Καβαλάρης - Η εύθυμη χήρα

Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα δίκτυα μέσα στα οποία συμμετέχουν οι ελληνόφωνες μουσικές, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς τους, είναι μεγαλειώδη. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Κοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».

Η γεωγραφική θέση της Αυστρίας την καθιστά εκ φύσεως επίκεντρο των ευρωπαϊκών εξελίξεων, αλλά και σπουδαίο αγωγό για την διάχυση υλικών και άυλων προϊόντων από πάσα και προς πάσα κατεύθυνση. H γεωγραφία μιλάει από μόνη της: Η Αυτοκρατορία των Αψβούργων (Αυστρο-Ουγγρική Αυτοκρατορία μετά τον συμβιβασμό του 1867) γειτνίαζε με την Οθωμανική Αυτοκρατορία στο νότο. Αμφότερες διεκδικούσαν εδάφη της μετέπειτα Γιουγκοσλαβίας, και κυρίως αυτά της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, τα οποία αφενός περιέχουν έναν αξιοσημείωτο μουσουλμανικό πληθυσμό και, αφετέρου, επικοινωνούν άμεσα με την ιστορική περιοχή της Μακεδονίας και το εκεί ελληνόφωνο στοιχείο. Η Βιέννη αποτέλεσε ένα μοναδικό χωνευτήρι πολιτισμών∙ οι τέχνες, με κυρίαρχη τη μουσική, γνώρισαν εκεί μια πρωτόγνωρη ακμή. Ένα ιδιαίτερο θεατρικό είδος, που αναπτύχθηκε από τον 13ο ακόμη αιώνα σε ποικίλες μορφές σε όλη την Ευρώπη, βρίσκεται στο επίκεντρο της βιενέζικης δημιουργίας: το Volkstheater, το λαϊκό θέατρο, που μετέχει σε μια μεγάλη παράδοση κωμικών παραστατικών τεχνών, στις οποίες δεσπόζει η μουσική. Μετά το 1850, με βάση τη σχετική φιλολογία, το είδος αυτό μετασχηματίζεται στην βιενέζικη οπερέτα, που γνωρίζει μία άνευ προηγουμένου δυναμική όσον αφορά την παραγωγή νέων έργων. Σύντομα, σε αυτό το δίκτυο θα εισέλθει και η δισκογραφία και μαζί με την ήδη ισχυρή πραγματικότητα των μουσικών εκδοτικών οίκων θα συμβάλουν στην μαζική διάχυση της βιενέζικης οπερέτας, τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική. Εκτός των άλλων, πρωταγωνιστικό στοιχείο των έργων αυτών είναι και το βαλς, το οποίο αποτελεί σήμα κατατεθέν της αυστριακής πρωτεύουσας – βασικό εξαγωγικό της πολιτιστικό προϊόν σε όλον τον κόσμο. Στην εξέλιξη αυτή, ο ρόλος που διαδραμάτισε η οικογένεια των Στράους ήταν καταλυτικός. Οι τάσεις αυτές καταφθάνουν και οικειοποιούνται από τον ελληνόφωνο κόσμο, ο οποίος τις ενσωματώνει στις δικές του συνθήκες. Σε κάθε περίπτωση, η διακίνηση μουσικών αποτελεί ήδη πραγματικότητα πριν τον 20ό αιώνα, με τις περιοδείες των θεατρικών και μουσικών παραστάσεων αλλά και με τα δίκτυα των μουσικών εκδοτικών οίκων. Η δισκογραφία όχι μόνο εισχωρεί σε αυτό το πλαίσιο, αλλά διαδραματίζει και καίριο ρόλο στον μετασχηματισμό του. Θα πρέπει, επίσης, να σημειωθεί πως σε ποικίλες περιπτώσεις, συχνά και λόγω της μεγάλης επιτυχίας που γνώρισαν τα τραγούδια διεθνώς, το δίκτυο που τελικά προκύπτει είναι εξαιρετικά σύνθετο και δεν αφορά μόνο τις ελληνο-αυστριακές σχέσεις.

