Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα δίκτυα μέσα στα οποία συμμετέχουν οι ελληνόφωνες μουσικές, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς τους, είναι μεγαλειώδη. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Kοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».
Όπως είναι φυσικό, στα μεγάλα αστικά κέντρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας γύρω από την Μεσόγειο θάλασσα, οι «συνομιλίες» των ελληνόφωνων με τους συνενοίκους τους τουρκόφωνους μουσουλμάνους, καθολικούς ελληνόφωνους, Αρμένηδες, σεφαραδίτες και ασκενάζι Εβραίους, προτεστάντες λεβαντίνους, Ευρωπαίους και Αμερικάνους, υπήρξαν περισσότερο από έντονες. Πολύ συχνά, το εύρος αυτού του δικτύου εκτείνεται στα Βαλκάνια, στην Ανατολική και σε τμήμα ακόμη και της Κεντρικής Ευρώπης. Ιδίως όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ ορθόδοξων και μουσουλμάνων, τα σχετικά τεκμήρια καταδεικνύουν τις μεταξύ τους μουσικές ανταλλαγές και αποσαφηνίζουν μια οικουμένη όπου όλοι συνεισφέρουν στο μεγάλο μουσικό «χωνευτήρι» και όλοι μπορούν να αντλήσουν από αυτό. Και να το επανακαταθέσουν, σε νέα μορφή, με αναδιαμορφωμένο το κείμενό του και το νόημά του, με άλλοτε σαφείς και άλλοτε θολές παραπομπές στο προ-κείμενό του. Μέχρι να το ανασύρει ξανά κάποιος άλλος, μέσα από το «χωνευτήρι», ώστε να γίνεται ξεκάθαρο πως, στην αναδημιουργική και δυναμική αυτή διαδικασία όπου η ρευστότητα κυριαρχεί, τέλος δεν θα υπάρξει. Μια περίπτωση που προέρχεται από τέτοιου τύπου ρεπερτόρια είναι και η ηχογράφηση "Chanakale".
Για κάποιον ή κάποια που επιθυμεί να μελετήσει σε βάθος το τραγούδι θα πρέπει να ανατρέξει στο βιβλίο του Eray Cömert Çanakkale türküsü - Melodik Varyantlar Üzerine Analitik Bir İnceleme [Çanakkale türküsü - Μια αναλυτική μελέτη για τις μελωδικές παραλλαγές] (İstanbul Teknik Üniversitesi - Türk Musikisi Devlet Konservatuarı Yayınları, İstanbul, 2015). Bασίζεται στη διδακτορική του διατριβή “Kültürlerarası etkileşim sürecinde tarihî kimliği ile Çanakkale Türküsü ve varyantları üzerine analitik bir bakış” [Μια αναλυτική θεώρηση του λαϊκού τραγουδιού "Τσανάκαλε" και των παραλλαγών του βάσει της ιστορικής του ταυτότητας κατά τη διαδικασία της διαπολιτισμικής αλληλεπίδρασης] (İstanbul Teknik Üniversitesi, 2011).
Το τραγούδι αναφέρεται στην εκστρατεία της Καλλίπολης, γνωστή και ως εκστρατεία των Δαρδανελίων ή μάχη του Τσανάκαλε (Çanakkale στην τουρκική γλώσσα, σημαίνει «Δαρδανέλλια»), που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μεταξύ 25 Απριλίου 1915 και 9 Ιανουαρίου 1916. Η εκστρατεία αυτή των δυνάμεων της Entente, με στόχο την κατάληψη των στρατηγικής σημασίας στενών των Δαρδανελίων, που τελούσαν υπό τον έλεγχο των Κεντρικών Δυνάμεων, και την εξασφάλιση θαλάσσιας διόδου με τη Ρωσία, εξελίχθηκε σε πανωλεθρία και αποτέλεσε μία από τις σημαντικότερες νίκες των Οθωμανών κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Όπως αναφέρει στην έρευνα του o Eray Cömert, είναι πιθανόν το τραγούδι του Τσανάκαλε να υπήρξε δημοφιλές το 1914, πριν ξεκινήσει ο πόλεμος, ως ύμνος που τραγουδούσαν οι στρατιώτες παρελαύνοντας στους δρόμους του Τσανάκαλε, ενώ παραμένει ανοιχτό το ζήτημα της πατρότητάς του.
