. Η μουσική δεν έχει καμία σχέση με την πασίγνωστη μελωδία.
Στις 7 Φεβρουαρίου του 1893, ο Οδυσσέας Ανδρεάδης δημοσιεύει ένα κείμενο, μια περίληψη της υπόθεσης της παράστασης, στο περιοδικό Νεολόγου Εβδομαδιαία Επιθεώρησις, τεύχος 16, σελ. 315. Στον τίτλο του άρθρου διαβάζουμε: «Θέατρον Βέρδη – Ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας, ειδύλλιον εις πράξεις πέντε, υπό Δημ. Κορομηλά, μέλος Σάϊλλερ».
Ο Κώστας Γεωργιάδης (2004: 133: υποσημ. 14), στο κείμενό του με τίτλο «Η Αναβίωση των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων» αναφέρει επ’ ακριβώς: «Ολύμπια του 1875, Περίοδος Τρίτη, Αθήνα 1878, σελ. 349, XV. Το χρηματικό βραβείο κέρδισε ο Αντρέας Σάιλερ, από την Κέρκυρα, για τις τρεις μουσικές συμφωνίες του, εκ των οποίων οι δύο ήταν στρατιωτική μουσική, και για τα διάφορα εμβατήρια που είχε συνθέσει».
Ήταν, τελικά, όντως ο Ανδρέας Σάιλερ (1828–1903) ο συνθέτης της γνωστής μελωδίας, που μεταξύ των άλλων κέρδισε και τον διαγωνισμό για τα «Ολύμπια» του 1875; Άραγε, ήταν και το «Φίλημα» μία από τις μελοποιήσεις του που κέρδισαν στον διαγωνισμό; Εάν ναι, τότε πώς εξηγείται το γεγονός ότι ο Louis-Albert Bourgault-Ducoudray (1840–1910), ενώ συμπεριλαμβάνει το τραγούδι στην διάσημη συλλογή του, η οποία εκδίδεται το 1876, δηλαδή έναν χρόνο μετά τα «Ολύμπια» του 1875, όχι μόνο δεν αναφέρει το όνομα του συνθέτη αλλά στην υποσημείωσή του, στο τέλος της παρτιτούρας, ξεκαθαρίζει: «Αυτή η μελωδία, που έχει τον συνηθισμένο χαρακτήρα του ευρωπαϊκού μινόρε τρόπου, μαρτυρά την ιταλική της καταγωγή. Την ακούσαμε να τραγουδιέται στην Αθήνα από πολλά άτομα, με παραλλαγές. Την μελωδική εκδοχή που παραδίδουμε εδώ, την οφείλουμε στην κα Ζ. Μπαλτατζή, η οποία την είχε εναρμονίσει. Αναπαράγουμε στην συνοδεία μας την αρμονία της κας Μπαλτατζή» (Ducoudray, 1876: 85–87).
Η αναγγελία της παράστασης στην Αθήνα του 1892, γραμμένη στην Εφημερίδα, της οποίας ιδιοκτήτης ήταν ο ίδιος ο Κορομηλάς, μάλλον συσκοτίζει περισσότερο: «Σήμερον παριστάνεται εν τω θεάτρω τω εντός του κήπου Ορφανίδου υπό του θιάσου του κ. Ταβουλάρη το δραματικόν ειδύλλιον του κ. Δ. Κορομηλά. […] Η μουσική εκ δημωδών ασμάτων απαρτιζομένη συνηρμολογήθη υπό του κ. Σάϊλλερ. Του δράματος προηγείται μουσική συμφωνία» (Εφημερίς, 30 Μαΐου 1892).
Σε κάθε περίπτωση, η τονικότητα της Μι ύφεση μινόρε, στην οποία είναι καταγεγραμμένη η παρτιτούρα στον Ducoudray, όπως είδαμε παραπάνω, εμφανίζεται και σε μια εμπορική παρτιτούρα εποχής. Η παρτιτούρα αυτή φέρει εξώφυλλο με τίτλο «Ελληνικοί χοροί και δημώδη τραγούδια» (Μουσικός Οίκος Κωνσταντινίδου). Η καταγραφή που βρίσκεται στην εμπορική παρτιτούρα είναι πιο κοντά στην εκτέλεση της Φιλαρμονικής του Δήμου Πειραιά.
Σε μια άλλη εμπορική παρτιτούρα, η οποία στο εξώφυλλο της φέρει τον τίτλο «Το Ρηνάκι, Η βοσκοπούλα, Ελληνικοί χοροί και δημώδη τραγούδια» περιέχει τις προαναφερθείσες καταγραφές, σε διασκευή του Ρήγα Ακρίτα (Μουσικαί Εκδόσεις Μ. Γαϊτάνου). Αυτό που ξεχωρίζει στην συγκεκριμένη καταγραφή είναι η συγχορδία της τρίτης ματζόρε, η οποία εκτελείται στον στίχο «και την αγάπησα πολύ», κάτι το οποίο δεν συναντάμε στις προηγούμενες δύο, και μάλλον παλαιότερες από αυτήν, καταγραφές.
Για ακόμη μία φορά, ο Εκδοτικός Οίκος Ζ. Βελούδιος κυκλοφορεί καταγραφή της βοσκοπούλας, αυτή τη φορά στη σειρά «Συλλογή ελληνικών τεμαχίων δια βιολίον ή μανδολίνον – Άνευ λέξεων». Η συγκεκριμένη παρτιτούρα αποτελείται από δύο καταγραφές: το «Φύσα βοργιά» και το «Η βοσκοπούλα». Και τα δύο τραγούδια περιλαμβάνονται σε μια σελίδα. Κάτω από τον τίτλο του «Φύσα βοργιά» αναγράφεται το όνομα του Γεώργιου Λαμπίρη (1833–1889).
Ο Λαμπίρης εμφανίζεται ως συνθέτης και σε μία ακόμη καταγραφή, η οποία αφιερώθηκε, όπως διαβάζουμε στο εξώφυλλο, στην Αικατερίνη Μεταξά. Αυτή τη φορά, στην συγκεκριμένη παρτιτούρα εμπορίου, η οποία το πιθανότερο είναι η παλαιότερη όλων, ο τίτλος που εμφανίζεται είναι «Το φίλημα» (Λιθογραφείον Γ. Κόλμαν). Κάτω από τον τίτλο διαβάζουμε «Άσμα δημοτικόν». Παρόλα αυτά, ακριβώς από κάτω αναγράφεται: «Ποίησις Γ. Ζαλοκώστα – Μουσική Γ. Λαμπίρη». Ενώ πρόκειται για διαφορετική μελωδία, κάποιος μπορεί εύκολα να αντιληφθεί την πολύ στενή συγγένεια με την γνωστή μελωδία της βοσκοπούλας.