Το τραγούδι «Καβαλάρης» προέρχεται από τη δεύτερη πράξη της τρίπρακτης οπερέτας “Die lustige Witwe” (Η εύθυμη χήρα), σε μουσική του Franz Lehár και λιμπρέτο των Viktor Léon και Leo Stein, το οποίο βασίζεται στην κωμωδία του Henri Meilhac "L’attaché d'ambassade" (1861). Πρόκειται για το Nr. 8 Duett (incipit  “Heia, Mädel, aufgeschaut”), γνωστό και ως "Lied vom dummen Reiter" (αγγλ.: "The silly cavalier", ελλ.: "Τραγούδι του ανόητου αναβάτη"), διασκευασμένο με ελληνικούς στίχους. Στην οπερέτα ερμηνεύεται από την πλούσια χήρα Hanna Glawari και τον κόμη Danilo Danilovitsch (για περισσότερα σχετικά με την οπερέτα, την πλοκή και το λιμπρέτο βλ. εδώ, εδώ, εδώ και εδώ).

Το έργο έκανε πρεμιέρα στο Theater an der Wien της Βιέννης στις 30 Δεκεμβρίου 1905, συμπληρώνοντας 483 παραστάσεις. Αποτέλεσε την πιο επιτυχημένη οπερέτα του συνθέτη και την πιο δημοφιλή οπερέτα όλων των εποχών. Διασκευάστηκε σε διάφορες γλώσσες και ανέβηκε αναρίθμητες φορές, με διάφορους τίτλους, σε θεατρικές σκηνές πόλεων της Ευρώπης, της Ασίας, της Αμερικής, της Αυστραλίας. Ενδεικτικά:

– Στις 3 Μαρτίου 1906 στο Neues Operetten-Theater του Αμβούργου και την 1η Μαΐου του ίδιου χρόνου στο Berliner Theater στο Βερολίνο.
– Στις 19 Σεπτεμβρίου 1906, ως “Веселая вдова”, στο Пассаже της Αγίας Πετρούπολης.
– Στις 27 Νοεμβρίου 1906, ως “Víg özvegy”, στο Magyar Színház της Βουδαπέστης.
– Στις 20 Φεβρουαρίου 1907, ως “Vesela udovica”, στο Hrvatsko Narodno Kazalište (Κροατικό Εθνικό Θέατρο) του Ζάγκρεμπ.
– Στις 27 Απριλίου 1907, ως “La vedova allegra”, στο Teatro Dal Verme του Μιλάνου.
– Στις 8 Ιουνίου 1907, ως “The Merry Widow”, στο Daly’s Theatre του Λονδίνου.
– Στις 21 Οκτωβρίου 1907, ως “The Merry Widow”, στο New Amsterdam Theater της Νέα Υόρκης (βλ. εδώ).
– Στις 16 Μαΐου 1908, ως “The Merry Widow”, στο Her Majesty’s Theatre της Μελβούρνης.
– Στις 13 Ιουνίου 1908, ως “La Viuda Alegre”, στο Teatro Granvía της Βαρκελόνης και στις 8 Φεβρουαρίου 1909 στο Teatro Price της Μαδρίτης.
– Στις 28 Απριλίου 1909, ως “La Veuve joyeuse”, στο Théâtre Apollo του Παρισιού.

Η παρτιτούρα (βλ. εδώ), το λιμπρέτο (βλ. εδώ) και το σπαρτίτο  (βλ. εδώ) κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Doblinger στη Βιέννη το 1906.

Ενδεικτικές της επιτυχίας της οπερέτας είναι και οι κινηματογραφικές μεταφορές της:

– “A víg özvegy”, ουγγρικής παραγωγής, 1919.
– “The Merry Widow”, αμερικανικής παραγωγής, 1925.
– “The Merry Widow”, αμερικανικής παραγωγής, 1934.
– “The Merry Widow”, αμερικανικής παραγωγής, 1952.
– “Die lustige Witwe”, αυστριακής-γαλλικής παραγωγής, 1962.

