Την δεκαετία του 1860, όταν ξεσπάει ο Αμερικανικός Εμφύλιος με βασικό διακύβευμα το ρατσιστικό δουλεμπόριο, η Βόρεια Αμερική έχει ήδη μετατραπεί σε ένα άνευ προηγουμένου πολιτισμικό χωνευτήρι. Ούτως ή άλλως, η μετακίνηση πληθυσμών προς τον «Νέο Κόσμο» (άλλοτε βίαια και άλλοτε εκούσια) και ο πολυεθνικός εποικισμός και αποικισμός αποτελεί μια σταθερά που ξεκινά από τον 16ο αιώνα και καθορίζει την ιστορία της ηπείρου. Επί της ουσίας, η προεδρική πλέον μετά τον Εμφύλιο συνομοσπονδία πολιτειών, οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, αποτελεί μικρογραφία της Υφηλίου: μία «επιτυχημένη Βαβέλ». Όπως είναι φυσικό, ένας ανεπανάληπτος συγκρητισμός κυριαρχεί και στην μουσική πραγματικότητα. Η γένεση, δε, της δισκογραφίας οικοδομεί μια συνθήκη που ευνοεί τις συνομιλίες και τις ωσμώσεις μεταξύ των αναρίθμητων εθνοπολιτισμικών ομάδων που συνθέτουν τον πληθυσμό. Οι διεργασίες αυτές θα οδηγήσουν στην ανανοηματοδότηση, επικαιροποίηση και ανανέωση παλαιών μουσικών τάσεων που φθάνουν στις Ηνωμένες Πολιτείες και, ταυτόχρονα, στην εξαγωγή τους εκ νέου προς τους «παλαιούς κόσμους», συστήνοντας με αυτόν τον τρόπο ένα μοναδικά πολυεπίπεδο δίκτυο. Το μνημειώδες, πλέον, πολύτομο έργο του Richard Spottswood, με τίτλο “Ethnic Music on Records”, αντικατοπτρίζει με γλαφυρό τρόπο την εξαιρετικά μεγάλη δισκογραφική παραγωγή των ΗΠΑ. Συχνά, η «σύγκλιση» των γεωγραφικών συντεταγμένων συνοδεύεται από μια ακόμα σύγκλιση, που αφορά εσωτερικές πολιτισμικές «συντεταγμένες». Πρόκειται για τα πεδία του λόγιου και του λαϊκού, που μπαίνουν σε δημιουργικό διάλογο με ποικίλους τρόπους, και συχνά συστήνουν ενδιάμεσους ή/και νέους «τόπους». Η συμβολή των βιαίως μεταφερμένων σκλάβων από την αφρικανική ήπειρο στα μουσικά τεκταινόμενα της Αμερικής, και δη ο ρόλος τους στην διαμόρφωση των ειδών που σήμερα λογίζονται ως «εθνική μουσική των ΗΠΑ», υπήρξε περισσότερο από κρίσιμη. Folk, country, bluegrass, gospel, blues, soul, jazz, fox trot, rock ‘n roll, charleston, minstrel show, αλλά και συμφωνική μουσική, βαλς, ταγκό, μουσική για τον κινηματογράφο, ιταλόφωνα, ρωσόφωνα, ελληνόφωνα, εβραιόφωνα, ισπανόφωνα και άλλα ιδιώματα ηχογραφούνται και κατακλύζουν την παγκόσμια δισκογραφική αγορά. Σε αυτό το ατελείωτο σώμα ηχογραφήσεων, συναντάμε περιπτώσεις όπου ελληνόφωνοι μουσικοί διασκευάζουν αμερικανικά τραγούδια. Η οικειοποίηση αυτή είναι διττή: αφορά αφενός τον στίχο ο οποίος πλέον είναι ελληνικός (συχνά, μάλιστα, δεν έχει καμία σχέση με τον πρωτότυπο), αλλά, αφετέρου, και τις πρακτικές εκτέλεσης: διαφορετικό οργανολόγιο, διαφορετικό τραγουδιστικό ύφος, συχνά διαφοροποιήσεις στις μελωδικές και ρυθμικές φόρμες, και στις αρμονίες. Οι Έλληνες μουσικοί προσαρμόζουν αυτό που ακούν στη δική τους συνθήκη και αισθητική, με βάση τις δικές τους δυνατότητες και ανάγκες.
Η εν λόγω ηχογράφηση περιλαμβάνει διασκευή με ελληνικούς στίχους του αμερικανικού τραγουδιού "My blue heaven" σε μουσική του Walter Donaldson και στίχους του George Α. Whiting.
Συμπεριλήφθηκε στη δίπρακτη επιθεώρηση "Ziegfeld Follies of 1927" που ανέβηκε για πρώτη φορά στο New Amsterdam Theatre της Νέας Υόρκης στις 16 Αυγούστου 1927.