Η παλιότερη μουσικο-στιχουργική καταγραφή του τραγουδιού, η οποία έχει τίτλο “Çanak Kal’a Marşi” και ως συνθέτης αναφέρεται ο Kemanî Kevser Hanım, δημοσιεύτηκε στο 13ο τεύχος της σειράς εκδόσεων Risale-i Musikiyye / Musiki Gazetesi γύρω στα 1915-1916 από τον Şamli Selim. Τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν και άλλες μουσικές ή/και στιχουργικές καταγραφές (όπως το 1919 από τον Karl Hadank, το 1923 από τον Willi Heffening, κ.ά.) που εκδόθηκαν σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές, με τους τίτλους όπως Çanakkale Türküsü και Çanakkale İçinde και ποικίλες μελωδικές και στιχουργικές παραλλαγές και διαφοροποιήσεις (δες ενδεικτικά εδώ).
Η παλαιότερη μέχρι στιγμής ηχογράφηση στην τουρκική γλώσσα είναι αυτή που πραγματοποίησε η Μαρίκα Παπαγκίκα το 1923 στη Νέα Υόρκη με τίτλο "Chanakale" (Columbia 59818 - E 5283, παρούσα ηχογράφηση). Η εισαγωγή που εκτελείται παραπέμπει στην εισαγωγή του τραγουδιού «Θαλασσάκι». Το ίδιο συμβαίνει και με την εκτέλεση του Γκαντίνη (βλ. παρακάτω). Πρόκειται για ένα από τα πέντε τραγούδια που ηχογράφησε η Παπαγκίκα στην τουρκική γλώσσα. Τα άλλα τέσσερα είναι: το "Ne Itsoun Saidin", το "Ben Yiarimi Giordoum", το "Kioutsouk Hanoum" και το "Sinanai".
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στην ετικέτα του παραπάνω δίσκου το τραγούδι χαρακτηρίζεται ως “kanto”. Θεωρείται, δηλαδή, ως μέρος του ρεπερτορίου των kantolar, ένας όρος που φαίνεται να πρωτοχρησιμοποιείται από τους τουρκόφωνους μουσουλμάνους, κυρίως των μεγάλων αστικών κέντρων και ειδικά της Κωνσταντινούπολης, από την εποχή που ιταλικοί θίασοι έδιναν παραστάσεις εκεί. Αν και αρχικά τα kantolar ήταν συνδεδεμένα μόνο με την θεατρική μουσική, σύντομα αυτονομήθηκαν, οπότε και με τον όρο “kanto” (ενικός του kantolar) πλέον περιγράφονταν οποιεσδήποτε λαϊκές και ελαφρές κοσμικές τραγουδιστικές φόρμες (βλ. Pennanen, 2004: 9, O'Connel, 2006: 276, Beşiroğlu & Girgin, 2018: 49).
Σημειώνουμε ότι στους δισκογραφικούς καταλόγους έχουν εντοπιστεί και άλλες ηχογραφήσεις οι οποίες πιθανόν να σχετίζονται με το εν λόγω τραγούδι και ενδεχομένως κάποια από αυτές να είναι προγενέστερη της εκτέλεσης της Παπαγκίκα. Για καμία, όμως, δεν έχει βρεθεί μέχρι στιγμής ηχητικό υλικό:
- "Çanakkale / Türkü", Hanende İbrahim Efendi ve Rıza Bey (Orfeon 12571 – 286).
- "Ben Bu Tefi Çalamam / Çanakkale Türküsü", Nezihe Hanim (Sahibinin Sesi AX 1154).
- "Alim Alim / Çanakkale Türküsü", Nezihe Hanim (Sahibinin Sesi AX 1154).
Τέλος, στη δισκογραφία τουρκικού ενδιαφέροντος των 78 στροφών σημειώνουμε την ηχογράφηση "Çanakkale" που πραγματοποίησε το 1953-1954 στην Κωνσταντινούπολη o Αρμένιος Bogos Kirecciyan (Պօղոս Քիրէջճեան) με τους Şükrü Tunar (κλαρίνο), Udi Hrant Kenkulian (ούτι), Ahmet Yatman (κανονάκι), H. Tatliyay (βιολί), Ali Kocadinc (νταραμπούκα) για την Balkan (Balkan 4018-A).
Στην ελληνική ιστορική δισκογραφία ο σκοπός ηχογραφήθηκε με διάφορους τίτλους στην Αθήνα και τη Νέα Υόρκη. Στις ετικέτες των τριών ηχογραφήσεων με το όνομα «Κατινάκι» στον τίτλο το τραγούδι αποδίδεται στον Κώστα Καρίπη:
- «Κατινάκι μου για σένα», Ρόζα Εσκενάζυ, Αθήνα, 1933 (Columbia W.G-611 - D.G. 447).
