Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Το δίκτυο μέσα στο οποίο συμμετέχει το ελληνόφωνο αστικό λαϊκό τραγούδι, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς του, είναι μεγαλειώδες. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Kοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».
Στην εν λόγω ηχογράφηση, το αρχικό μουσικό θέμα των στίχων αποτελεί ένα εξαιρετικά δημοφιλές θέμα. Το συναντάμε πλείστες όσες φορές στην ελληνική δισκογραφία, με τίτλους όπως “Χασάπικο πολίτικο”, “Ο βλάμης”, “Μάγκας”, “Ο μάγκας”, “Χασαπάκι δεν σε θέλω πια”, αλλά και στο εβραϊκό και βουλγαρικό ρεπερτόριο (για περισσότερα βλέπε στις προαναφερθείσες ηχογραφήσεις).
Εκτός, όμως, από αυτό το μουσικό θέμα, εντοπίζουμε και εκείνο του Καροτσέρη (ή και Καροτσιέρη). O εξίσου δημοφιλής στο ελληνόφωνο ρεπερτόριο σκοπός εμφανίζεται ως μικρό διαβατικό θέμα εντός της παρούσας ηχογράφησης, όπως, άλλωστε, και σε άλλα τραγούδια (βλέπε για παράδειγμα: “Φωτιά και νιάτα”, “Η Μαρίκα η δασκάλα”, “Ταμπαχανιώτικος μανές” (γύρισμα), “Άκου Ντούτσε μου τα νέα”, “Βαρβάρα”, “Ρωμαίικο γλέντι”). Πέραν της ρουμάνικης καταγωγής και των ισχυρών δεσμών με το ρεπερτόριο της περιοχής, τον συγκεκριμένο σκοπό τον συναντάμε και σε άλλα ρεπερτόρια, όπως το εβραϊκό (για περισσότερα βλέπε στις ηχογραφήσεις του Καροτσέρη ή Καροτσιέρη).
Ο Τούντας δείχνει την συνθετική του δεξιοτεχνία, χρησιμοποιώντας συχνά θέματα από άλλα τραγούδια, προερχόμενα πολλές φορές από ποικίλα ρεπερτόρια και τα εντάσσει ή τα χρησιμοποιεί ως «αφορμή» για την γέννηση νέων.
Φαίνεται πως οι δύο συγκεκριμένοι σκοποί αποτελούν κάποιες από τις δημοφιλέστερες επιλογές, όχι μόνο στο ελληνόφωνο αστικό λαϊκό ρεπερτόριο, αλλά και σε άλλα, κάτι που αναδεικνύει την συνθήκη του κοσμοπολιτισμού και του συγκρητισμού μέσα στην οποία ζούσαν και δρούσαν οι λαϊκοί μουσικοί. Όπως και άλλοι σκοποί, οι οποίοι τελικά αναδείχθηκαν σε αυτό που σήμερα θα ονομάζαμε “hit”, έτσι και αυτός υπογραμμίζει τις συνδιαλλαγές μεταξύ των ποικίλων ρεπερτορίων, τα οποία αποτελούσαν συνομιλητές σε μία μεγάλη σε γεωγραφικό εύρος οικουμένη. Έτσι, προκύπτει ένα συναρπαστικό δίκτυο που περιλαμβάνει ρεπερτόρια από την Ανατολική Ευρώπη, τα Βαλκάνια, και την Μεσόγειο, τα οποία προέρχονταν, από τη μία πλευρά, από τρεις μεγάλες αυτοκρατορίες: την Οθωμανική, την Αυστριακή και την Ρωσική. Από την άλλη, ενεργητικότατα αποτελούσαν και τα ρεπερτόρια από την Ιταλική οικουμένη, τo Canzone Napoletana, τα γαλλικά chansons, τον ισπανικό κόσμο και άλλα υπο-δίκτυα, αλλά και από δύο μεγάλους διαρκώς εν κινήσει κόσμους: τον τσιγγάνικο και τον εβραϊκό (κυρίως τον Yiddish). Η δισκογραφία όχι μόνο ενσωματώνεται σε αυτό το πλαίσιο, αλλά διαδραματίζει καίριο ρόλο στον μετασχηματισμό του.
