Πριγκηπιώτισσα

Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα δίκτυα μέσα στα οποία συμμετέχουν οι ελληνόφωνες μουσικές, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς τους, είναι μεγαλειώδη. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Κοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».

Οι ιστορικές πηγές υπογραμμίζουν τις στενές σχέσεις μεταξύ της ιταλόφωνης και της ελληνόφωνης μουσικής. Οι συνομιλίες που αναπτύχθηκαν μεταξύ συγκεκριμένων τόπων, όπως τα νησιά του Ιονίου, τα Δωδεκάνησα και η Πάτρα, με ιταλικές πόλεις, και τα αποτελέσματά τους είναι αρκετά ώστε να αναδείξουν τους ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των δύο εθνοπολιτισμικών ομάδων. Επιπλέον, σχέσεις σφυρηλατήθηκαν σε τόπους όπου οι δυο εθνότητες έζησαν μαζί. Όπως, για παράδειγμα, στην περίπτωση της κοσμοπολίτικης Σμύρνης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ή σε αυτήν της Νέας Υόρκης, όπου Ιταλοί και Έλληνες μετέβησαν ως μετανάστες. Ερευνώντας το ιστορικό υλικό, φαίνεται ότι ειδικά μία πόλη της ιταλικής χερσονήσου ανέπτυξε ιδιαίτερες σχέσεις με τα μεγάλα αστικά κέντρα όπου πρωταγωνίστησαν ελληνόφωνοι μουσικοί. Πρόκειται για τη Νάπολη και το περίφημο Canzone Napoletana. Το «Μια Πριγκηπιώτισσα» ή «Φασουλιώτισσα» ανήκει σε ένα corpus τραγουδιών, από το οποίο οι Έλληνες πρωταγωνιστές δανείστηκαν μουσική ή/και στίχο από προϋπάρχοντα ναπολιτάνικα. Σε πολλές περιπτώσεις, οι οικειοποιήσεις δεν αφορούν μόνο το ναπολιτάνικο τραγούδι αλλά συνολικά το ιταλόφωνο, καθώς συχνά τα πρωτότυπα ναπολιτάνικα μεταφράστηκαν στην ιταλική, από την οποία προέκυψε το δάνειο. Τα τραγούδια αυτά εξέβαλαν στον ελληνόφωνο κόσμο είτε διά της ευθείας οδού, είτε δια της τεθλασμένης, μέσω άλλων ρεπερτοριακών δικτύων. Σε κάθε περίπτωση, η διακίνηση μουσικών αποτελεί ήδη πραγματικότητα πριν τον 20ό αιώνα, με τις περιοδείες των θεατρικών και μουσικών παραστάσεων αλλά και με τα δίκτυα των μουσικών εκδοτικών οίκων. Η δισκογραφία όχι μόνο ενσωματώνεται σε αυτό το πλαίσιο, αλλά διαδραματίζει καίριο ρόλο στον μετασχηματισμό του. Η οικειοποίηση από την πλευρά των Ελλήνων μουσικών είναι διττή: αφορά αφενός τον στίχο ο οποίος πλέον είναι ελληνικός (συχνά, μάλιστα, δεν έχει καμία σχέση με τον πρωτότυπο), αλλά, αφετέρου, αφορά και τις πρακτικές εκτέλεσης: διαφορετικό οργανολόγιο, διαφορετικό τραγουδιστικό ύφος, συχνά διαφοροποιήσεις στις μελωδικές και ρυθμικές φόρμες, αλλά και στις αρμονίες. Οι Έλληνες μουσικοί προσαρμόζουν αυτό που ακούν στη δική τους συνθήκη, με βάση τις δικές τους δυνατότητες. Άλλωστε, η συνθήκη των μαντολίνων, των κιθάρων, των μαρς, της φωνητικής πολυφωνίας και του bel canto φωνητικού ιδιώματος αποτελούν χαρακτηριστικά που φανερώνουν τις επιρροές του Canzone Napoletana στο ελληνόφωνο αστικό λαϊκό τραγούδι. Θα πρέπει, επίσης, να σημειωθεί πως σε ποικίλες περιπτώσεις, συχνά και λόγω της μεγάλης επιτυχίας που γνώρισαν τα τραγούδια διεθνώς, το δίκτυο που τελικά σχηματίζεται είναι εξαιρετικά σύνθετο και δεν αφορά μόνο τις ελληνο-ιταλικές σχέσεις.