Τέλος, όσον αφορά τους υποψήφιους συνθέτες, αξίζει να αναφερθεί η περίπτωση και της πρώτης κινηματογραφικής μεταφοράς του έργου, η οποία πραγματοποιήθηκε το 1932. Στους τίτλους αρχής διαβάζουμε: «Μουσική – Δ. Λαυράγκα». Στην ταινία (βλ. την ταινία εδώ, πληροφορίες και την υπόθεση εδώ), εκτός από τα μουσικά θέματα που συνέθεσε ο Λαυράγκας, περιλαμβάνονται τραγούδια από τη συλλογή του Bourgault-Ducoudray τα οποία ακούγονταν και στις θεατρικές παραστάσεις, δημοτικά, όπως «Ο αετός», λόγιες δημιουργίες, όπως «Ο Γεροδήμος», και δημοτικοφανή τραγούδια, όπως το «Τσοπανόπουλο». Ακολουθούν αναλυτικά τα τραγούδια κατά τη σειρά που ακούγονται στην ταινία:
– Στους τίτλους το υπ' αριθμόν 30 τραγούδι της συλλογής του Bourgault-Ducoudray με τίτλο «Το φίλημα», γνωστό και ως «Μια βοσκοπούλα αγάπησα», σε ορχηστική μορφή. Επαναλαμβάνεται, ως βασικό μουσικό θέμα, σε διάφορες σκηνές της ταινίας, σε μορφή τραγουδιού από 4′ 08″ έως το 4′ 33″, και στην τελευταία σκηνή.
– από το 2′ 18″ έως το 3′ 08″ το υπ' αριθμόν 19 τραγούδι [incipit: Όταν μου είπεν έχε 'γειαν] της συλλογής του Bourgault-Ducoudray.
– από το 18′ 04″ έως το 18′ 57″ το υπ' αριθμόν 11 τραγούδι [incipit: Πέντε χρόνια περπατούσα] της συλλογής του Bourgault-Ducoudray. Το τραγουδά η Κρουστάλλω, την οποία υποδύεται η Νίνα Αφεντάκη.
– από το 27′ 07″ έως το 28′ 06″ το τραγούδι «Μπάτε κορίτσια στο χορό» (βλ. ενδεικτικά εδώ και εδώ).
– από το 30′ 18″ έως το 31′ 00″ το τραγούδι «Ο αετός» (βλ. ενδεικτικά εδώ).
– από το 31′ 48″ έως το 32′ 50″ το υπ' αριθμόν 23 τραγούδι [incipit: Ποταμέ, τζάνεμ, ποταμέ μου] της συλλογής του Bourgault-Ducoudray. Το τραγουδά ο μπαρμπα-Χρόνης, τον οποίο υποδύεται ο Μιχάλης Βλαχόπουλος.
– από το 32′ 55″ έως το 36′ 11″ επαναλαμβάνεται το τραγούδι «Μπάτε κορίτσια στο χορό» (βλ. ενδεικτικά εδώ και εδώ).
– από το 41′ 30″ έως το 45′ 08″ το τραγούδι «Ο Γεροδήμος» (βλ. εδώ). Το τραγουδά ο μπαρμπα-Χρόνης, τον οποίο υποδύεται ο Μιχάλης Βλαχόπουλος.
– από το 47′ 11″ έως το 49′ 25″ το τραγούδι «Τσοπανόπουλο» (βλ. ενδεικτικά εδώ). Το τραγουδά ο Λιάκος, τον οποίο υποδύεται ο Μάνος Κατράκης.
– από το 54′ 45″ έως το 55′ 06″ επαναλαμβάνεται το τραγούδι το υπ' αριθμόν 19 τραγούδι της συλλογής του Bourgault-Ducoudray. Το τραγουδά η Στάθαινα, στη σκηνή που αποκαλύπτεται ότι είναι η Μάρω, η αγαπημένη του Μήτρου. Το ρόλο ενσαρκώνει η Σοφία Δαμόγλου, γνωστή και ως Σοφία Ντοριβάλ.
Σημειώνουμε ότι το θεατρικό έργο μεταφέρθηκε άλλες τρεις φορές στον κινηματογράφο με τον τίτλο «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας». Το 1955 σε σκηνοθεσία του Ντίμη (Δημήτρη) Δαδήρα και μουσική του Μαργαρίτη Καστέλλη (βλ. εδώ και την ταινία εδώ), την ίδια χρονιά σε σκηνοθεσία του Ντίνου Δημόπουλου και μουσική του Τάκη Μωράκη (βλ. εδώ), και το 1956 σε σκηνοθεσία του Ηλία Παρασκευά και μουσική του Αθανάσιου Κόκκινου (βλ. εδώ και την ταινία εδώ).
Είναι αξιοσημείωτο ότι τόσο ο Καστέλλης όσο και ο Κόκκινος διαχειρίστηκαν τη μουσική των αντίστοιχων ταινιών κατά τρόπο ανάλογο με αυτόν του Λαυράγκα, συμπεριλαμβάνοντας στο soundtrack τραγούδια από τη συλλογή του Bourgault-Ducoudray, τα οποία ακούγονται στο θεατρικό έργο, αλλά και δημοτικά ή δημοτικοφανή τραγούδια. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο Καστέλλης, εκτός από τη μελωδία του τραγουδιού «Μια βοσκοπούλα αγάπησα», χρησιμοποίησε και επεξεργάστηκε τις υπ' αριθμόν 11 (τραγουδισμένο από την Αλίκη Βουγιουκλάκη στο ρόλο της Κρουστάλλως, βλ. εδώ) 13, 23 και 19 μελωδίες του Bourgault-Ducoudray. Το soundtrack συμπληρώνουν τα τραγούδια «Μπάτε κορίτσια στο χορό», «Αράχωβα» και «Τσομπανόπουλο».
Το θεατρικό έργο, μαζί και το περιβόητο άσμα, απέκτησαν μεγάλη δημοφιλία και στον εβραϊκό πληθυσμό. Tο τραγούδι μεταφράστηκε στην λαντίνο και έλαβε τον τίτλο “Una pastora yo ami”. Στις 12 Μαρτίου του 1903, μαθητές της σχολής Alliance Israellitte Universelle ανέβασαν το έργο "La chobana", δηλαδή, «Η βοσκοπούλα» (βλ. και Ναρ 1997: 175–189). Στις 10 Μαρτίου του 1906, η εβραϊκή φιλανθρωπική οργάνωση «Οζέρ Νταλίμ» ανέβασε στο θέατρο Σπόρτιγκ της Σμύρνης την παράσταση με τίτλο "El amante de la pastora", δηλαδή, «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας». Ο Χρήστος Σολομωνίδης (1954: 158) μας πληροφορεί ότι το ελληνικό έργο μετέφρασε στην λαντίνο ο «σμυρναίος Ελληνομαθής Ιουδαίος Κασέρ».
Μέχρι στιγμής, η παλαιότερη ηχογράφηση του “Una pastora yo ami” που έχουμε εντοπίσει προέρχεται από τον δίσκο της Gloria Levy “Sephardic Folk Songs”, ο οποίος κυκλοφόρησε το 1959 από την Folkways Records (FW 8737). Η Levy γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη και το πραγματικό της όνομα ήταν Gloria DeVidas Kirchheimer. Ο πατέρας της, όμως, καταγόταν από τη Σμύρνη, ενώ η μητέρα της από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Στην συγκεκριμένη ηχογράφηση, το τραγούδι εμφανίζεται με τον τίτλο “La Pastora”.
