Γράφει ο Νικόλαος Γ. Πολίτης για το τραγούδι (Ν. Γ. Πολίτης, "Κλέφτικα τραγούδια", Ιστορική έρευνα, Αθήνα, σελ. 23-24): «Του Κίτσου το τραγούδι είναι κοινότατον πολλαχού της Ελλάδος και αγαπητόν, αλλά τίποτε σχεδόν δεν ηξεύρομεν περί του κλέφτου αυτού ή περί των χρόνων, καθ' ους έζησεν. Εκ μιας παραλλαγής φαίνεται ότι ήτο κλέφτης του Βάλτου και του Ξηρομέρου της Ακαρνανίας, εξ άλλου δε άσματος μανθάνομεν ότι το τέλος αυτού ήτο διάφορον, ότι δεν εκρεμάσθη υπό των Τούρκων, αλλ' επιστρέφων εκ μάχης, εις την οποίαν εφονεύθησαν ο αδελφός του και πέντε παλληκάρια του, ετραυματίσθη θανασίμως κατά την εις Άγραφα οδόν υπό ενεδρευόντων εχθρών. Νεώτεραι διασκευαί του άσματος προσηρμόσθησαν εις ληστάς ή φυλακισμένους».
Στην ετικέτα του δίσκου δεν αναγράφεται κανένα στοιχείο για τους εκτελεστές της ηχογράφησης.
Σχετικά με την αναγραφή των ονομάτων στις ετικέτες των δίσκων την περίοδο του "χωνιού" (έως το 1925) ή αλλιώς της "ακουστικής" περιόδου, αναφέρει ο Αριστομένης Καλυβιώτης (2002: 132): «Πρέπει, επίσης, να επισημανθεί ότι στις ετικέτες των δίσκων εμφανίζονται μόνο τα ονόματα των εκτελεστών των τραγουδιών. Εκτός από τους οργανοπαίχτες, απουσιάζουν συνήθως και τα ονόματα των δημιουργών (συνθέτης-στιχουργός), ακόμα και όταν πρόκειται για επώνυμες δημιουργίες, όπως π.χ. τραγούδια από οπερέτες της εποχής. Δεν προκύπτει όμως από κάποιο στοιχείο ότι οι εταιρείες δίσκων κατέβαλαν, όταν απαιτούνταν, πνευματικά δικαιώματα στους δημιουργούς, εκτός από την αμοιβή των εκτελεστών.
Στην Ελλάδα νομοθεσία σχετικά με τα πνευματικά δικαιώματα θεσμοθετήθηκε το 1920 (Νόμος 2387/29-7-1920 περί προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας). Για το νόμο αυτό εκδόθηκε το από 12/15 Ιουλίου 1926 Ν.Δ., που διευκρίνιζε ότι ο νόμος 2387/1920 περιελάμβανε και τα έργα που δημιουργήθηκαν προ του 1920. Το Ν.Δ. 12/15-7-1926 όμως κυρώθηκε με τον νόμο 4489/1930 (ΦΕΚ 81/143/1930 τ. 1) [...] Συνεπώς η μη αναγραφή ονόματος δημιουργού στην ετικέτα του δίσκου για την περίοδο που εξετάζουμε, δεν σημαίνει κατ' ανάγκην ότι το τραγούδι είναι ανώνυμο».
Γράφει ο Νικόλαος Γ. Πολίτης για το τραγούδι (Ν. Γ. Πολίτης, "Κλέφτικα τραγούδια", Ιστορική έρευνα, Αθήνα, σελ. 23-24): «Του Κίτσου το τραγούδι είναι κοινότατον πολλαχού της Ελλάδος και αγαπητόν, αλλά τίποτε σχεδόν δεν ηξεύρομεν περί του κλέφτου αυτού ή περί των χρόνων, καθ' ους έζησεν. Εκ μιας παραλλαγής φαίνεται ότι ήτο κλέφτης του Βάλτου και του Ξηρομέρου της Ακαρνανίας, εξ άλλου δε άσματος μανθάνομεν ότι το τέλος αυτού ήτο διάφορον, ότι δεν εκρεμάσθη υπό των Τούρκων, αλλ' επιστρέφων εκ μάχης, εις την οποίαν εφονεύθησαν ο αδελφός του και πέντε παλληκάρια του, ετραυματίσθη θανασίμως κατά την εις Άγραφα οδόν υπό ενεδρευόντων εχθρών. Νεώτεραι διασκευαί του άσματος προσηρμόσθησαν εις ληστάς ή φυλακισμένους».
Στην ετικέτα του δίσκου δεν αναγράφεται κανένα στοιχείο για τους εκτελεστές της ηχογράφησης.
Σχετικά με την αναγραφή των ονομάτων στις ετικέτες των δίσκων την περίοδο του "χωνιού" (έως το 1925) ή αλλιώς της "ακουστικής" περιόδου, αναφέρει ο Αριστομένης Καλυβιώτης (2002: 132): «Πρέπει, επίσης, να επισημανθεί ότι στις ετικέτες των δίσκων εμφανίζονται μόνο τα ονόματα των εκτελεστών των τραγουδιών. Εκτός από τους οργανοπαίχτες, απουσιάζουν συνήθως και τα ονόματα των δημιουργών (συνθέτης-στιχουργός), ακόμα και όταν πρόκειται για επώνυμες δημιουργίες, όπως π.χ. τραγούδια από οπερέτες της εποχής. Δεν προκύπτει όμως από κάποιο στοιχείο ότι οι εταιρείες δίσκων κατέβαλαν, όταν απαιτούνταν, πνευματικά δικαιώματα στους δημιουργούς, εκτός από την αμοιβή των εκτελεστών.
Στην Ελλάδα νομοθεσία σχετικά με τα πνευματικά δικαιώματα θεσμοθετήθηκε το 1920 (Νόμος 2387/29-7-1920 περί προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας). Για το νόμο αυτό εκδόθηκε το από 12/15 Ιουλίου 1926 Ν.Δ., που διευκρίνιζε ότι ο νόμος 2387/1920 περιελάμβανε και τα έργα που δημιουργήθηκαν προ του 1920. Το Ν.Δ. 12/15-7-1926 όμως κυρώθηκε με τον νόμο 4489/1930 (ΦΕΚ 81/143/1930 τ. 1) [...] Συνεπώς η μη αναγραφή ονόματος δημιουργού στην ετικέτα του δίσκου για την περίοδο που εξετάζουμε, δεν σημαίνει κατ' ανάγκην ότι το τραγούδι είναι ανώνυμο».
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