Το ντουέτο ηχογραφήθηκε σε διάφορες γλώσσες και περιοχές του πλανήτη, είτε με τη μορφή τραγουδιού, σε κάποιες περιπτώσεις από έναν μόνο ερμηνευτή, είτε σε ορχηστρική μορφή. Ενδεικτικά:

– “Die lustige Witwe: Das Lied vom dummen Reiter”, με τους πρωταγωνιστές της πρώτης παρουσίασης του έργου, τη σοπράνο Mizzi Günther και τον τενόρο Louis Treumann, Βιέννη, 1906 (Gramophone 4171l – 2-44074).
– “Пѣснь о глупомъ всадникѣ”, Н. А. Аркадьевъ [Nikolay Bolshakov], Αγία Πετρούπουλη, 1906 (Zonophone 4913l – X-2-62124 και Gramophone 3-22533).
– “Dummer, dummer Reiter”, Philla Siegmann-Wolff, Βερολίνο, Αύγουστος 1906 (Odeon Vx 1821 – 52006).
– “La Viuda Alegre - Duo del Caballero”, Sofia Palacios – Ernesto Hervás, Μαδρίτη, 1907 (Odeon xS 1145 – 68270).
– “Dummer, dummer Reitersmann”, Gisela Noris – Carl Streitmann, Βιέννη, 17 Μαΐου 1907 (Favorite 2818-o – 1-29107).
– “The silly cavalier”, Elise Stevenson – Frank C. Stanley, Κάμντεν, Νιου Τζέρσεϊ, 11 Νοεμβρίου 1908 (Victor B-5066 – 5839 και 16146).
– “Ludi konjanik iz operete „Vesela udovica“”, Irma Pollak, Κροατία, πιθανόν στα τέλη της δεκαετίας του 1910 (Odeon xAg 82 – 35650).

Στην Ελλάδα, η οπερέτα, με τον τίτλο «Η εύθυμη χήρα», ανέβηκε το 1909 από τέσσερις θιάσους. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά από τον θίασο του Ευάγγελου Παντόπουλου και στη συνέχεια από τους θιάσους του Λεωνίδα Αρνιώτη, του Αντώνη Νίκα και του Γιάννη Παπαϊωάννου.

Παρτιτούρες (βλ. ενδεικτικά εδώ και εδώ) και το λιμπρέτο της οπερέτας (βλ. εδώ), σε διασκευή στα ελληνικά του Βασίλειου Βεκιαρέλλη, κυκλοφόρησαν την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα από τον οίκο Φέξη.

Δημιουργός (Συνθέτης):
Στιχουργός:
[Γερμανικοί λιμπρέτο-στίχοι: Léon Viktor, Stein Leo]
Ελληνικοί στίχοι: Άγνωστος
Τραγουδιστές:
Κοκκίνη Στέλλα
Χρονολογία ηχογράφησης:
06/1910
Τόπος ηχογράφησης:
Σμύρνη
Γλώσσα/ες:
Ελληνικά
Εκδότης:
Gramophone Concert Record
Αριθμός καταλόγου:
4-13844
Αριθμός μήτρας:
1625y
Διάρκεια:
2:30
Θέση τεκμηρίου:
Δισκοθήκη Αρχείου Κουνάδη
Φυσική περιγραφή:
Δίσκος 10'' (25 εκατοστών)
Προέλευση:
Αρχείο Κουνάδη
Αναγνωριστικό:
GramoCR_4_13844_Kavalaris_IEfthymosChira
Άδεια χρήσης:
cc
Παραπομπή:
Αρχείο Κουνάδη, "Καβαλάρης - Η εύθυμη χήρα", 2019, https://vmrebetiko.gr/item?id=5011

Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα δίκτυα μέσα στα οποία συμμετέχουν οι ελληνόφωνες μουσικές, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς τους, είναι μεγαλειώδη. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Κοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».