To 1940–1941 ο Γερμανοεβραίος συνθέτης Berthold Goldschmidt (Αμβούργο, 18 Ιανουαρίου 1903 – Λονδίνο, 17 Οκτωβρίου 1996) ολοκληρώνει την "Greek Suite" για ορχήστρα. Η οκταμερής σουίτα αποτελείται από διασκευές ελληνικών λαϊκών μελωδιών οι οποίες προέρχονται από την έκδοση "Trente mélodies populaires de Grèce et d'Orient" του Louis-Albert Bourgault-Ducoudray. Στο πέμπτο μέρος "Alegretto Grazioso" συνδυάζει τη μελωδία της «Βοσκοπούλας», υπ' αριθμόν 30 στην έκδοση του Bourgault-Ducoudray με τίτλο «Το φίλημα», με εκείνη του άτιτλου τραγουδιού που φέρει τον αριθμό 20 (βλ. εδώ) και περιλαμβάνεται στην άλλη πλευρά του παρόντος δίσκου (βλ. εδώ). Επίσης, στο τέταρτο μέρος Allegro marziale βασίζεται σε ένα ακόμα τραγούδι που ακούγεται σε αυτή την ηχογράφηση, το υπ' αριθμόν 23.
Το 1965, ο Ισπανός συνθέτης Joaquín Rodrigo Vidre (Σαγούντο, 22 Νοεμβρίου 1901 – Μαδρίτη, 6 Ιουλίου 1999) τελειώνει το έργο του “Cuatro canciones sefardíes”, για πιάνο και φωνή, έργο το οποίο φαίνεται πως κυκλοφορεί το 1968. Ένα από αυτά τα τέσσερα σεφαραδίτικα τραγούδια είναι και το “Una pastora yo ami”.
Το 1983, ο Ολλανδός συνθέτης Henk van Lijnschooten (Χάγη, 27 Μαρτίου 1928 – Hendrik-Ido-Ambacht, 1 Νοεμβρίου 2006) γράφει το έργο για ορχήστρα πνευστών "Suite on Greek love songs". Το δεύτερο από τα τέσσερα μέρη του έργου, το Andante espressivo, βασίζεται στη μελωδία της «Βοσκοπούλας».
Σημειώνουμε, τέλος, τη διασκευή "The shepherdess (Boskopoula)" του Ουαλού Donald Swann, ο οποίος έγινε ευρύτερα γνωστός από τη συμμετοχή του στο βρετανικό κωμικό ντουέτο Flanders and Swann. Το τραγούδι ηχογραφήθηκε από τον τενόρο Jeffrey Cresswell στο Λονδίνο στις 22-23 Φεβρουαρίου 1996, σε ενορχήστρωση και διεύθυνση ορχήστρας του John Jansson. Περιλαμβάνεται στο CD "The Isles of Greece" (The Divine Art 2-5010), μία συλλογή μουσικής και τραγουδιών που συντέθηκαν και συγκεντρώθηκαν σε μια περίοδο πενήντα ετών, από την εποχή που ο Swann έζησε στην Ελλάδα ως μέλος της Friends Ambulance Unit (FAU), το διάστημα 1944-46, μέχρι την τελευταία του επίσκεψη στα τέλη Αυγούστου του 1992. Καρπό αυτής της πολυετούς σχέσης με την Ελλάδα αποτελούν οι διασκευές ελληνικών τραγουδιών (βλ. ενδεικτικά εδώ, εδώ και εδώ), οι πρωτότυπες συνθέσεις του σε στίχους Ελλήνων ποιητών, όπως ο Κωστής Παλαμάς (βλ. εδώ) και ο Ιωάννης Γρυπάρης (βλ. εδώ), και ο κύκλος οκτώ τραγουδιών "The Casos sonetts", σε δικούς του στίχους (βλ. εδώ και εδώ).
Σχετικά με τους άλλους τέσσερεις μουσικούς σκοπούς που περιλαμβάνονται σε αυτή την πλευρά του δίσκου, οι μελωδίες υπ' αριθμόν 13 [incipit: Άστραψεν η Ανατολή], 11 [incipit: Πέντε χρόνια περπατούσα] και 22 [incipit: Μα τι το θέλ' η μάνα σου] από τη συλλογή του Bourgault-Ducoudray δεν έχουν εντοπιστεί σε άλλη ηχογράφηση στην ελληνική ιστορική δισκογραφία. Σύγχρονες ηχογράφησεις τους περιλαμβάνονται στο CD «Mελωδίες της ανατολής, Τραγούδια της Σμύρνης (19ος αιώνας)» (Αρχείο Ελληνικής Μουσικής – FM Records – FM 800, Αθήνα, 1997), το οποίο περιέχει 20 από τις μελωδίες που συνέλεξε ο Bourgault-Ducoudray, με διαφορετική αρμονική - ρυθμική συνοδεία και ενορχήστρωση. Τα υπ' αριθμόν 13 και 22 τραγουδάει η Κατερίνα Παπαδοπούλου («Άστραψεν η Ανατολή» και «Μα τι το θέλει η μάνα σου» αντίστοιχα) και το υπ' αριθμόν 11 η Ουρανία Σινοπούλου («Πέντε χρόνια περπατούσα»).
Τον Ιούνιο-Αύγουστο του 1923 ο Άγγλος συνθέτης Rutland Boughton (Aylesbury, 23 Ιανουαρίου 1878 – Barnes, Λονδίνο, 25 Ιανουαρίου 1960) ολοκλήρωσε το String Quartet No. 1 in A Major "On Greek Folk Songs". Το κουαρτέτο εγχόρδων Νο. 1 σε Λα Μείζονα βασισμένο σε ελληνικά δημοτικά τραγούδια παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 12 Οκτωβρίου 1923 στο Aeolian Hall του Λονδίνου και επαναλήφθηκε, στον ίδιο χώρο, στις 26 Οκτωβρίου. Στο Apollonian, το πρώτο από τα τέσσερα μέρη του έργου, ο συνθέτης επεξεργάζεται τις υπ' αριθμόν 5 και 13 μελωδίες από τη συλλογή του Bourgault-Ducoudray, στο δεύτερο Dionysian την υπ' αριθμόν 12, στο τρίτο Threnody την υπ' αριθμόν 19. Στο τέταρτο και τελευταίο μέρος Aphrodisian βασίζεται στον πέμπτο μουσικό σκοπό της παρούσας ηχογραφήσης, το υπ' αριθμόν 23 τραγούδι [incipit: Ποταμέ, τζάνεμ, ποταμέ μου] της συλλογής του Bourgault-Ducoudray.
Η μελωδία αυτή εντοπίζεται σε αρκετές ηχογραφήσεις στην ελληνική ιστορική δισκογραφία (βλ. ενδεικτικά εδώ), οι οποίες, όμως, διαφέρουν σημαντικά από την παρούσα εκτέλεση η οποία στηρίζεται στην καταγραφή του Bourgault-Ducoudray.
Ο Νίκος Σκαλκώτας θα εναρμονίσει τη μελωδία και θα την εντάξει, πρώτη κατά σειρά, στα «Τρία ελληνικά δημοτικά τραγούδια για βιολί και πιάνο, AK 60», έργο που συνέθεσε μεταξύ 1942-1948. Περιλαμβάνει διασκευή των τραγουδιών: Ι Ποταμός. Andante. ΙΙ Ο Όλυμπος κι ο Κίσσαβος. Lento a piacere, ΙΙΙ Άιντε κοιμήσου κόρη μου. Andante. Εξήντα περίπου χρόνια αργότερα, το 2000 ο βιολιστής Γιώργος Δεμερτζής και η πιανίστα Μαρία Αστεριάδου θα ηχογραφήσουν για πρώτη φορά το έργο (βλ. εδώ) στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Περιλαμβάνεται στο CD "Nikos Skalkottas - Duos with violin" (BIS- BIS-CD-1204) που κυκλοφόρησε το 2002. Στη Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος «Λίλιαν Βουδούρη», όπου φυλάσσεται το αρχείο του Νίκου Σκαλκώτα (βλ. εδώ), υπάρχει αναρτημένη χειρόγραφη παρτιτούρα του έργου (βλ. εδώ).