Το τραγούδι γνώρισε διεθνή επιτυχία, ηχογραφήθηκε και διασκευάστηκε πολλές φορές στην ιστορική δισκογραφία με διάφορες μορφές και σε διάφορες περιοχές και γλώσσες. Ενδεικτικά:
- Paul Whiteman and His Orchestra, Νέα Υόρκη, 6 Ιουλίου 1927 (Victor BVE-39627 - 20828)
- The Melody Boys, Λονδίνο 20 Δεκεμβρίου 1927 (Homophone Hh 12272)
- "Mi cielo", José Bohr, Νέα Υόρκη, 20 Ιανουαρίου 1928 (Victor BVE-41565 - 80605)
- "My blue heaven (Meu Céu Azul)", Francisco Alves, Βραζιλία, Οκτώβριος 1928 (Parlophon 2094 - 12874-a)
- Robert Burnier, Παρίσι 19 Οκτωβρίου 1928 (HMV BV 145-1 - 2-232935/K5521)
- "Mein blauer Himmel", Comedian Harmonists, Βερολίνο 6 Νοεμβρίου 1928 (Odeon Be 7570-2 - O-2737 a)
- "Голубой гаваец", David Mevdedovsky, Λένινγκραντ 1937 (LEF 588 -588)
- "Svend Asmussens Kvintet, Κοπεγχάγη, 1940 (Odeon kpo 3517 - A 160631b D 404)
- "Cielo", I maestri del ritmo, Μιλάνο 1942 (Odeon Mo 9789 - P. 529)
Αξιοσημείωτη είναι η παρουσία του τραγουδιού και στον αμερικανικό κυρίως κινηματογράφο. Μέχρι στιγμής έχει εντοπιστεί στο soundtrack περισσοτέρων από δέκα ταινιών, με παλαιότερη το "The Last Mile" (1932) και πιο πρόσφατη τo ολλανδικό φιλμ "Antonia" (1995).
Σύμφωνα με τα ως τώρα συλλεχθέντα στοιχεία, η παρούσα ηχογράφηση αποτελεί τη μοναδική καταγραφή του τραγουδιού στην ελληνικού ενδιαφέροντος ιστορική δισκογραφία.
Έρευνα και κείμενο: Λεονάρδος Κουνάδης και Νίκος Ορδουλίδης
Την δεκαετία του 1860, όταν ξεσπάει ο Αμερικανικός Εμφύλιος με βασικό διακύβευμα το ρατσιστικό δουλεμπόριο, η Βόρεια Αμερική έχει ήδη μετατραπεί σε ένα άνευ προηγουμένου πολιτισμικό χωνευτήρι. Ούτως ή άλλως, η μετακίνηση πληθυσμών προς τον «Νέο Κόσμο» (άλλοτε βίαια και άλλοτε εκούσια) και ο πολυεθνικός εποικισμός και αποικισμός αποτελεί μια σταθερά που ξεκινά από τον 16ο αιώνα και καθορίζει την ιστορία της ηπείρου. Επί της ουσίας, η προεδρική πλέον μετά τον Εμφύλιο συνομοσπονδία πολιτειών, οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, αποτελεί μικρογραφία της Υφηλίου: μία «επιτυχημένη Βαβέλ». Όπως είναι φυσικό, ένας ανεπανάληπτος συγκρητισμός κυριαρχεί και στην μουσική πραγματικότητα. Η γένεση, δε, της δισκογραφίας οικοδομεί μια συνθήκη που ευνοεί τις συνομιλίες και τις ωσμώσεις μεταξύ των αναρίθμητων εθνοπολιτισμικών ομάδων που συνθέτουν τον πληθυσμό. Οι διεργασίες αυτές θα οδηγήσουν στην ανανοηματοδότηση, επικαιροποίηση και ανανέωση παλαιών μουσικών τάσεων που φθάνουν στις Ηνωμένες Πολιτείες και, ταυτόχρονα, στην εξαγωγή τους εκ νέου προς τους «παλαιούς κόσμους», συστήνοντας με αυτόν τον τρόπο ένα μοναδικά πολυεπίπεδο δίκτυο. Το μνημειώδες, πλέον, πολύτομο έργο του Richard Spottswood, με τίτλο “Ethnic Music on Records”, αντικατοπτρίζει με γλαφυρό τρόπο την εξαιρετικά μεγάλη δισκογραφική παραγωγή των ΗΠΑ. Συχνά, η «σύγκλιση» των γεωγραφικών συντεταγμένων συνοδεύεται από μια ακόμα σύγκλιση, που αφορά εσωτερικές πολιτισμικές «συντεταγμένες». Πρόκειται για τα πεδία του λόγιου και του λαϊκού, που μπαίνουν σε δημιουργικό διάλογο με ποικίλους