Η γεωγραφική θέση της Αυστρίας την καθιστά εκ φύσεως επίκεντρο των ευρωπαϊκών εξελίξεων, αλλά και σπουδαίο αγωγό για την διάχυση υλικών και άυλων προϊόντων από πάσα και προς πάσα κατεύθυνση. H γεωγραφία μιλάει από μόνη της: Η Αυτοκρατορία των Αψβούργων (Αυστρο-Ουγγρική Αυτοκρατορία μετά τον συμβιβασμό του 1867) γειτνίαζε με την Οθωμανική Αυτοκρατορία στο νότο. Αμφότερες διεκδικούσαν εδάφη της μετέπειτα Γιουγκοσλαβίας, και κυρίως αυτά της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης, τα οποία αφενός περιέχουν έναν αξιοσημείωτο μουσουλμανικό πληθυσμό και, αφετέρου, επικοινωνούν άμεσα με την ιστορική περιοχή της Μακεδονίας και το εκεί ελληνόφωνο στοιχείο. Η Βιέννη αποτέλεσε ένα μοναδικό χωνευτήρι πολιτισμών∙ οι τέχνες, με κυρίαρχη τη μουσική, γνώρισαν εκεί μια πρωτόγνωρη ακμή. Ένα ιδιαίτερο θεατρικό είδος, που αναπτύχθηκε από τον 13ο ακόμη αιώνα σε ποικίλες μορφές σε όλη την Ευρώπη, βρίσκεται στο επίκεντρο της βιενέζικης δημιουργίας: το Volkstheater, το λαϊκό θέατρο, που μετέχει σε μια μεγάλη παράδοση κωμικών παραστατικών τεχνών, στις οποίες δεσπόζει η μουσική. Μετά το 1850, με βάση τη σχετική φιλολογία, το είδος αυτό μετασχηματίζεται στην βιενέζικη οπερέτα, που γνωρίζει μία άνευ προηγουμένου δυναμική όσον αφορά την παραγωγή νέων έργων. Σύντομα, σε αυτό το δίκτυο θα εισέλθει και η δισκογραφία και μαζί με την ήδη ισχυρή πραγματικότητα των μουσικών εκδοτικών οίκων θα συμβάλουν στην μαζική διάχυση της βιενέζικης οπερέτας, τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική. Εκτός των άλλων, πρωταγωνιστικό στοιχείο των έργων αυτών είναι και το βαλς, το οποίο αποτελεί σήμα κατατεθέν της αυστριακής πρωτεύουσας – βασικό εξαγωγικό της πολιτιστικό προϊόν σε όλον τον κόσμο. Στην εξέλιξη αυτή, ο ρόλος που διαδραμάτισε η οικογένεια των Στράους ήταν καταλυτικός. Οι τάσεις αυτές καταφθάνουν και οικειοποιούνται από τον ελληνόφωνο κόσμο, ο οποίος τις ενσωματώνει στις δικές του συνθήκες. Σε κάθε περίπτωση, η διακίνηση μουσικών αποτελεί ήδη πραγματικότητα πριν τον 20ό αιώνα, με τις περιοδείες των θεατρικών και μουσικών παραστάσεων αλλά και με τα δίκτυα των μουσικών εκδοτικών οίκων. Η δισκογραφία όχι μόνο εισχωρεί σε αυτό το πλαίσιο, αλλά διαδραματίζει και καίριο ρόλο στον μετασχηματισμό του. Θα πρέπει, επίσης, να σημειωθεί πως σε ποικίλες περιπτώσεις, συχνά και λόγω της μεγάλης επιτυχίας που γνώρισαν τα τραγούδια διεθνώς, το δίκτυο που τελικά προκύπτει είναι εξαιρετικά σύνθετο και δεν αφορά μόνο τις ελληνο-αυστριακές σχέσεις.