Για την παρουσία της μελωδίας στο ξένο λόγιο ρεπερτόριο, συγκεκριμένα στην "Greek Suite" του Berthold Goldschmidt και στο "String Quartet No. 1 in A Major 'On Greek Folk Songs'" του Rutland Boughton, αναφερθήκαμε παραπάνω.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι στην ελληνική ιστορική δισκογραφία εντοπίζεται ηχογράφηση με τον τίτλο «Βοσκοπούλα», η οποία πιθανότατα να σχετίζεται με το θεατρικό έργο και να έχει ίδιο μουσικό περιεχόμενο με την παρούσα ηχογράφηση, καθώς, εκτός του τίτλου, καταλαμβάνει, όπως και η παρούσα, και τις δύο πλευρές του δίσκου. Πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, πιθανόν το 1912, από την Ορχήστρα Ορφέον και οι δύο πλευρές τιτλοφορούνται «Βοσκοπούλα Α!» (Orfeon 214/10420) και «Βοσκοπούλα Β!» (Orfeon 214/10421). Δεν έχει, ωστόσο, μέχρι στιγμής βρεθεί ηχητικό υλικό.
Σημειώνουμε, τέλος, δύο ακόμα ορχηστρικές ηχογραφήσεις με άγνωστο περιεχόμενο: την ηχογραφηση «Βοσκοπούλα», η οποία πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1905 από την ορχήστα La musique de Gramophone (Zonophone 487r – X-100022 και Gramophone 15-12554), και την ηχογράφηση «Η βοσκοπούλα, Συμφωνία», που πραγματοποιήθηκε το 1909 στην Αθήνα από Αθηναϊκή Ορχήστρα (Gramophone 13429b – 10882).
Έρευνα και κείμενο: Λεονάρδος Κουνάδης και Νίκος Ορδουλίδης
Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα δίκτυα μέσα στα οποία συμμετέχουν οι ελληνόφωνες μουσικές, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς τους, είναι μεγαλειώδη. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Kοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».
Η εν λόγω ηχογράφηση αφορά ένα οργανικό ποτ πουρί, το οποίο καταλαμβάνει και τις δύο πλευρές του δίσκου της Odeon. Αποτελείται από μελωδίες που συναντάμε στη συλλογή του Louis-Albert Bourgault-Ducoudray "Trente mélodies populaires de Grèce et d'Orient", η οποία κυκλοφόρησε το 1876 στο Παρίσι από τις εκδόσεις Henry Lemoine et Cie. Περιέχει καταγραφές τριάντα ελληνικών τραγουδιών που συνέλεξε ο Γάλλος συνθέτης στη Σμύρνη και την Αθήνα κατά τη διάρκεια του ερευνητικού ταξιδιού που πραγματοποίησε το 1875. Η εναρμόνιση και η πιανιστική συνοδεία των μελωδιών έγινε από τον ίδιο τον συνθέτη (βλέπε αναλυτικά το εξαιρετικά ενδιαφέρον κείμενο του Γιώργου Κοκκώνη, 2017d: 13-47). Τα τραγούδια αυτά συμπεριλήφθηκαν στην θεατρική παράσταση «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας». Το έργο, ένα από τα δημοφιλέστερα θεατρικά έργα του Δημήτριου Κορομηλά (1850–1898), φαίνεται πως παραστάθηκε για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 1891 στο θέατρο «Βέρδη» της Κωνσταντινούπολης από τον περιοδεύοντα θιάσο των Αθηνών «Μένανδρο» της οικογένειας Ταβουλάρη (βλ. εφ. Νεολόγος, 19 Δεκεμβρίου 1891, σελ. 2 και Γρηγορίου, 2009: 16). Η πρώτη έκδοση του έργου κυκλοφόρησε το 1900 στην Κωνσταντινούπολη, από το τυπογραφείο Ν. Γ. Κεφαλίδου. Ακολουθούν κατά σειρά τα τραγούδια που περιλαμβάνονται σε αυτή την πλευρά του δίσκου και αντιστοίχως οι πράξεις του θεατρικού έργου και οι ήρωες που τα τραγουδούν:
– από το 0′ 00″ έως το 0′ 52″ το υπ' αριθμόν 13 τραγούδι [incipit: Άστραψεν η Ανατολή], Πράξη πρώτη, Σκηνή Α′. Το τραγουδούν οι βλαχοπούλες Τασούλα, Κατέρω, Δέσπω, Ρήνη, Λένη.
– από το 0′ 53″ έως το 1′ 51″ το υπ' αριθμόν 11 τραγούδι [incipit: Πέντε χρόνια περπατούσα], Πράξη πρώτη, Σκηνή Ε′. Το τραγουδά η Κρουστάλλω. Επαναλαμβάνεται από την Κρουστάλλω στην Σκηνή Ε′ της Δεύτερης πράξης.
– από το 1′ 52″ έως το 2′ 32″ το υπ' αριθμόν 22 τραγούδι [incipit: Μα τι το θέλ' η μάνα σου], Πράξη τρίτη, Σκηνή Α′. Το τραγουδά όλος ο θιάσος εκτός των Μήτρου, Λιάκου και Κυρα-Γιάνναινας οι οποίοι απουσιάζουν από τη Σκηνή.
– από το 2′ 35″ έως το 3′ 05″ το υπ' αριθμόν 30 τραγούδι με τίτλο «Το φίλημα», γνωστό και ως «Μια βοσκοπούλα αγάπησα», Πράξη Δεύτερη, Σκηνή Ι′. Το τραγουδά ο Μήτρος.
– από το 3′ 03″ έως το 3′ 38″ το υπ' αριθμόν 23 τραγούδι [incipit: Ποταμέ, τζάνεμ, ποταμέ μου], Πράξη τρίτη, Σκηνή Η′. Το τραγουδά ο Μπαρμπα-Χρόνης και συμμετέχουν οι Γιάννος, Πανάγος, Μανώλης, Κώστας, Λένη, Δέσπω, Ρήνη, Τασούλα.
Παρτιτούρα των τραγουδιών και των μουσικών σκοπών που περιλαμβάνονταν στο θεατρικό έργο, σε διασκευή για πιάνο από τον Ange Pulher, κυκλοφόρησε στην Κωνσταντινούπολη στις αρχές του 20ού αιώνα από τον εκδοτικό οίκο Σ. Χρηστίδη. Φέρει τον τίτλο «Η βοσκοπούλα».
Με βάση τα στοιχεία, οι παραστάσεις του θεατρικού έργου και η μεγάλη επιτυχία που αυτό γνώρισε εκτόξευσαν την δημοφιλία του τραγουδιού «Μια βοσκοπούλα αγάπησα». Το τραγούδι ήταν μέρος της παράστασης και είναι ενεργό ακόμη και σήμερα, κυρίως στο δημοτικό ρεπερτόριο. Στην παρούσα ηχογράφηση, στο 2′ 35″, μπορεί κάποιος να ακούσει μια ορχηστρική εκδοχή του εν λόγω σκοπού.