- «Κατινάκι», Ρίτα Αμπατζή, Αθήνα 1933 (Odeon Go 1943 - GA 1691).
- «Κατινάκι μου για σένα», Αντώνης Νταλγκάς, Αθήνα 1933-1934 (HMV OT-1456 - AO 2078).
- «Τσανάκαλε», Ορχήστρα Κώστα Γκαντίνη, Νέα Υόρκη, 22 Οκτωβρίου 1940 (Columbia CO 28952 - 7210-F).
- «Δώσε μου την ευχή σου», Αμαλία Βάκα, Νέα Υόρκη 1946 (Metropolitan 162-Β).
Ο σκοπός εμφανίζεται και στο ρουμανικού ενδιαφέροντος ρεπερτόριο που ηχογραφήθηκε στην Αμερική. Συγκεκριμένα στις 15 Αυγούστου 1939 ο Ρουμάνος βιολιστής Nicolas Matthey and his Oriental Orchestra ηχογραφεί το ορχηστρικό "Chanakali" (Decca 66101 - 3205B).
Τέλος, όσον αφορά την ιστορική δισκογραφία, ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει η ηχογράφηση "Chanakale" που πραγματοποιήθηκε στις ΗΠΑ το 1948-1949 από την Elo Kalkoff Orchestra για την Elinden Records. Ο κλαρινίστας Elo Kalkoff ή Elia Calcoff γεννήθηκε στο χωριό Visheny, τη σημερινή Βυσσινιά ή Βυσσινέα του Δήμου Καστοριάς, το 1891 και πέθανε το 1962 στο Fort Wayne της Ιντιάνα των ΗΠΑ (βλ. εδώ). Επίσης, στον ιστότοπο Библиотека "Струмски", όπου βρίσκονται αναρτημένες 14 ηχογραφήσεις της ορχήστρας του Elo Kalkoff, αναφέρεται ότι υπήρξε μέλος της MPO (Macedonian Patriotic Organization).
Επιπλέον, τον συγκεκριμένο μουσικό σκοπό τον συναντάμε σε σύγχρονες ηχογραφήσεις και σε άλλα ρεπερτόρια και περιοχές. Ενδεικτικά:
Ρεπερτόριο Βόρειας Μακεδονίας:
- "Ne placi majko, ne zalaj" (Не плачи мајко, не жали), Vaska Ilieva.
- "Ne plači majko, ne nalaj" (Не плачи мајко, не жали), Orce Stevkovski.
Αλβανικό ρεπερτόριο:
- "Çanakala mrena", Trio of ethnic instruments from the village of Zur.
- "Çanakala mrena u nisa prej Stambollit", Hashim Shala (Hašim Šalja, Vërboc, Κόσοβο, 1936 - Πρίστινα, Κόσοβο, 2018).
- "Çanakkale", Salih Bajram-Krasniqi (Vlaški Drenovac, Mališevo, Prekoruplje, Κόσοβο, 1912 - 1987).
Αρμενικό ρεπερτόριο:
- "Canakalle icinde", Chick Ganimian.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εκτέλεση της Gorani Arza Redzeplari "Hey vo Çanakkale se koptisa kiyamet". Οι Gorani ή Goranci αποτελούν μία ιδιαίτερη μουσουλμανική εθνο-θρησκευτικο-γλωσσική ομάδα - μειονότητα σλαβικής καταγωγής, που κατοικεί στην περιοχή Gora, η οποία βρίσκεται μεταξύ Κοσσυφοπεδίου, Αλβανίας και Βόρειας Μακεδονίας. Μιλούν τη διάλεκτο Goranski, η οποία αποτελεί τμήμα της τορλακικής διάλεκτου της νότιας Σερβίας (για τους Gorani βλ. εδώ και εδώ). Σύμφωνα με τον Eray Cömert, στην εκστρατεία της Καλλίπολης συμμετείχαν και Γκοράνοι με τα τάγματα που ήρθαν από το Κόσοβο. Όσοι κατάφεραν να επιστρέψουν μετέφεραν το τραγούδι του Τσανάκαλε στην περιοχή τους.
