Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Το δίκτυο μέσα στο οποίο συμμετέχει το ελληνόφωνο αστικό λαϊκό τραγούδι, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς του, είναι μεγαλειώδες. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Κοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».
Οι ιστορικές πηγές υπογραμμίζουν τις στενές σχέσεις μεταξύ της ιταλόφωνης και της ελληνόφωνης μουσικής. Οι συνομιλίες που αναπτύχθηκαν μεταξύ συγκεκριμένων τόπων, όπως τα νησιά του Ιονίου, τα Δωδεκάνησα και η Πάτρα, με ιταλικές πόλεις, και τα αποτελέσματά τους είναι αρκετά ώστε να αναδείξουν τους ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των δύο εθνοπολιτισμικών ομάδων. Επιπλέον, σχέσεις σφυρηλατήθηκαν σε τόπους όπου οι δυο εθνότητες έζησαν μαζί. Όπως, για παράδειγμα, στην περίπτωση της κοσμοπολίτικης Σμύρνης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ή σε αυτήν της Νέας Υόρκης, όπου Ιταλοί και Έλληνες μετέβησαν ως μετανάστες. Ερευνώντας το ιστορικό υλικό, φαίνεται ότι ειδικά μία πόλη της ιταλικής χερσονήσου ανέπτυξε ιδιαίτερες σχέσεις με τα μεγάλα αστικά κέντρα όπου πρωταγωνίστησαν ελληνόφωνοι μουσικοί. Πρόκειται για τη Νάπολη και το περίφημο Canzone Napoletana, από το οποίο οι Έλληνες πρωταγωνιστές δανείστηκαν μουσική ή/και στίχο από προϋπάρχοντα ναπολιτάνικα. Σε πολλές περιπτώσεις, οι οικειοποιήσεις δεν αφορούν μόνο το ναπολιτάνικο τραγούδι αλλά συνολικά το ιταλόφωνο, καθώς συχνά τα πρωτότυπα ναπολιτάνικα μεταφράστηκαν στην ιταλική, από την οποία προέκυψε το δάνειο. Τα τραγούδια αυτά εξέβαλαν στον ελληνόφωνο κόσμο είτε διά της ευθείας οδού, είτε δια της τεθλασμένης, μέσω άλλων ρεπερτοριακών δικτύων. Σε κάθε περίπτωση, η διακίνηση μουσικών αποτελεί ήδη πραγματικότητα πριν τον 20ό αιώνα, με τις περιοδείες των θεατρικών και μουσικών παραστάσεων αλλά και με τα δίκτυα των μουσικών εκδοτικών οίκων. Η δισκογραφία όχι μόνο ενσωματώνεται σε αυτό το πλαίσιο, αλλά διαδραματίζει καίριο ρόλο στον μετασχηματισμό του. Η οικειοποίηση από την πλευρά των Ελλήνων μουσικών είναι διττή: αφορά αφενός τον στίχο ο οποίος πλέον είναι ελληνικός (συχνά, μάλιστα, δεν έχει καμία σχέση με τον πρωτότυπο), αλλά, αφετέρου, αφορά και τις πρακτικές εκτέλεσης: διαφορετικό οργανολόγιο, διαφορετικό τραγουδιστικό ύφος, συχνά διαφοροποιήσεις στις μελωδικές και ρυθμικές φόρμες, αλλά και στις αρμονίες. Οι Έλληνες μουσικοί προσαρμόζουν αυτό που ακούν στη δική τους συνθήκη, με βάση τις δικές τους δυνατότητες. Άλλωστε, η συνθήκη των μαντολίνων, των κιθάρων, των μαρς, της φωνητικής πολυφωνίας και του bel canto φωνητικού ιδιώματος αποτελούν χαρακτηριστικά που φανερώνουν τις επιρροές του Canzone Napoletana στο ελληνόφωνο αστικό λαϊκό τραγούδι. Σε ποικίλες περιπτώσεις, συχνά και λόγω της μεγάλης επιτυχίας που γνώρισαν τα τραγούδια διεθνώς, το δίκτυο που τελικά σχηματίζεται είναι εξαιρετικά σύνθετο και δεν αφορά μόνο τις ελληνο-ιταλικές σχέσεις. Μία τέτοια περίπτωση αποτελεί το τραγούδι "Balançoire".