Το τραγούδι ηχογραφήθηκε στην ιστορική δισκογραφία, στην Ελλάδα, στην Αμερική αλλά και στο Μιλάνο, και μεταφέρθηκε αργότερα και στον κινηματογράφο, για πρώτη φορά το 1932. Πέρασε, δε, σε διάφορα ρεπερτόρια, λόγια και λαϊκά.
– “I voskopoula (The shepherdess)”, Δημήτριος Καρόπουλος (Dhimítrios Karópoulos ή Demetrio Caropulo), Gramophone 5532R – 12424, Μιλάνο, Δεκέμβριος 1902.
– "Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας Ι & ΙΙ", Φιλαρμονική Δήμου Πειραιώς, Odeon GX 96 – 65074, Αθήνα, 1907–1908, παρούσα ηχογράφηση.
– "Το φίλημα", Μάριος Λυμπερόπουλος, Columbia 38482 – E 1256, Νέα Υόρκη, 5 Δεκεμβρίου 1912.
– "Αγαπητικός της βοσκοπούλας", Χαράλαμπος Μαργέλης (κλαρίνο), Odeon GO 2778 – GA 7053, Αθήνα, 1937.
– "Μια βοσκοπούλα αγάπησα", Δημήτρης Ζάχος, His Master's Voice 7XGA 893 – 7PG 2892, Αθήνα, 7 Φεβρουαρίου 1961.
Ο Κορομηλάς εμπνεύστηκε το θεατρικό του έργο από ένα ποίημα του Γεωργίου Ζαλοκώστα (1805–1858), με τίτλο «Το φίλημα». Ο Ζαλοκώστας γεννήθηκε στο Συρράκο στα Τζουμέρκα. Εξέδωσε για πρώτη φορά το ποίημα μάλλον το 1851. Πάντως, το 1853 περιλαμβάνεται στο τεύχος 23 του περιοδικού «Ευτέρπη» (σελ. 547), όπου κάτω από τον τίτλο του κάποιος μπορεί να διαβάσει τη σημείωση: «κατά το Ιταλικόν» (βλ. και Γεωργιάδη, 2016: 160: υποσ. 11).
Ο Τιμολέων Αμπελάς (1850–1929), ποιητής και θεατρικός συγγραφέας, από τους ιδρυτές του Φιλολογικού Συλλόγου της Αθήνας «Παρνασσός», σε ένα παλαιότερο κείμενό του το οποίο φαίνεται να γράφηκε μετά τον θάνατο του Ζαλοκώστα, και το οποίο εμφανίζεται στις σελίδες της εφημερίδας Μηνιαία Εικονογραφημένη Ατλαντίς της Νέας Υόρκης (τεύχος Ιουνίου 1921, σελ. 24), περιγράφει το πώς ο Ζαλοκώστας αντέγραψε και μετάφρασε στα ελληνικά το ποίημα του Ιταλού Giambattista Felice Zappi (1667–1719), από το οποίο προέκυψε το «Φίλημα».
Πριν την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων το 1896, διοργανώθηκαν παρόμοιοι αγώνες, με χρηματοδότηση του Ευάγγελου Ζάππα (1800–1865). Οι αγώνες αυτοί δεν ήταν διεθνείς. Στα τρίτα «Ολύμπια», όπως ονομάστηκαν, του 1875, εκτός των αθλητικών διαγωνισμών προκηρύχθηκαν και άλλοι, μεταξύ αυτών και σύνθεσης μουσικής, σε δοσμένα από την επιτροπή ποιήματα (για τα «Ολύμπια» και τον διαγωνισμό σύνθεσης βλέπε τον Κανονισμό του 1875 εδώ). Ένα από αυτά τα ποιήματα προς μελοποίηση ήταν και το «Φίλημα», του Ζαλοκώστα. Συνεπώς, μπορούμε να υποθέσουμε, με μια σχετική ασφάλεια, πως το ποίημα μελοποιείται περίπου 25 χρόνια μετά την συγγραφή του και πάντως πριν να γραφτεί το θεατρικό έργο του Κορομηλά «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας», το 1890.
Το τί συνέβη, όμως, στα Ολύμπια του 1875 όσον αφορά στον διαγωνισμό σύνθεσης, αλλά και γενικώς τί συνέβη με την πασίγνωστη μελωδία του «Φιλήματος», παραμένει ακόμη και τώρα ασαφές. Όπως μας ενημερώνει ο Γιώργος Κωνστάντζος (2019: 295–296), «Στο περιοδικό Le Parnasse της 15.3.1882 σ. 9, ο R. Miles γράφει ότι άκουσε κάποια έργα της Foscarina [Μαρία Φωσκαρίνα Δαμασκηνού] και δεν μπορεί να μην σχολιάσει την ομορφιά τους. [...] Επίσης αναφέρεται στο Φίλημα που βραβεύθηκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας [...]». Όπως μας ενημερώνει ο Κωνστάντζος, η παρτιτούρα της Φωσκαρίνας χάθηκε.
Στο βιβλίο τους, η Καίτη Ρωμανού, η Μαρία Μπαρμπάκη και ο Φώτης Μουσουλίδης Η ελληνική μουσική στους Ολυμπιακούς Αγώνες και τις Ολυμπιάδες (1858–1896) (2004: 111–120), περιέχουν την συμφωνική παρτιτούρα–μελοποίηση του Καρρέρ του ποιήματος του Ζαλοκώστα. Η μουσική δεν έχει καμία σχέση με την πασίγνωστη μελωδία.
Στις 7 Φεβρουαρίου του 1893, ο Οδυσσέας Ανδρεάδης δημοσιεύει ένα κείμενο, μια περίληψη της υπόθεσης της παράστασης, στο περιοδικό Νεολόγου Εβδομαδιαία Επιθεώρησις, τεύχος 16, σελ. 315. Στον τίτλο του άρθρου διαβάζουμε: «Θέατρον Βέρδη – Ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας, ειδύλλιον εις πράξεις πέντε, υπό Δημ. Κορομηλά, μέλος Σάϊλλερ».
Ο Κώστας Γεωργιάδης (2004: 133: υποσημ. 14), στο κείμενό του με τίτλο «Η Αναβίωση των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων» αναφέρει επ’ ακριβώς: «Ολύμπια του 1875, Περίοδος Τρίτη, Αθήνα 1878, σελ. 349, XV. Το χρηματικό βραβείο κέρδισε ο Αντρέας Σάιλερ, από την Κέρκυρα, για τις τρεις μουσικές συμφωνίες του, εκ των οποίων οι δύο ήταν στρατιωτική μουσική, και για τα διάφορα εμβατήρια που είχε συνθέσει».
Ήταν, τελικά, όντως ο Ανδρέας Σάιλερ (1828–1903) ο συνθέτης της γνωστής μελωδίας, που μεταξύ των άλλων κέρδισε και τον διαγωνισμό για τα «Ολύμπια» του 1875; Άραγε, ήταν και το «Φίλημα» μία από τις μελοποιήσεις του που κέρδισαν στον διαγωνισμό; Εάν ναι, τότε πώς εξηγείται το γεγονός ότι ο Louis-Albert Bourgault-Ducoudray (1840–1910), ενώ συμπεριλαμβάνει το τραγούδι στην διάσημη συλλογή του, η οποία εκδίδεται το 1876, δηλαδή έναν χρόνο μετά τα «Ολύμπια» του 1875, όχι μόνο δεν αναφέρει το όνομα του συνθέτη αλλά στην υποσημείωσή του, στο τέλος της παρτιτούρας, ξεκαθαρίζει: «Αυτή η μελωδία, που έχει τον συνηθισμένο χαρακτήρα του ευρωπαϊκού μινόρε τρόπου, μαρτυρά την ιταλική της καταγωγή. Την ακούσαμε να τραγουδιέται στην Αθήνα από πολλά άτομα, με παραλλαγές. Την μελωδική εκδοχή που παραδίδουμε εδώ, την οφείλουμε στην κα Ζ. Μπαλτατζή, η οποία την είχε εναρμονίσει. Αναπαράγουμε στην συνοδεία μας την αρμονία της κας Μπαλτατζή» (Ducoudray, 1876: 85–87).