Στην Αμερική, όπου πραγματοποιήθηκε η παρούσα ηχογράφηση, τα «εθνικά» ρεπερτόρια ζουν μια νέα, παράλληλη ζωή. Αυτή η κατάσταση δεν είναι στατική και, εν πολλοίς, οικοδομείται από την δισκογραφία, η οποία μεριμνά και «κουρδίζει» τις επάλληλες σχέσεις που έχουν αναπτυχθεί ήδη στον παλαιό κόσμο. Τα ρεπερτόρια επικοινωνούν ξανά μεταξύ τους, μια γνώριμη και ήδη δυναμική συνθήκη στην Ευρώπη. Η διακίνηση μουσικών αποτελούσε ήδη πραγματικότητα πριν τον 20ό αιώνα, με τις περιοδείες των θεατρικών και μουσικών παραστάσεων αλλά και με τα δίκτυα των μουσικών εκδοτικών οίκων. Η δισκογραφία όχι μόνο ενσωματώνεται σε αυτό το πλαίσιο, αλλά παίζει καίριο ρόλο στον μετασχηματισμό του. Αυτή τη φορά το δίκτυο ρυθμίζεται προγραμματιστικά, υπό νέους όρους και διά μέσω νέων ατραπών.
Έρευνα και κείμενο: Λεονάρδος Κουνάδης και Νίκος Ορδουλίδης
Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα δίκτυα μέσα στα οποία συμμετέχουν οι ελληνόφωνες μουσικές, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς τους, είναι μεγαλειώδη. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Kοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».
Όπως είναι φυσικό, στα μεγάλα αστικά κέντρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας γύρω από την Μεσόγειο θάλασσα, οι «συνομιλίες» των ελληνόφωνων με τους συνενοίκους τους τουρκόφωνους μουσουλμάνους, καθολικούς ελληνόφωνους, Αρμένηδες, σεφαραδίτες και ασκενάζι Εβραίους, προτεστάντες λεβαντίνους, Ευρωπαίους και Αμερικάνους, υπήρξαν περισσότερο από έντονες. Πολύ συχνά, το εύρος αυτού του δικτύου εκτείνεται στα Βαλκάνια, στην Ανατολική και σε τμήμα ακόμη και της Κεντρικής Ευρώπης. Ιδίως όσον αφορά τις σχέσεις μεταξύ ορθόδοξων και μουσουλμάνων, τα σχετικά τεκμήρια καταδεικνύουν τις μεταξύ τους μουσικές ανταλλαγές και αποσαφηνίζουν μια οικουμένη όπου όλοι συνεισφέρουν στο μεγάλο μουσικό «χωνευτήρι» και όλοι μπορούν να αντλήσουν από αυτό. Και να το επανακαταθέσουν, σε νέα μορφή, με αναδιαμορφωμένο το κείμενό του και το νόημά του, με άλλοτε σαφείς και άλλοτε θολές παραπομπές στο προ-κείμενό του. Μέχρι να το ανασύρει ξανά κάποιος άλλος, μέσα από το «χωνευτήρι», ώστε να γίνεται ξεκάθαρο πως, στην αναδημιουργική και δυναμική αυτή διαδικασία όπου η ρευστότητα κυριαρχεί, τέλος δεν θα υπάρξει. Μια περίπτωση που προέρχεται από τέτοιου τύπου ρεπερτόρια είναι και η ηχογράφηση "Chanakale".
Για κάποιον ή κάποια που επιθυμεί να μελετήσει σε βάθος το τραγούδι θα πρέπει να ανατρέξει στο βιβλίο του Eray Cömert Çanakkale türküsü - Melodik Varyantlar Üzerine Analitik Bir İnceleme [Çanakkale türküsü - Μια αναλυτική μελέτη για τις μελωδικές παραλλαγές] (İstanbul Teknik Üniversitesi - Türk Musikisi Devlet Konservatuarı Yayınları, İstanbul, 2015). Bασίζεται στη διδακτορική του διατριβή “Kültürlerarası etkileşim sürecinde tarihî kimliği ile Çanakkale Türküsü ve varyantları üzerine analitik bir bakış” [Μια αναλυτική θεώρηση του λαϊκού τραγουδιού "Τσανάκαλε" και των παραλλαγών του βάσει της ιστορικής του ταυτότητας κατά τη διαδικασία της διαπολιτισμικής αλληλεπίδρασης] (İstanbul Teknik Üniversitesi, 2011).