Στην ελληνική ιστορική δισκογραφία έχουν εντοπιστεί μέχρι τώρα έξι ηχογραφήσεις του τραγουδιού, το οποίο εμφανίζεται σε δύο εκδοχές, με δύο διαφορετικούς τίτλους και μικροπαραλλαγές στους στίχους:

– «Φασουλιώτισσα», Ελληνική Εστουδιαντίνα, Σμύρνη, Ιούνιος 1910 (Gramophone 1555y – 3-14588).
– «Μια Πριγκηπιώτισσα», Ελληνική Εστουδιαντίνα, Κωνσταντινούπολη, 3 Ιουλίου 1910 (Gramophone 1642y – 3-14110 και επανέκδοση: Victor 63521-A). Την ευθύνη της ηχογράφησης είχε ο ηχολήπτης Arthur Clarke.
– «Πριγκηπιώτισσα», Εστουδιαντίνα Χριστοδουλίδη, Κωνσταντινούπολη, 5 Ιουλίου 1910 (Favorite 3949-t – 1-59039 και επανέκδοση Columbia USA E6077, παρούσα ηχογράφηση).
– «Η Πριγκηπιώτισσα», Αντώνης Μελιτσιάνος, Κωνσταντινούπολη, 1910-1911 (Grammavox 13005).
– «Πριγκηπιώτισσα», Εστουδιαντίνα, Κωνσταντινούπολη, μεταξύ 1909-1912 (Odeon Cx 2116 – X 46362).
– «Η Φασουλιώτισσα», Μάριος Λυμπερόπουλος, Νέα Υόρκη, 20 Δεκεμβρίου 1917 (Victor B 21301 – 72933-A).

Στην τελευταία ηχογράφηση, του 1917 στη Νέα Υόρκη, το τραγούδι εκτελεί η στρατιωτικού τύπου ορχήστρα υπό την διεύθυνση του Nathaniel Shilkret (γεννημένου ως Natan Schüldkraut), Αμερικανού συνθέτη και μαέστρου με εβραϊκή καταγωγή από το Lviv της σημερινής Ουκρανίας. Οι δύο ελληνικές εκδοχές, εκτός από τον τίτλο, παρουσιάζουν μικροδιαφορές στο στίχο.

Το τραγούδι αποτελεί ελληνική διασκευή του ναπολιτάνικου τραγουδιού με τίτλο "So' turnato", σε μουσική του Rodolfo Falvo (1873 – 1937) και στίχους του Alessandro Cassese (1876 – 1916). Το τραγούδι διασκεύασε ο Νικόλαος Κόκκινος με ελληνικούς στίχους του Βασίλειου Σιδερή, όπως προκύπτει από την παρτιτούρα που εκδόθηκε στην Αθήνα από τον εκδοτικό οίκο Γεωργίου Δ. Φέξη με τίτλο «Η Φασουλιώτισσα».

Το "So' turnato" ηχογραφήθηκε —πιθανότατα για πρώτη φορά— το 1907 στο Μιλάνο από την Annita Di Landa και ορχήστρα (Zonophone 11105b – X 93113). Ηχογραφήθηκε, επίσης, στη δισκογραφία των 78 στροφών από τον Pasquale Sirabella και χορωδία (Νάπολη, μάλλον μεταξύ 1907-1912, Era Grand Record 42527), τον Diego Giannini (Νέα Υόρκη, 1909, Edison 20601), τον Francesco Daddi (Νέα Υόρκη, γύρω στον Οκτώβριο του 1910, Columbia 4936-1 – E675 και C2017), τη Lina Cavalieri (Νέα Υόρκη, πιθανώς το 1917 ή 1918, Pathé 62011).

Η παρτιτούρα του τραγουδιού περιλαμβάνεται, μαζί με οκτώ ακόμα παρτιτούρες τραγουδιών του συνθέτη, στην έκδοση "Piedigrotta, Falvo – Settembre 1907" (σελ. 16–17), η οποία κυκλοφόρησε στη Νάπολη τον Σεπτέμβριο του 1907 από τον οίκο il Cafè-Chantant (βλ. και εδώ). Επίσης, εκδόθηκε και από τον οίκο La Canzonetta των Capolongo-Feola (Νάπολη 1907).