Η αναγγελία της παράστασης στην Αθήνα του 1892, γραμμένη στην Εφημερίδα, της οποίας ιδιοκτήτης ήταν ο ίδιος ο Κορομηλάς, μάλλον συσκοτίζει περισσότερο: «Σήμερον παριστάνεται εν τω θεάτρω τω εντός του κήπου Ορφανίδου υπό του θιάσου του κ. Ταβουλάρη το δραματικόν ειδύλλιον του κ. Δ. Κορομηλά. […] Η μουσική εκ δημωδών ασμάτων απαρτιζομένη συνηρμολογήθη υπό του κ. Σάϊλλερ. Του δράματος προηγείται μουσική συμφωνία» (Εφημερίς, 30 Μαΐου 1892).
Σε κάθε περίπτωση, η τονικότητα της Μι ύφεση μινόρε, στην οποία είναι καταγεγραμμένη η παρτιτούρα στον Ducoudray, όπως είδαμε παραπάνω, εμφανίζεται και σε μια εμπορική παρτιτούρα εποχής. Η παρτιτούρα αυτή φέρει εξώφυλλο με τίτλο «Ελληνικοί χοροί και δημώδη τραγούδια» (Μουσικός Οίκος Κωνσταντινίδου). Η καταγραφή που βρίσκεται στην εμπορική παρτιτούρα είναι πιο κοντά στην εκτέλεση της Φιλαρμονικής του Δήμου Πειραιά.
Σε μια άλλη εμπορική παρτιτούρα, η οποία στο εξώφυλλο της φέρει τον τίτλο «Το Ρηνάκι, Η βοσκοπούλα, Ελληνικοί χοροί και δημώδη τραγούδια» περιέχει τις προαναφερθείσες καταγραφές, σε διασκευή του Ρήγα Ακρίτα (Μουσικαί Εκδόσεις Μ. Γαϊτάνου). Αυτό που ξεχωρίζει στην συγκεκριμένη καταγραφή είναι η συγχορδία της τρίτης ματζόρε, η οποία εκτελείται στον στίχο «και την αγάπησα πολύ», κάτι το οποίο δεν συναντάμε στις προηγούμενες δύο, και μάλλον παλαιότερες από αυτήν, καταγραφές.
Για ακόμη μία φορά, ο Εκδοτικός Οίκος Ζ. Βελούδιος κυκλοφορεί καταγραφή της βοσκοπούλας, αυτή τη φορά στη σειρά «Συλλογή ελληνικών τεμαχίων δια βιολίον ή μανδολίνον – Άνευ λέξεων». Η συγκεκριμένη παρτιτούρα αποτελείται από δύο καταγραφές: το «Φύσα βοργιά» και το «Η βοσκοπούλα». Και τα δύο τραγούδια περιλαμβάνονται σε μια σελίδα. Κάτω από τον τίτλο του «Φύσα βοργιά» αναγράφεται το όνομα του Γεώργιου Λαμπίρη (1833–1889).
Ο Λαμπίρης εμφανίζεται ως συνθέτης και σε μία ακόμη καταγραφή, η οποία αφιερώθηκε, όπως διαβάζουμε στο εξώφυλλο, στην Αικατερίνη Μεταξά. Αυτή τη φορά, στην συγκεκριμένη παρτιτούρα εμπορίου, η οποία το πιθανότερο είναι η παλαιότερη όλων, ο τίτλος που εμφανίζεται είναι «Το φίλημα» (Λιθογραφείον Γ. Κόλμαν). Κάτω από τον τίτλο διαβάζουμε «Άσμα δημοτικόν». Παρόλα αυτά, ακριβώς από κάτω αναγράφεται: «Ποίησις Γ. Ζαλοκώστα – Μουσική Γ. Λαμπίρη». Ενώ πρόκειται για διαφορετική μελωδία, κάποιος μπορεί εύκολα να αντιληφθεί την πολύ στενή συγγένεια με την γνωστή μελωδία της βοσκοπούλας.
Τέλος, όσον αφορά τους υποψήφιους συνθέτες, αξίζει να αναφερθεί η περίπτωση και της πρώτης κινηματογραφικής μεταφοράς του έργου, η οποία πραγματοποιήθηκε το 1932. Στους τίτλους αρχής διαβάζουμε: «Μουσική – Δ. Λαυράγκα». Στην ταινία (βλ. την ταινία εδώ, πληροφορίες και την υπόθεση εδώ), εκτός από τα μουσικά θέματα που συνέθεσε ο Λαυράγκας, περιλαμβάνονται τραγούδια από τη συλλογή του Bourgault-Ducoudray τα οποία ακούγονταν και στις θεατρικές παραστάσεις, δημοτικά, όπως «Ο αετός», λόγιες δημιουργίες, όπως «Ο Γεροδήμος», και δημοτικοφανή τραγούδια, όπως το «Τσοπανόπουλο». Ακολουθούν αναλυτικά τα τραγούδια κατά τη σειρά που ακούγονται στην ταινία:
– Στους τίτλους το υπ' αριθμόν 30 τραγούδι της συλλογής του Bourgault-Ducoudray με τίτλο «Το φίλημα», γνωστό και ως «Μια βοσκοπούλα αγάπησα», σε ορχηστική μορφή. Επαναλαμβάνεται, ως βασικό μουσικό θέμα, σε διάφορες σκηνές της ταινίας, σε μορφή τραγουδιού από 4′ 08″ έως το 4′ 33″, και στην τελευταία σκηνή.
– από το 2′ 18″ έως το 3′ 08″ το υπ' αριθμόν 19 τραγούδι [incipit: Όταν μου είπεν έχε 'γειαν] της συλλογής του Bourgault-Ducoudray.
– από το 18′ 04″ έως το 18′ 57″ το υπ' αριθμόν 11 τραγούδι [incipit: Πέντε χρόνια περπατούσα] της συλλογής του Bourgault-Ducoudray. Το τραγουδά η Κρουστάλλω, την οποία υποδύεται η Νίνα Αφεντάκη.
– από το 27′ 07″ έως το 28′ 06″ το τραγούδι «Μπάτε κορίτσια στο χορό» (βλ. ενδεικτικά εδώ και εδώ).
– από το 30′ 18″ έως το 31′ 00″ το τραγούδι «Ο αετός» (βλ. ενδεικτικά εδώ).
– από το 31′ 48″ έως το 32′ 50″ το υπ' αριθμόν 23 τραγούδι [incipit: Ποταμέ, τζάνεμ, ποταμέ μου] της συλλογής του Bourgault-Ducoudray. Το τραγουδά ο μπαρμπα-Χρόνης, τον οποίο υποδύεται ο Μιχάλης Βλαχόπουλος.