Η εν λόγω ηχογράφηση αποτελεί διασκευή με γαλλικούς στίχους του ναπολιτάνικου τραγουδιού "Altalena" ή "L'Altalena", το οποίο γνώρισε επιτυχία και στη Γαλλία με τον τίτλο "Balançoire". Επίσης, σύμφωνα με την έκδοση Le Rideau artistique et littéraire: journal des théâtres Montparnasse (Νο 483, σελ. 4, 1907), το τραγούδι περιλαμβάνεται ανάμεσα στα τρία ναπολιτάνικα τραγούδια που παρουσίασε η Maria Caira με την ορχήστρα του Coesar Terrore στο Théâtre Montparnasse, στο Παρίσι το 1907.
Αναφορικά με την πατρότητα του τραγουδιού σημειώνουμε τα εξής:
Το 1898 εκδόθηκε στη Φλωρεντία από τον οίκο Societá Editrice Fiorentina παρτιτούρα με τίτλο "L'Altalena" στο όνομα του F. Florentio. Την ίδια χρονιά εκδόθηκε από τον οίκο Forlivesi & C. στη Φλωρεντία παρτιτούρα (δες εδώ και εδώ) με τίτλο "Altalena" στην οποία αναφέρονται τα ονόματα του Giovanni Βattista Pirani στη διασκευή της μουσικής και του B. Torena ως στιχουργού. Αυτή η παρτιτούρα, η μόνη στην οποία κατέστη δυνατή η πρόσβαση, περιλαμβάνει το τραγούδι της παρούσας ηχογράφησης.
Επίσης, γαλλική παρτιτούρα του τραγουδιού, στο όνομα του G. Pirani με στίχους του Maurice Guidon, εκδόθηκε το 1899 στη Νίκαια από τις εκδόσεις P. Decourcelle. Στο όνομα του ίδιου συνθέτη με στίχους του L. Chojecki κυκλοφόρησε και πολωνική παρτιτούρα, η οποία εκδόθηκε στη Βαρσοβία από τις εκδόσεις B. Rudzki.
Στην ετικέτα του δίσκου Odeon No 36550, που περιλαμβάνει τη γαλλική εκδοχή του τραγουδιού με τίτλο "Balançoire", ως συνθέτης αναγράφεται Pirani, ενώ στον κατάλογο της Odeon, στα στοιχεία της ίδιας ηχογράφησης, αναγράφονται τα ονόματα "(Selesi / Florentis)".
Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων που προέκυψε από την έρευνα του Alan Kelly, το DAHR, την ιστοσελίδα του αρχείου του Yuri Bernikov και άλλες πηγές, τραγούδι με τίτλο "L'Altalena", το οποίο σε κάποιες περιπτώσεις συνοδεύεται από τον χαρακτηρισμό "canzone popolare" ή "canzone italiana", ηχογραφήθηκε αρκετές φορές στην ιστορική δισκογραφία σε διάφορα μέρη (Λονδίνο, Βιέννη, Παρίσι, Μιλάνο, Τρέντο, Νάπολη, Βαρσοβία, Λίμα) μεταξύ των ετών 1902–1917, με τα εξής ονόματα δημιουργών: Florentis, Florentino, Selesi, Senese, Pirani, Pisani. Ενδεικτικά, ακολουθούν κάποιες από τις ηχογραφήσεις, για τις περισσότερες από τις οποίες δεν εντοπίστηκε ηχητικό υλικό:
- "L'Altalena" (Florentis), Signor Fantoni, Λονδίνο, 1 Οκτωβρίου 1902 (Gramophone 2405b – 52383)
- "L'Altalena", Italienisches Lied (Selesi), K u K Infanterie Regiment Nr 51, Freiherr Von Probst, Βιέννη, 1906 (Gramophone 2598k – 20161)
- "L'Altalena" (Selesi), Coppia Corbetta, Μιλάνο, 1906 (Gramophone 9519b – X 94035)
- "Balançoire" (Pirani), Altalena, Chanson Napoletaine, Mr Maréchal [Maréchal André], Παρίσι, 1906 (Odeon XP 2378 – No 36550), παρούσα ηχογράφηση
- "L'Altalena" – Valzer (G. B. Pirani), Lanner, Βιέννη, Νοέμβριος 1908 (Odeon A 92028)