Το “Piedigrotta” αφορά σε μία από τις πιο διάσημες και παλαιότερες θρησκευτικές γιορτές που πραγματοποιούνταν στη Νάπολη. Κατά την διάρκεια της γιορτής ένας μουσικός διαγωνισμός λάμβανε χώρα, ο οποίος κατά τον 19ο αιώνα μετατράπηκε σε δυναμικό φεστιβάλ. Το εν λόγω φεστιβάλ πήρε τη μορφή εμπορικού μηχανισμού, ο οποίος έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση και προώθηση του ναπολιτάνικου τραγουδιού.

Έρευνα και κείμενο: Λεονάρδος Κουνάδης και Νίκος Ορδουλίδης

Δημιουργός (Συνθέτης):
Στιχουργός:
[Ναπολιτάνικοι στίχοι: Cassese Alessandro
Ελληνικοί στίχοι: Σιδερής Βασίλειος ;]
Τραγουδιστές:
Εστουδιαντίνα Χριστοδουλίδη
Χρονολογία ηχογράφησης:
05/07/1910
Τόπος ηχογράφησης:
Κωνσταντινούπολη
Γλώσσα/ες:
Ελληνικά
Εκδότης:
Columbia USA
Αριθμός καταλόγου:
E-6077
Αριθμός μήτρας:
3949-t
Διάρκεια:
2:49
Θέση τεκμηρίου:
Δισκοθήκη Αρχείου Κουνάδη
Φυσική περιγραφή:
Δίσκος 10'' (25 εκατοστών)
Προέλευση:
Αρχείο Κουνάδη
Αναγνωριστικό:
Col_E6077_Pringipiotissa
Άδεια χρήσης:
cc
Παραπομπή:
Αρχείο Κουνάδη, "Πριγκηπιώτισσα", 2019, https://vmrebetiko.gr/item?id=4400
Στίχοι:
Μία νησιώτισσα αφροπλασμένη
με τα ναζάκια της με ξετρελαίνει
τη μια μου λέγει πως με λατρεύει
την άλλη λέγει πως με γελά

Είναι τρελό, είναι μικρό
μ’ εμένα θέλει ώρες να περνά
μα 'γω πονώ, μα 'γω θρηνώ
και δεν βαστώ την τόση απονιά

Μέσα στα τσάγια σαν την αντικρίζω
αυτή γελά μ’ εμέ, μα εγώ δακρύζω
με μαγνητίζει με τη λαλιά της
με κάνει θύμα με μια ματιά

Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα δίκτυα μέσα στα οποία συμμετέχουν οι ελληνόφωνες μουσικές, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς τους, είναι μεγαλειώδη. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Κοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».