τρόπους, και συχνά συστήνουν ενδιάμεσους ή/και νέους «τόπους». Η συμβολή των βιαίως μεταφερμένων σκλάβων από την αφρικανική ήπειρο στα μουσικά τεκταινόμενα της Αμερικής, και δη ο ρόλος τους στην διαμόρφωση των ειδών που σήμερα λογίζονται ως «εθνική μουσική των ΗΠΑ», υπήρξε περισσότερο από κρίσιμη. Folk, country, bluegrass, gospel, blues, soul, jazz, fox trot, rock ‘n roll, charleston, minstrel show, αλλά και συμφωνική μουσική, βαλς, ταγκό, μουσική για τον κινηματογράφο, ιταλόφωνα, ρωσόφωνα, ελληνόφωνα, εβραιόφωνα, ισπανόφωνα και άλλα ιδιώματα ηχογραφούνται και κατακλύζουν την παγκόσμια δισκογραφική αγορά. Σε αυτό το ατελείωτο σώμα ηχογραφήσεων, συναντάμε περιπτώσεις όπου ελληνόφωνοι μουσικοί διασκευάζουν αμερικανικά τραγούδια. Η οικειοποίηση αυτή είναι διττή: αφορά αφενός τον στίχο ο οποίος πλέον είναι ελληνικός (συχνά, μάλιστα, δεν έχει καμία σχέση με τον πρωτότυπο), αλλά, αφετέρου, και τις πρακτικές εκτέλεσης: διαφορετικό οργανολόγιο, διαφορετικό τραγουδιστικό ύφος, συχνά διαφοροποιήσεις στις μελωδικές και ρυθμικές φόρμες, και στις αρμονίες. Οι Έλληνες μουσικοί προσαρμόζουν αυτό που ακούν στη δική τους συνθήκη και αισθητική, με βάση τις δικές τους δυνατότητες και ανάγκες.
Η εν λόγω ηχογράφηση περιλαμβάνει διασκευή με ελληνικούς στίχους του αμερικανικού τραγουδιού "My blue heaven" σε μουσική του Walter Donaldson και στίχους του George Α. Whiting.
Συμπεριλήφθηκε στη δίπρακτη επιθεώρηση "Ziegfeld Follies of 1927" που ανέβηκε για πρώτη φορά στο New Amsterdam Theatre της Νέας Υόρκης στις 16 Αυγούστου 1927.
Το τραγούδι γνώρισε διεθνή επιτυχία, ηχογραφήθηκε και διασκευάστηκε πολλές φορές στην ιστορική δισκογραφία με διάφορες μορφές και σε διάφορες περιοχές και γλώσσες. Ενδεικτικά:
- Paul Whiteman and His Orchestra, Νέα Υόρκη, 6 Ιουλίου 1927 (Victor BVE-39627 - 20828)
- The Melody Boys, Λονδίνο 20 Δεκεμβρίου 1927 (Homophone Hh 12272)
- "Mi cielo", José Bohr, Νέα Υόρκη, 20 Ιανουαρίου 1928 (Victor BVE-41565 - 80605)
- "My blue heaven (Meu Céu Azul)", Francisco Alves, Βραζιλία, Οκτώβριος 1928 (Parlophon 2094 - 12874-a)
- Robert Burnier, Παρίσι 19 Οκτωβρίου 1928 (HMV BV 145-1 - 2-232935/K5521)
- "Mein blauer Himmel", Comedian Harmonists, Βερολίνο 6 Νοεμβρίου 1928 (Odeon Be 7570-2 - O-2737 a)
- "Голубой гаваец", David Mevdedovsky, Λένινγκραντ 1937 (LEF 588 -588)
- "Svend Asmussens Kvintet, Κοπεγχάγη, 1940 (Odeon kpo 3517 - A 160631b D 404)
- "Cielo", I maestri del ritmo, Μιλάνο 1942 (Odeon Mo 9789 - P. 529)
Αξιοσημείωτη είναι η παρουσία του τραγουδιού και στον αμερικανικό κυρίως κινηματογράφο. Μέχρι στιγμής έχει εντοπιστεί στο soundtrack περισσοτέρων από δέκα ταινιών, με παλαιότερη το "The Last Mile" (1932) και πιο πρόσφατη τo ολλανδικό φιλμ "Antonia" (1995).
Σύμφωνα με τα ως τώρα συλλεχθέντα στοιχεία, η παρούσα ηχογράφηση αποτελεί τη μοναδική καταγραφή του τραγουδιού στην ελληνικού ενδιαφέροντος ιστορική δισκογραφία.
Έρευνα και κείμενο: Λεονάρδος Κουνάδης και Νίκος Ορδουλίδης
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