- "Altalena", piosnka włoska Pisani’ego (Altalena, ιταλικό τραγούδι του Pisani), Редо Йосиф (Józef Stanisław Redo), Βαρσοβία, πιθανώς 1909 (Сирена-Рекорд 8494)
- "L'altalena", canzonette populare napoletane (Senese), Signorina Bollini, Νάπολη, c. 1912 (Polyphon 9236 – 14009)
- "L'Altalena", Canzone italiana, Corpo Municipale di Trento, Trento, Αυστρία, 18 Ιουνίου 1913 (Gramophone 15559l – 590014)
- "Altalena", Canzonetta (G. B. Pirani), Orquesta del Zoológico, Λίμα, 3 Σεπτεμβρίου 1917 (Victor G 2329 – 73251)
- "La Sorrento – L'Altalena", Tichy und Schmiedl [Schmidt], Ευρώπη, 19; (Drucker "Sokol" Record, 54354 - 2080 a)
Στην ελληνική ιστορική δισκογραφία έχουν μέχρι στιγμής εντοπιστεί δύο ηχογράφησεις οι οποίες αποτελούν διασκευή του ναπολιτάνικου τραγουδιού:
- «Γαρουφαλάκι», Αθηναϊκή Εστουδιαντίνα, Κωνσταντινούπολη 1904 (Gramophone 2486h - 14633)
- «Όταν βγαίνεις το πρωί στο παραθύρι», Γεώργιος Χέλμης, Νέα Υόρκη, περίπου Αύγουστος 1918 (Columbia USA 84612 - E4124)
Η ελληνική παρτιτούρα εκδόθηκε από τον οίκο Γ. Φέξη στην Αθήνα με τον τίτλο «Στο παραθύρι» και συνοδεύεται από τα αρχικά Χ. Χ.
Σύμφωνα με τους Γιώργο Κωνστάντζο, Θωμά Ταμβάκο, Αθανάσιο Τρικούπη (2014: 150–151), Χ. Χ. ήταν το ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσε ο συνθέτης Σωτήριος Γκρεκ.
Έρευνα και κείμενο: Λεονάρδος Κουνάδης και Νίκος Ορδουλίδης
Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Το δίκτυο μέσα στο οποίο συμμετέχει το ελληνόφωνο αστικό λαϊκό τραγούδι, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς του, είναι μεγαλειώδες. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Κοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».
Οι ιστορικές πηγές υπογραμμίζουν τις στενές σχέσεις μεταξύ της ιταλόφωνης και της ελληνόφωνης μουσικής. Οι συνομιλίες που αναπτύχθηκαν μεταξύ συγκεκριμένων τόπων, όπως τα νησιά του Ιονίου, τα Δωδεκάνησα και η Πάτρα, με ιταλικές πόλεις, και τα αποτελέσματά τους είναι αρκετά ώστε να αναδείξουν τους ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των δύο εθνοπολιτισμικών ομάδων. Επιπλέον, σχέσεις σφυρηλατήθηκαν σε τόπους όπου οι δυο εθνότητες έζησαν μαζί. Όπως, για παράδειγμα, στην περίπτωση της κοσμοπολίτικης Σμύρνης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ή σε αυτήν της Νέας Υόρκης, όπου Ιταλοί και Έλληνες μετέβησαν ως μετανάστες. Ερευνώντας το ιστορικό υλικό, φαίνεται ότι ειδικά μία πόλη της ιταλικής χερσονήσου ανέπτυξε ιδιαίτερες σχέσεις με τα μεγάλα αστικά κέντρα όπου πρωταγωνίστησαν ελληνόφωνοι μουσικοί. Πρόκειται για τη Νάπολη και το περίφημο Canzone Napoletana, από το οποίο οι Έλληνες πρωταγωνιστές δανείστηκαν μουσική ή/και στίχο από προϋπάρχοντα ναπολιτάνικα. Σε πολλές περιπτώσεις, οι οικειοποιήσεις δεν αφορούν μόνο το ναπολιτάνικο τραγούδι αλλά συνολικά το ιταλόφωνο, καθώς συχνά τα πρωτότυπα ναπολιτάνικα