Οι ιστορικές πηγές υπογραμμίζουν τις στενές σχέσεις μεταξύ της ιταλόφωνης και της ελληνόφωνης μουσικής. Οι συνομιλίες που αναπτύχθηκαν μεταξύ συγκεκριμένων τόπων, όπως τα νησιά του Ιονίου, τα Δωδεκάνησα και η Πάτρα, με ιταλικές πόλεις, και τα αποτελέσματά τους είναι αρκετά ώστε να αναδείξουν τους ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των δύο εθνοπολιτισμικών ομάδων. Επιπλέον, σχέσεις σφυρηλατήθηκαν σε τόπους όπου οι δυο εθνότητες έζησαν μαζί. Όπως, για παράδειγμα, στην περίπτωση της κοσμοπολίτικης Σμύρνης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ή σε αυτήν της Νέας Υόρκης, όπου Ιταλοί και Έλληνες μετέβησαν ως μετανάστες. Ερευνώντας το ιστορικό υλικό, φαίνεται ότι ειδικά μία πόλη της ιταλικής χερσονήσου ανέπτυξε ιδιαίτερες σχέσεις με τα μεγάλα αστικά κέντρα όπου πρωταγωνίστησαν ελληνόφωνοι μουσικοί. Πρόκειται για τη Νάπολη και το περίφημο Canzone Napoletana. Το «Μια Πριγκηπιώτισσα» ή «Φασουλιώτισσα» ανήκει σε ένα corpus τραγουδιών, από το οποίο οι Έλληνες πρωταγωνιστές δανείστηκαν μουσική ή/και στίχο από προϋπάρχοντα ναπολιτάνικα. Σε πολλές περιπτώσεις, οι οικειοποιήσεις δεν αφορούν μόνο το ναπολιτάνικο τραγούδι αλλά συνολικά το ιταλόφωνο, καθώς συχνά τα πρωτότυπα ναπολιτάνικα μεταφράστηκαν στην ιταλική, από την οποία προέκυψε το δάνειο. Τα τραγούδια αυτά εξέβαλαν στον ελληνόφωνο κόσμο είτε διά της ευθείας οδού, είτε δια της τεθλασμένης, μέσω άλλων ρεπερτοριακών δικτύων. Σε κάθε περίπτωση, η διακίνηση μουσικών αποτελεί ήδη πραγματικότητα πριν τον 20ό αιώνα, με τις περιοδείες των θεατρικών και μουσικών παραστάσεων αλλά και με τα δίκτυα των μουσικών εκδοτικών οίκων. Η δισκογραφία όχι μόνο ενσωματώνεται σε αυτό το πλαίσιο, αλλά διαδραματίζει καίριο ρόλο στον μετασχηματισμό του. Η οικειοποίηση από την πλευρά των Ελλήνων μουσικών είναι διττή: αφορά αφενός τον στίχο ο οποίος πλέον είναι ελληνικός (συχνά, μάλιστα, δεν έχει καμία σχέση με τον πρωτότυπο), αλλά, αφετέρου, αφορά και τις πρακτικές εκτέλεσης: διαφορετικό οργανολόγιο, διαφορετικό τραγουδιστικό ύφος, συχνά διαφοροποιήσεις στις μελωδικές και ρυθμικές φόρμες, αλλά και στις αρμονίες. Οι Έλληνες μουσικοί προσαρμόζουν αυτό που ακούν στη δική τους συνθήκη, με βάση τις δικές τους δυνατότητες. Άλλωστε, η συνθήκη των μαντολίνων, των κιθάρων, των μαρς, της φωνητικής πολυφωνίας και του bel canto φωνητικού ιδιώματος αποτελούν χαρακτηριστικά που φανερώνουν τις επιρροές του Canzone Napoletana στο ελληνόφωνο αστικό λαϊκό τραγούδι. Θα πρέπει, επίσης, να σημειωθεί πως σε ποικίλες περιπτώσεις, συχνά και λόγω της μεγάλης επιτυχίας που γνώρισαν τα τραγούδια διεθνώς, το δίκτυο που τελικά σχηματίζεται είναι εξαιρετικά σύνθετο και δεν αφορά μόνο τις ελληνο-ιταλικές σχέσεις.

Στην ελληνική ιστορική δισκογραφία έχουν εντοπιστεί μέχρι τώρα έξι ηχογραφήσεις του τραγουδιού, το οποίο εμφανίζεται σε δύο εκδοχές, με δύο διαφορετικούς τίτλους και μικροπαραλλαγές στους στίχους:

– «Φασουλιώτισσα», Ελληνική Εστουδιαντίνα, Σμύρνη, Ιούνιος 1910 (Gramophone 1555y – 3-14588).
– «Μια Πριγκηπιώτισσα», Ελληνική Εστουδιαντίνα, Κωνσταντινούπολη, 3 Ιουλίου 1910 (Gramophone 1642y – 3-14110 και επανέκδοση: Victor 63521-A). Την ευθύνη της ηχογράφησης είχε ο ηχολήπτης Arthur Clarke.
– «Πριγκηπιώτισσα», Εστουδιαντίνα Χριστοδουλίδη, Κωνσταντινούπολη, 5 Ιουλίου 1910 (Favorite 3949-t – 1-59039 και επανέκδοση Columbia USA E6077, παρούσα ηχογράφηση).
– «Η Πριγκηπιώτισσα», Αντώνης Μελιτσιάνος, Κωνσταντινούπολη, 1910-1911 (Grammavox 13005).
– «Πριγκηπιώτισσα», Εστουδιαντίνα, Κωνσταντινούπολη, μεταξύ 1909-1912 (Odeon Cx 2116 – X 46362).
– «Η Φασουλιώτισσα», Μάριος Λυμπερόπουλος, Νέα Υόρκη, 20 Δεκεμβρίου 1917 (Victor B 21301 – 72933-A).

Στην τελευταία ηχογράφηση, του 1917 στη Νέα Υόρκη, το τραγούδι εκτελεί η στρατιωτικού τύπου ορχήστρα υπό την διεύθυνση του Nathaniel Shilkret (γεννημένου ως Natan Schüldkraut), Αμερικανού συνθέτη και μαέστρου με εβραϊκή καταγωγή από το Lviv της σημερινής Ουκρανίας. Οι δύο ελληνικές εκδοχές, εκτός από τον τίτλο, παρουσιάζουν μικροδιαφορές στο στίχο.