– από το 32′ 55″ έως το 36′ 11″ επαναλαμβάνεται το τραγούδι «Μπάτε κορίτσια στο χορό» (βλ. ενδεικτικά εδώ και εδώ).
– από το 41′ 30″ έως το 45′ 08″ το τραγούδι «Ο Γεροδήμος» (βλ. εδώ). Το τραγουδά ο μπαρμπα-Χρόνης, τον οποίο υποδύεται ο Μιχάλης Βλαχόπουλος.
– από το 47′ 11″ έως το 49′ 25″ το τραγούδι «Τσοπανόπουλο» (βλ. ενδεικτικά εδώ). Το τραγουδά ο Λιάκος, τον οποίο υποδύεται ο Μάνος Κατράκης.
– από το 54′ 45″ έως το 55′ 06″ επαναλαμβάνεται το τραγούδι το υπ' αριθμόν 19 τραγούδι της συλλογής του Bourgault-Ducoudray. Το τραγουδά η Στάθαινα, στη σκηνή που αποκαλύπτεται ότι είναι η Μάρω, η αγαπημένη του Μήτρου. Το ρόλο ενσαρκώνει η Σοφία Δαμόγλου, γνωστή και ως Σοφία Ντοριβάλ.
Σημειώνουμε ότι το θεατρικό έργο μεταφέρθηκε άλλες τρεις φορές στον κινηματογράφο με τον τίτλο «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας». Το 1955 σε σκηνοθεσία του Ντίμη (Δημήτρη) Δαδήρα και μουσική του Μαργαρίτη Καστέλλη (βλ. εδώ και την ταινία εδώ), την ίδια χρονιά σε σκηνοθεσία του Ντίνου Δημόπουλου και μουσική του Τάκη Μωράκη (βλ. εδώ), και το 1956 σε σκηνοθεσία του Ηλία Παρασκευά και μουσική του Αθανάσιου Κόκκινου (βλ. εδώ και την ταινία εδώ).
Είναι αξιοσημείωτο ότι τόσο ο Καστέλλης όσο και ο Κόκκινος διαχειρίστηκαν τη μουσική των αντίστοιχων ταινιών κατά τρόπο ανάλογο με αυτόν του Λαυράγκα, συμπεριλαμβάνοντας στο soundtrack τραγούδια από τη συλλογή του Bourgault-Ducoudray, τα οποία ακούγονται στο θεατρικό έργο, αλλά και δημοτικά ή δημοτικοφανή τραγούδια. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο Καστέλλης, εκτός από τη μελωδία του τραγουδιού «Μια βοσκοπούλα αγάπησα», χρησιμοποίησε και επεξεργάστηκε τις υπ' αριθμόν 11 (τραγουδισμένο από την Αλίκη Βουγιουκλάκη στο ρόλο της Κρουστάλλως, βλ. εδώ) 13, 23 και 19 μελωδίες του Bourgault-Ducoudray. Το soundtrack συμπληρώνουν τα τραγούδια «Μπάτε κορίτσια στο χορό», «Αράχωβα» και «Τσομπανόπουλο».
Το θεατρικό έργο, μαζί και το περιβόητο άσμα, απέκτησαν μεγάλη δημοφιλία και στον εβραϊκό πληθυσμό. Tο τραγούδι μεταφράστηκε στην λαντίνο και έλαβε τον τίτλο “Una pastora yo ami”. Στις 12 Μαρτίου του 1903, μαθητές της σχολής Alliance Israellitte Universelle ανέβασαν το έργο "La chobana", δηλαδή, «Η βοσκοπούλα» (βλ. και Ναρ 1997: 175–189). Στις 10 Μαρτίου του 1906, η εβραϊκή φιλανθρωπική οργάνωση «Οζέρ Νταλίμ» ανέβασε στο θέατρο Σπόρτιγκ της Σμύρνης την παράσταση με τίτλο "El amante de la pastora", δηλαδή, «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας». Ο Χρήστος Σολομωνίδης (1954: 158) μας πληροφορεί ότι το ελληνικό έργο μετέφρασε στην λαντίνο ο «σμυρναίος Ελληνομαθής Ιουδαίος Κασέρ».
Μέχρι στιγμής, η παλαιότερη ηχογράφηση του “Una pastora yo ami” που έχουμε εντοπίσει προέρχεται από τον δίσκο της Gloria Levy “Sephardic Folk Songs”, ο οποίος κυκλοφόρησε το 1959 από την Folkways Records (FW 8737). Η Levy γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη και το πραγματικό της όνομα ήταν Gloria DeVidas Kirchheimer. Ο πατέρας της, όμως, καταγόταν από τη Σμύρνη, ενώ η μητέρα της από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Στην συγκεκριμένη ηχογράφηση, το τραγούδι εμφανίζεται με τον τίτλο “La Pastora”.
To 1940–1941 ο Γερμανοεβραίος συνθέτης Berthold Goldschmidt (Αμβούργο, 18 Ιανουαρίου 1903 – Λονδίνο, 17 Οκτωβρίου 1996) ολοκληρώνει την "Greek Suite" για ορχήστρα. Η οκταμερής σουίτα αποτελείται από διασκευές ελληνικών λαϊκών μελωδιών οι οποίες προέρχονται από την έκδοση "Trente mélodies populaires de Grèce et d'Orient" του Louis-Albert Bourgault-Ducoudray. Στο πέμπτο μέρος "Alegretto Grazioso" συνδυάζει τη μελωδία της «Βοσκοπούλας», υπ' αριθμόν 30 στην έκδοση του Bourgault-Ducoudray με τίτλο «Το φίλημα», με εκείνη του άτιτλου τραγουδιού που φέρει τον αριθμό 20 (βλ. εδώ) και περιλαμβάνεται στην άλλη πλευρά του παρόντος δίσκου (βλ. εδώ). Επίσης, στο τέταρτο μέρος Allegro marziale βασίζεται σε ένα ακόμα τραγούδι που ακούγεται σε αυτή την ηχογράφηση, το υπ' αριθμόν 23.
Το 1965, ο Ισπανός συνθέτης Joaquín Rodrigo Vidre (Σαγούντο, 22 Νοεμβρίου 1901 – Μαδρίτη, 6 Ιουλίου 1999) τελειώνει το έργο του “Cuatro canciones sefardíes”, για πιάνο και φωνή, έργο το οποίο φαίνεται πως κυκλοφορεί το 1968. Ένα από αυτά τα τέσσερα σεφαραδίτικα τραγούδια είναι και το “Una pastora yo ami”.
Το 1983, ο Ολλανδός συνθέτης Henk van Lijnschooten (Χάγη, 27 Μαρτίου 1928 – Hendrik-Ido-Ambacht, 1 Νοεμβρίου 2006) γράφει το έργο για ορχήστρα πνευστών "Suite on Greek love songs". Το δεύτερο από τα τέσσερα μέρη του έργου, το Andante espressivo, βασίζεται στη μελωδία της «Βοσκοπούλας».