μεταφράστηκαν στην ιταλική, από την οποία προέκυψε το δάνειο. Τα τραγούδια αυτά εξέβαλαν στον ελληνόφωνο κόσμο είτε διά της ευθείας οδού, είτε δια της τεθλασμένης, μέσω άλλων ρεπερτοριακών δικτύων. Σε κάθε περίπτωση, η διακίνηση μουσικών αποτελεί ήδη πραγματικότητα πριν τον 20ό αιώνα, με τις περιοδείες των θεατρικών και μουσικών παραστάσεων αλλά και με τα δίκτυα των μουσικών εκδοτικών οίκων. Η δισκογραφία όχι μόνο ενσωματώνεται σε αυτό το πλαίσιο, αλλά διαδραματίζει καίριο ρόλο στον μετασχηματισμό του. Η οικειοποίηση από την πλευρά των Ελλήνων μουσικών είναι διττή: αφορά αφενός τον στίχο ο οποίος πλέον είναι ελληνικός (συχνά, μάλιστα, δεν έχει καμία σχέση με τον πρωτότυπο), αλλά, αφετέρου, αφορά και τις πρακτικές εκτέλεσης: διαφορετικό οργανολόγιο, διαφορετικό τραγουδιστικό ύφος, συχνά διαφοροποιήσεις στις μελωδικές και ρυθμικές φόρμες, αλλά και στις αρμονίες. Οι Έλληνες μουσικοί προσαρμόζουν αυτό που ακούν στη δική τους συνθήκη, με βάση τις δικές τους δυνατότητες. Άλλωστε, η συνθήκη των μαντολίνων, των κιθάρων, των μαρς, της φωνητικής πολυφωνίας και του bel canto φωνητικού ιδιώματος αποτελούν χαρακτηριστικά που φανερώνουν τις επιρροές του Canzone Napoletana στο ελληνόφωνο αστικό λαϊκό τραγούδι. Σε ποικίλες περιπτώσεις, συχνά και λόγω της μεγάλης επιτυχίας που γνώρισαν τα τραγούδια διεθνώς, το δίκτυο που τελικά σχηματίζεται είναι εξαιρετικά σύνθετο και δεν αφορά μόνο τις ελληνο-ιταλικές σχέσεις. Μία τέτοια περίπτωση αποτελεί το τραγούδι "Balançoire".
Η εν λόγω ηχογράφηση αποτελεί διασκευή με γαλλικούς στίχους του ναπολιτάνικου τραγουδιού "Altalena" ή "L'Altalena", το οποίο γνώρισε επιτυχία και στη Γαλλία με τον τίτλο "Balançoire". Επίσης, σύμφωνα με την έκδοση Le Rideau artistique et littéraire: journal des théâtres Montparnasse (Νο 483, σελ. 4, 1907), το τραγούδι περιλαμβάνεται ανάμεσα στα τρία ναπολιτάνικα τραγούδια που παρουσίασε η Maria Caira με την ορχήστρα του Coesar Terrore στο Théâtre Montparnasse, στο Παρίσι το 1907.
Αναφορικά με την πατρότητα του τραγουδιού σημειώνουμε τα εξής:
Το 1898 εκδόθηκε στη Φλωρεντία από τον οίκο Societá Editrice Fiorentina παρτιτούρα με τίτλο "L'Altalena" στο όνομα του F. Florentio. Την ίδια χρονιά εκδόθηκε από τον οίκο Forlivesi & C. στη Φλωρεντία παρτιτούρα (δες εδώ και εδώ) με τίτλο "Altalena" στην οποία αναφέρονται τα ονόματα του Giovanni Βattista Pirani στη διασκευή της μουσικής και του B. Torena ως στιχουργού. Αυτή η παρτιτούρα, η μόνη στην οποία κατέστη δυνατή η πρόσβαση, περιλαμβάνει το τραγούδι της παρούσας ηχογράφησης.
Επίσης, γαλλική παρτιτούρα του τραγουδιού, στο όνομα του G. Pirani με στίχους του Maurice Guidon, εκδόθηκε το 1899 στη Νίκαια από τις εκδόσεις P. Decourcelle. Στο όνομα του ίδιου συνθέτη με στίχους του L. Chojecki κυκλοφόρησε και πολωνική παρτιτούρα, η οποία εκδόθηκε στη Βαρσοβία από τις εκδόσεις B. Rudzki.