Το τραγούδι «Καβαλάρης» προέρχεται από τη δεύτερη πράξη της τρίπρακτης οπερέτας “Die lustige Witwe” (Η εύθυμη χήρα), σε μουσική του Franz Lehár και λιμπρέτο των Viktor Léon και Leo Stein, το οποίο βασίζεται στην κωμωδία του Henri Meilhac "L’attaché d'ambassade" (1861). Πρόκειται για το Nr. 8 Duett (incipit  “Heia, Mädel, aufgeschaut”), γνωστό και ως "Lied vom dummen Reiter" (αγγλ.: "The silly cavalier", ελλ.: "Τραγούδι του ανόητου αναβάτη"), διασκευασμένο με ελληνικούς στίχους. Στην οπερέτα ερμηνεύεται από την πλούσια χήρα Hanna Glawari και τον κόμη Danilo Danilovitsch (για περισσότερα σχετικά με την οπερέτα, την πλοκή και το λιμπρέτο βλ. εδώ, εδώ, εδώ και εδώ).

Το έργο έκανε πρεμιέρα στο Theater an der Wien της Βιέννης στις 30 Δεκεμβρίου 1905, συμπληρώνοντας 483 παραστάσεις. Αποτέλεσε την πιο επιτυχημένη οπερέτα του συνθέτη και την πιο δημοφιλή οπερέτα όλων των εποχών. Διασκευάστηκε σε διάφορες γλώσσες και ανέβηκε αναρίθμητες φορές, με διάφορους τίτλους, σε θεατρικές σκηνές πόλεων της Ευρώπης, της Ασίας, της Αμερικής, της Αυστραλίας. Ενδεικτικά:

– Στις 3 Μαρτίου 1906 στο Neues Operetten-Theater του Αμβούργου και την 1η Μαΐου του ίδιου χρόνου στο Berliner Theater στο Βερολίνο.
– Στις 19 Σεπτεμβρίου 1906, ως “Веселая вдова”, στο Пассаже της Αγίας Πετρούπολης.
– Στις 27 Νοεμβρίου 1906, ως “Víg özvegy”, στο Magyar Színház της Βουδαπέστης.
– Στις 20 Φεβρουαρίου 1907, ως “Vesela udovica”, στο Hrvatsko Narodno Kazalište (Κροατικό Εθνικό Θέατρο) του Ζάγκρεμπ.
– Στις 27 Απριλίου 1907, ως “La vedova allegra”, στο Teatro Dal Verme του Μιλάνου.
– Στις 8 Ιουνίου 1907, ως “The Merry Widow”, στο Daly’s Theatre του Λονδίνου.
– Στις 21 Οκτωβρίου 1907, ως “The Merry Widow”, στο New Amsterdam Theater της Νέα Υόρκης (βλ. εδώ).
– Στις 16 Μαΐου 1908, ως “The Merry Widow”, στο Her Majesty’s Theatre της Μελβούρνης.
– Στις 13 Ιουνίου 1908, ως “La Viuda Alegre”, στο Teatro Granvía της Βαρκελόνης και στις 8 Φεβρουαρίου 1909 στο Teatro Price της Μαδρίτης.
– Στις 28 Απριλίου 1909, ως “La Veuve joyeuse”, στο Théâtre Apollo του Παρισιού.

Η παρτιτούρα (βλ. εδώ), το λιμπρέτο (βλ. εδώ) και το σπαρτίτο  (βλ. εδώ) κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Doblinger στη Βιέννη το 1906.

Ενδεικτικές της επιτυχίας της οπερέτας είναι και οι κινηματογραφικές μεταφορές της:

– “A víg özvegy”, ουγγρικής παραγωγής, 1919.
– “The Merry Widow”, αμερικανικής παραγωγής, 1925.
– “The Merry Widow”, αμερικανικής παραγωγής, 1934.
– “The Merry Widow”, αμερικανικής παραγωγής, 1952.
– “Die lustige Witwe”, αυστριακής-γαλλικής παραγωγής, 1962.