Το τραγούδι αποτελεί ελληνική διασκευή του ναπολιτάνικου τραγουδιού με τίτλο "So' turnato", σε μουσική του Rodolfo Falvo (1873 – 1937) και στίχους του Alessandro Cassese (1876 – 1916). Το τραγούδι διασκεύασε ο Νικόλαος Κόκκινος με ελληνικούς στίχους του Βασίλειου Σιδερή, όπως προκύπτει από την παρτιτούρα που εκδόθηκε στην Αθήνα από τον εκδοτικό οίκο Γεωργίου Δ. Φέξη με τίτλο «Η Φασουλιώτισσα».

Το "So' turnato" ηχογραφήθηκε —πιθανότατα για πρώτη φορά— το 1907 στο Μιλάνο από την Annita Di Landa και ορχήστρα (Zonophone 11105b – X 93113). Ηχογραφήθηκε, επίσης, στη δισκογραφία των 78 στροφών από τον Pasquale Sirabella και χορωδία (Νάπολη, μάλλον μεταξύ 1907-1912, Era Grand Record 42527), τον Diego Giannini (Νέα Υόρκη, 1909, Edison 20601), τον Francesco Daddi (Νέα Υόρκη, γύρω στον Οκτώβριο του 1910, Columbia 4936-1 – E675 και C2017), τη Lina Cavalieri (Νέα Υόρκη, πιθανώς το 1917 ή 1918, Pathé 62011).

Η παρτιτούρα του τραγουδιού περιλαμβάνεται, μαζί με οκτώ ακόμα παρτιτούρες τραγουδιών του συνθέτη, στην έκδοση "Piedigrotta, Falvo – Settembre 1907" (σελ. 16–17), η οποία κυκλοφόρησε στη Νάπολη τον Σεπτέμβριο του 1907 από τον οίκο il Cafè-Chantant (βλ. και εδώ). Επίσης, εκδόθηκε και από τον οίκο La Canzonetta των Capolongo-Feola (Νάπολη 1907).

Το “Piedigrotta” αφορά σε μία από τις πιο διάσημες και παλαιότερες θρησκευτικές γιορτές που πραγματοποιούνταν στη Νάπολη. Κατά την διάρκεια της γιορτής ένας μουσικός διαγωνισμός λάμβανε χώρα, ο οποίος κατά τον 19ο αιώνα μετατράπηκε σε δυναμικό φεστιβάλ. Το εν λόγω φεστιβάλ πήρε τη μορφή εμπορικού μηχανισμού, ο οποίος έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση και προώθηση του ναπολιτάνικου τραγουδιού.

Έρευνα και κείμενο: Λεονάρδος Κουνάδης και Νίκος Ορδουλίδης

Δημιουργός (Συνθέτης):
Στιχουργός:
[Ναπολιτάνικοι στίχοι: Cassese Alessandro
Ελληνικοί στίχοι: Σιδερής Βασίλειος ;]
Τραγουδιστές:
Εστουδιαντίνα Χριστοδουλίδη
Χρονολογία ηχογράφησης:
05/07/1910
Τόπος ηχογράφησης:
Κωνσταντινούπολη
Γλώσσα/ες:
Ελληνικά
Εκδότης:
Columbia USA
Αριθμός καταλόγου:
E-6077
Αριθμός μήτρας:
3949-t
Διάρκεια:
2:49
Θέση τεκμηρίου:
Δισκοθήκη Αρχείου Κουνάδη
Φυσική περιγραφή:
Δίσκος 10'' (25 εκατοστών)
Προέλευση:
Αρχείο Κουνάδη
Αναγνωριστικό:
Col_E6077_Pringipiotissa
Άδεια χρήσης:
cc
Παραπομπή:
Αρχείο Κουνάδη, "Πριγκηπιώτισσα", 2019, https://vmrebetiko.gr/item?id=4400
Στίχοι:
Μία νησιώτισσα αφροπλασμένη
με τα ναζάκια της με ξετρελαίνει
τη μια μου λέγει πως με λατρεύει
την άλλη λέγει πως με γελά

Είναι τρελό, είναι μικρό
μ’ εμένα θέλει ώρες να περνά
μα 'γω πονώ, μα 'γω θρηνώ
και δεν βαστώ την τόση απονιά

Μέσα στα τσάγια σαν την αντικρίζω
αυτή γελά μ’ εμέ, μα εγώ δακρύζω
με μαγνητίζει με τη λαλιά της
με κάνει θύμα με μια ματιά

Σχετικά τεκμήρια

Δείτε επίσης