Σημειώνουμε, τέλος, τη διασκευή "The shepherdess (Boskopoula)" του Ουαλού Donald Swann, ο οποίος έγινε ευρύτερα γνωστός από τη συμμετοχή του στο βρετανικό κωμικό ντουέτο Flanders and Swann. Το τραγούδι ηχογραφήθηκε από τον τενόρο Jeffrey Cresswell στο Λονδίνο στις 22-23 Φεβρουαρίου 1996, σε ενορχήστρωση και διεύθυνση ορχήστρας του John Jansson. Περιλαμβάνεται στο CD "The Isles of Greece" (The Divine Art 2-5010), μία συλλογή μουσικής και τραγουδιών που συντέθηκαν και συγκεντρώθηκαν σε μια περίοδο πενήντα ετών, από την εποχή που ο Swann έζησε στην Ελλάδα ως μέλος της Friends Ambulance Unit (FAU), το διάστημα 1944-46, μέχρι την τελευταία του επίσκεψη στα τέλη Αυγούστου του 1992. Καρπό αυτής της πολυετούς σχέσης με την Ελλάδα αποτελούν οι διασκευές ελληνικών τραγουδιών (βλ. ενδεικτικά εδώ, εδώ και εδώ), οι πρωτότυπες συνθέσεις του σε στίχους Ελλήνων ποιητών, όπως ο Κωστής Παλαμάς (βλ. εδώ) και ο Ιωάννης Γρυπάρης (βλ. εδώ), και ο κύκλος οκτώ τραγουδιών "The Casos sonetts", σε δικούς του στίχους (βλ. εδώ και εδώ).
Σχετικά με τους άλλους τέσσερεις μουσικούς σκοπούς που περιλαμβάνονται σε αυτή την πλευρά του δίσκου, οι μελωδίες υπ' αριθμόν 13 [incipit: Άστραψεν η Ανατολή], 11 [incipit: Πέντε χρόνια περπατούσα] και 22 [incipit: Μα τι το θέλ' η μάνα σου] από τη συλλογή του Bourgault-Ducoudray δεν έχουν εντοπιστεί σε άλλη ηχογράφηση στην ελληνική ιστορική δισκογραφία. Σύγχρονες ηχογράφησεις τους περιλαμβάνονται στο CD «Mελωδίες της ανατολής, Τραγούδια της Σμύρνης (19ος αιώνας)» (Αρχείο Ελληνικής Μουσικής – FM Records – FM 800, Αθήνα, 1997), το οποίο περιέχει 20 από τις μελωδίες που συνέλεξε ο Bourgault-Ducoudray, με διαφορετική αρμονική - ρυθμική συνοδεία και ενορχήστρωση. Τα υπ' αριθμόν 13 και 22 τραγουδάει η Κατερίνα Παπαδοπούλου («Άστραψεν η Ανατολή» και «Μα τι το θέλει η μάνα σου» αντίστοιχα) και το υπ' αριθμόν 11 η Ουρανία Σινοπούλου («Πέντε χρόνια περπατούσα»).
Τον Ιούνιο-Αύγουστο του 1923 ο Άγγλος συνθέτης Rutland Boughton (Aylesbury, 23 Ιανουαρίου 1878 – Barnes, Λονδίνο, 25 Ιανουαρίου 1960) ολοκλήρωσε το String Quartet No. 1 in A Major "On Greek Folk Songs". Το κουαρτέτο εγχόρδων Νο. 1 σε Λα Μείζονα βασισμένο σε ελληνικά δημοτικά τραγούδια παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 12 Οκτωβρίου 1923 στο Aeolian Hall του Λονδίνου και επαναλήφθηκε, στον ίδιο χώρο, στις 26 Οκτωβρίου. Στο Apollonian, το πρώτο από τα τέσσερα μέρη του έργου, ο συνθέτης επεξεργάζεται τις υπ' αριθμόν 5 και 13 μελωδίες από τη συλλογή του Bourgault-Ducoudray, στο δεύτερο Dionysian την υπ' αριθμόν 12, στο τρίτο Threnody την υπ' αριθμόν 19. Στο τέταρτο και τελευταίο μέρος Aphrodisian βασίζεται στον πέμπτο μουσικό σκοπό της παρούσας ηχογραφήσης, το υπ' αριθμόν 23 τραγούδι [incipit: Ποταμέ, τζάνεμ, ποταμέ μου] της συλλογής του Bourgault-Ducoudray.
Η μελωδία αυτή εντοπίζεται σε αρκετές ηχογραφήσεις στην ελληνική ιστορική δισκογραφία (βλ. ενδεικτικά εδώ), οι οποίες, όμως, διαφέρουν σημαντικά από την παρούσα εκτέλεση η οποία στηρίζεται στην καταγραφή του Bourgault-Ducoudray.
Ο Νίκος Σκαλκώτας θα εναρμονίσει τη μελωδία και θα την εντάξει, πρώτη κατά σειρά, στα «Τρία ελληνικά δημοτικά τραγούδια για βιολί και πιάνο, AK 60», έργο που συνέθεσε μεταξύ 1942-1948. Περιλαμβάνει διασκευή των τραγουδιών: Ι Ποταμός. Andante. ΙΙ Ο Όλυμπος κι ο Κίσσαβος. Lento a piacere, ΙΙΙ Άιντε κοιμήσου κόρη μου. Andante. Εξήντα περίπου χρόνια αργότερα, το 2000 ο βιολιστής Γιώργος Δεμερτζής και η πιανίστα Μαρία Αστεριάδου θα ηχογραφήσουν για πρώτη φορά το έργο (βλ. εδώ) στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Περιλαμβάνεται στο CD "Nikos Skalkottas - Duos with violin" (BIS- BIS-CD-1204) που κυκλοφόρησε το 2002. Στη Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος «Λίλιαν Βουδούρη», όπου φυλάσσεται το αρχείο του Νίκου Σκαλκώτα (βλ. εδώ), υπάρχει αναρτημένη χειρόγραφη παρτιτούρα του έργου (βλ. εδώ).
Για την παρουσία της μελωδίας στο ξένο λόγιο ρεπερτόριο, συγκεκριμένα στην "Greek Suite" του Berthold Goldschmidt και στο "String Quartet No. 1 in A Major 'On Greek Folk Songs'" του Rutland Boughton, αναφερθήκαμε παραπάνω.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι στην ελληνική ιστορική δισκογραφία εντοπίζεται ηχογράφηση με τον τίτλο «Βοσκοπούλα», η οποία πιθανότατα να σχετίζεται με το θεατρικό έργο και να έχει ίδιο μουσικό περιεχόμενο με την παρούσα ηχογράφηση, καθώς, εκτός του τίτλου, καταλαμβάνει, όπως και η παρούσα, και τις δύο πλευρές του δίσκου. Πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, πιθανόν το 1912, από την Ορχήστρα Ορφέον και οι δύο πλευρές τιτλοφορούνται «Βοσκοπούλα Α!» (Orfeon 214/10420) και «Βοσκοπούλα Β!» (Orfeon 214/10421). Δεν έχει, ωστόσο, μέχρι στιγμής βρεθεί ηχητικό υλικό.
Σημειώνουμε, τέλος, δύο ακόμα ορχηστρικές ηχογραφήσεις με άγνωστο περιεχόμενο: την ηχογραφηση «Βοσκοπούλα», η οποία πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1905 από την ορχήστα La musique de Gramophone (Zonophone 487r – X-100022 και Gramophone 15-12554), και την ηχογράφηση «Η βοσκοπούλα, Συμφωνία», που πραγματοποιήθηκε το 1909 στην Αθήνα από Αθηναϊκή Ορχήστρα (Gramophone 13429b – 10882).
Έρευνα και κείμενο: Λεονάρδος Κουνάδης και Νίκος Ορδουλίδης
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