Το ντουέτο ηχογραφήθηκε σε διάφορες γλώσσες και περιοχές του πλανήτη, είτε με τη μορφή τραγουδιού, σε κάποιες περιπτώσεις από έναν μόνο ερμηνευτή, είτε σε ορχηστρική μορφή. Ενδεικτικά:

– “Die lustige Witwe: Das Lied vom dummen Reiter”, με τους πρωταγωνιστές της πρώτης παρουσίασης του έργου, τη σοπράνο Mizzi Günther και τον τενόρο Louis Treumann, Βιέννη, 1906 (Gramophone 4171l – 2-44074).
– “Пѣснь о глупомъ всадникѣ”, Н. А. Аркадьевъ [Nikolay Bolshakov], Αγία Πετρούπουλη, 1906 (Zonophone 4913l – X-2-62124 και Gramophone 3-22533).
– “Dummer, dummer Reiter”, Philla Siegmann-Wolff, Βερολίνο, Αύγουστος 1906 (Odeon Vx 1821 – 52006).
– “La Viuda Alegre - Duo del Caballero”, Sofia Palacios – Ernesto Hervás, Μαδρίτη, 1907 (Odeon xS 1145 – 68270).
– “Dummer, dummer Reitersmann”, Gisela Noris – Carl Streitmann, Βιέννη, 17 Μαΐου 1907 (Favorite 2818-o – 1-29107).
– “The silly cavalier”, Elise Stevenson – Frank C. Stanley, Κάμντεν, Νιου Τζέρσεϊ, 11 Νοεμβρίου 1908 (Victor B-5066 – 5839 και 16146).
– “Ludi konjanik iz operete „Vesela udovica“”, Irma Pollak, Κροατία, πιθανόν στα τέλη της δεκαετίας του 1910 (Odeon xAg 82 – 35650).

Στην Ελλάδα, η οπερέτα, με τον τίτλο «Η εύθυμη χήρα», ανέβηκε το 1909 από τέσσερις θιάσους. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά από τον θίασο του Ευάγγελου Παντόπουλου και στη συνέχεια από τους θιάσους του Λεωνίδα Αρνιώτη, του Αντώνη Νίκα και του Γιάννη Παπαϊωάννου.

Παρτιτούρες (βλ. ενδεικτικά εδώ και εδώ) και το λιμπρέτο της οπερέτας (βλ. εδώ), σε διασκευή στα ελληνικά του Βασίλειου Βεκιαρέλλη, κυκλοφόρησαν την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα από τον οίκο Φέξη.

Δημιουργός (Συνθέτης):
Στιχουργός:
[Γερμανικοί λιμπρέτο-στίχοι: Léon Viktor, Stein Leo]
Ελληνικοί στίχοι: Άγνωστος
Τραγουδιστές:
Κοκκίνη Στέλλα
Χρονολογία ηχογράφησης:
06/1910
Τόπος ηχογράφησης:
Σμύρνη
Γλώσσα/ες:
Ελληνικά
Εκδότης:
Gramophone Concert Record
Αριθμός καταλόγου:
4-13844
Αριθμός μήτρας:
1625y
Διάρκεια:
2:30
Θέση τεκμηρίου:
Δισκοθήκη Αρχείου Κουνάδη
Φυσική περιγραφή:
Δίσκος 10'' (25 εκατοστών)
Προέλευση:
Αρχείο Κουνάδη
Αναγνωριστικό:
GramoCR_4_13844_Kavalaris_IEfthymosChira
Άδεια χρήσης:
cc
Παραπομπή:
Αρχείο Κουνάδη, "Καβαλάρης - Η εύθυμη χήρα", 2019, https://vmrebetiko.gr/item?id=5011

Σχετικά τεκμήρια

Δείτε επίσης