Στην ετικέτα του δίσκου Odeon No 36550, που περιλαμβάνει τη γαλλική εκδοχή του τραγουδιού με τίτλο "Balançoire", ως συνθέτης αναγράφεται Pirani, ενώ στον κατάλογο της Odeon, στα στοιχεία της ίδιας ηχογράφησης, αναγράφονται τα ονόματα "(Selesi / Florentis)".
Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων που προέκυψε από την έρευνα του Alan Kelly, το DAHR, την ιστοσελίδα του αρχείου του Yuri Bernikov και άλλες πηγές, τραγούδι με τίτλο "L'Altalena", το οποίο σε κάποιες περιπτώσεις συνοδεύεται από τον χαρακτηρισμό "canzone popolare" ή "canzone italiana", ηχογραφήθηκε αρκετές φορές στην ιστορική δισκογραφία σε διάφορα μέρη (Λονδίνο, Βιέννη, Παρίσι, Μιλάνο, Τρέντο, Νάπολη, Βαρσοβία, Λίμα) μεταξύ των ετών 1902–1917, με τα εξής ονόματα δημιουργών: Florentis, Florentino, Selesi, Senese, Pirani, Pisani. Ενδεικτικά, ακολουθούν κάποιες από τις ηχογραφήσεις, για τις περισσότερες από τις οποίες δεν εντοπίστηκε ηχητικό υλικό:
- "L'Altalena" (Florentis), Signor Fantoni, Λονδίνο, 1 Οκτωβρίου 1902 (Gramophone 2405b – 52383)
- "L'Altalena", Italienisches Lied (Selesi), K u K Infanterie Regiment Nr 51, Freiherr Von Probst, Βιέννη, 1906 (Gramophone 2598k – 20161)
- "L'Altalena" (Selesi), Coppia Corbetta, Μιλάνο, 1906 (Gramophone 9519b – X 94035)
- "Balançoire" (Pirani), Altalena, Chanson Napoletaine, Mr Maréchal [Maréchal André], Παρίσι, 1906 (Odeon XP 2378 – No 36550), παρούσα ηχογράφηση
- "L'Altalena" – Valzer (G. B. Pirani), Lanner, Βιέννη, Νοέμβριος 1908 (Odeon A 92028)
- "Altalena", piosnka włoska Pisani’ego (Altalena, ιταλικό τραγούδι του Pisani), Редо Йосиф (Józef Stanisław Redo), Βαρσοβία, πιθανώς 1909 (Сирена-Рекорд 8494)
- "L'altalena", canzonette populare napoletane (Senese), Signorina Bollini, Νάπολη, c. 1912 (Polyphon 9236 – 14009)
- "L'Altalena", Canzone italiana, Corpo Municipale di Trento, Trento, Αυστρία, 18 Ιουνίου 1913 (Gramophone 15559l – 590014)
- "Altalena", Canzonetta (G. B. Pirani), Orquesta del Zoológico, Λίμα, 3 Σεπτεμβρίου 1917 (Victor G 2329 – 73251)
- "La Sorrento – L'Altalena", Tichy und Schmiedl [Schmidt], Ευρώπη, 19; (Drucker "Sokol" Record, 54354 - 2080 a)
Στην ελληνική ιστορική δισκογραφία έχουν μέχρι στιγμής εντοπιστεί δύο ηχογράφησεις οι οποίες αποτελούν διασκευή του ναπολιτάνικου τραγουδιού:
- «Γαρουφαλάκι», Αθηναϊκή Εστουδιαντίνα, Κωνσταντινούπολη 1904 (Gramophone 2486h - 14633)
- «Όταν βγαίνεις το πρωί στο παραθύρι», Γεώργιος Χέλμης, Νέα Υόρκη, περίπου Αύγουστος 1918 (Columbia USA 84612 - E4124)
Η ελληνική παρτιτούρα εκδόθηκε από τον οίκο Γ. Φέξη στην Αθήνα με τον τίτλο «Στο παραθύρι» και συνοδεύεται από τα αρχικά Χ. Χ.
Σύμφωνα με τους Γιώργο Κωνστάντζο, Θωμά Ταμβάκο, Αθανάσιο Τρικούπη (2014: 150–151), Χ. Χ. ήταν το ψευδώνυμο που χρησιμοποιούσε ο συνθέτης Σωτήριος Γκρεκ.
Έρευνα και κείμενο: Λεονάρδος Κουνάδης και Νίκος Ορδουλίδης
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