Έρευνα και κείμενο: Λεονάρδος Κουνάδης και Νίκος Ορδουλίδης
Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Το δίκτυο μέσα στο οποίο συμμετέχει το ελληνόφωνο αστικό λαϊκό τραγούδι, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς του, είναι μεγαλειώδες. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Kοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».
Στην εν λόγω ηχογράφηση, το αρχικό μουσικό θέμα των στίχων αποτελεί ένα εξαιρετικά δημοφιλές θέμα. Το συναντάμε πλείστες όσες φορές στην ελληνική δισκογραφία, με τίτλους όπως “Χασάπικο πολίτικο”, “Ο βλάμης”, “Μάγκας”, “Ο μάγκας”, “Χασαπάκι δεν σε θέλω πια”, αλλά και στο εβραϊκό και βουλγαρικό ρεπερτόριο (για περισσότερα βλέπε στις προαναφερθείσες ηχογραφήσεις).
Εκτός, όμως, από αυτό το μουσικό θέμα, εντοπίζουμε και εκείνο του Καροτσέρη (ή και Καροτσιέρη). O εξίσου δημοφιλής στο ελληνόφωνο ρεπερτόριο σκοπός εμφανίζεται ως μικρό διαβατικό θέμα εντός της παρούσας ηχογράφησης, όπως, άλλωστε, και σε άλλα τραγούδια (βλέπε για παράδειγμα: “Φωτιά και νιάτα”, “Η Μαρίκα η δασκάλα”, “Ταμπαχανιώτικος μανές” (γύρισμα), “Άκου Ντούτσε μου τα νέα”, “Βαρβάρα”, “Ρωμαίικο γλέντι”). Πέραν της ρουμάνικης καταγωγής και των ισχυρών δεσμών με το ρεπερτόριο της περιοχής, τον συγκεκριμένο σκοπό τον συναντάμε και σε άλλα ρεπερτόρια, όπως το εβραϊκό (για περισσότερα βλέπε στις ηχογραφήσεις του Καροτσέρη ή Καροτσιέρη).
Ο Τούντας δείχνει την συνθετική του δεξιοτεχνία, χρησιμοποιώντας συχνά θέματα από άλλα τραγούδια, προερχόμενα πολλές φορές από ποικίλα ρεπερτόρια και τα εντάσσει ή τα χρησιμοποιεί ως «αφορμή» για την γέννηση νέων.
Φαίνεται πως οι δύο συγκεκριμένοι σκοποί αποτελούν κάποιες από τις δημοφιλέστερες επιλογές, όχι μόνο στο ελληνόφωνο αστικό λαϊκό ρεπερτόριο, αλλά και σε άλλα, κάτι που αναδεικνύει την συνθήκη του κοσμοπολιτισμού και του συγκρητισμού μέσα στην οποία ζούσαν και δρούσαν οι λαϊκοί μουσικοί. Όπως και άλλοι σκοποί, οι οποίοι τελικά αναδείχθηκαν σε αυτό που σήμερα θα ονομάζαμε “hit”, έτσι και αυτός υπογραμμίζει τις συνδιαλλαγές μεταξύ των ποικίλων ρεπερτορίων, τα οποία αποτελούσαν συνομιλητές σε μία μεγάλη σε γεωγραφικό εύρος οικουμένη. Έτσι, προκύπτει ένα συναρπαστικό δίκτυο που περιλαμβάνει ρεπερτόρια από την Ανατολική Ευρώπη, τα Βαλκάνια, και την Μεσόγειο, τα οποία προέρχονταν, από τη μία πλευρά, από τρεις μεγάλες αυτοκρατορίες: την Οθωμανική, την Αυστριακή και την Ρωσική. Από την άλλη, ενεργητικότατα αποτελούσαν και τα ρεπερτόρια από την Ιταλική οικουμένη, τo Canzone Napoletana, τα γαλλικά chansons, τον ισπανικό κόσμο και άλλα υπο-δίκτυα, αλλά και από δύο μεγάλους διαρκώς εν κινήσει κόσμους: τον τσιγγάνικο και τον εβραϊκό (κυρίως τον Yiddish). Η δισκογραφία όχι μόνο ενσωματώνεται σε αυτό το πλαίσιο, αλλά διαδραματίζει καίριο ρόλο στον μετασχηματισμό του.
Έρευνα και κείμενο: Λεονάρδος Κουνάδης και Νίκος Ορδουλίδης
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