Το τραγούδι αναφέρεται στην εκστρατεία της Καλλίπολης, γνωστή και ως εκστρατεία των Δαρδανελίων ή μάχη του Τσανάκαλε (Çanakkale στην τουρκική γλώσσα, σημαίνει «Δαρδανέλλια»), που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μεταξύ 25 Απριλίου 1915 και 9 Ιανουαρίου 1916. Η εκστρατεία αυτή των δυνάμεων της Entente, με στόχο την κατάληψη των στρατηγικής σημασίας στενών των Δαρδανελίων, που τελούσαν υπό τον έλεγχο των Κεντρικών Δυνάμεων, και την εξασφάλιση θαλάσσιας διόδου με τη Ρωσία, εξελίχθηκε σε πανωλεθρία και αποτέλεσε μία από τις σημαντικότερες νίκες των Οθωμανών κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Όπως αναφέρει στην έρευνα του o Eray Cömert, είναι πιθανόν το τραγούδι του Τσανάκαλε να υπήρξε δημοφιλές το 1914, πριν ξεκινήσει ο πόλεμος, ως ύμνος που τραγουδούσαν οι στρατιώτες παρελαύνοντας στους δρόμους του Τσανάκαλε, ενώ παραμένει ανοιχτό το ζήτημα της πατρότητάς του.
Η παλιότερη μουσικο-στιχουργική καταγραφή του τραγουδιού, η οποία έχει τίτλο “Çanak Kal’a Marşi” και ως συνθέτης αναφέρεται ο Kemanî Kevser Hanım, δημοσιεύτηκε στο 13ο τεύχος της σειράς εκδόσεων Risale-i Musikiyye / Musiki Gazetesi γύρω στα 1915-1916 από τον Şamli Selim. Τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν και άλλες μουσικές ή/και στιχουργικές καταγραφές (όπως το 1919 από τον Karl Hadank, το 1923 από τον Willi Heffening, κ.ά.) που εκδόθηκαν σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές, με τους τίτλους όπως Çanakkale Türküsü και Çanakkale İçinde και ποικίλες μελωδικές και στιχουργικές παραλλαγές και διαφοροποιήσεις (δες ενδεικτικά εδώ).
Η παλαιότερη μέχρι στιγμής ηχογράφηση στην τουρκική γλώσσα είναι αυτή που πραγματοποίησε η Μαρίκα Παπαγκίκα το 1923 στη Νέα Υόρκη με τίτλο "Chanakale" (Columbia 59818 - E 5283, παρούσα ηχογράφηση). Η εισαγωγή που εκτελείται παραπέμπει στην εισαγωγή του τραγουδιού «Θαλασσάκι». Το ίδιο συμβαίνει και με την εκτέλεση του Γκαντίνη (βλ. παρακάτω). Πρόκειται για ένα από τα πέντε τραγούδια που ηχογράφησε η Παπαγκίκα στην τουρκική γλώσσα. Τα άλλα τέσσερα είναι: το "Ne Itsoun Saidin", το "Ben Yiarimi Giordoum", το "Kioutsouk Hanoum" και το "Sinanai".
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι στην ετικέτα του παραπάνω δίσκου το τραγούδι χαρακτηρίζεται ως “kanto”. Θεωρείται, δηλαδή, ως μέρος του ρεπερτορίου των kantolar, ένας όρος που φαίνεται να πρωτοχρησιμοποιείται από τους τουρκόφωνους μουσουλμάνους, κυρίως των μεγάλων αστικών κέντρων και ειδικά της Κωνσταντινούπολης, από την εποχή που ιταλικοί θίασοι έδιναν παραστάσεις εκεί. Αν και αρχικά τα kantolar ήταν συνδεδεμένα μόνο με την θεατρική μουσική, σύντομα αυτονομήθηκαν, οπότε και με τον όρο “kanto” (ενικός του kantolar) πλέον περιγράφονταν οποιεσδήποτε λαϊκές και ελαφρές κοσμικές τραγουδιστικές φόρμες (βλ. Pennanen, 2004: 9, O'Connel, 2006: 276, Beşiroğlu & Girgin, 2018: 49).
Σημειώνουμε ότι στους δισκογραφικούς καταλόγους έχουν εντοπιστεί και άλλες ηχογραφήσεις οι οποίες πιθανόν να σχετίζονται με το εν λόγω τραγούδι και ενδεχομένως κάποια από αυτές να είναι προγενέστερη της εκτέλεσης της Παπαγκίκα. Για καμία, όμως, δεν έχει βρεθεί μέχρι στιγμής ηχητικό υλικό:
- "Çanakkale / Türkü", Hanende İbrahim Efendi ve Rıza Bey (Orfeon 12571 – 286).
- "Ben Bu Tefi Çalamam / Çanakkale Türküsü", Nezihe Hanim (Sahibinin Sesi AX 1154).
- "Alim Alim / Çanakkale Türküsü", Nezihe Hanim (Sahibinin Sesi AX 1154).
Τέλος, στη δισκογραφία τουρκικού ενδιαφέροντος των 78 στροφών σημειώνουμε την ηχογράφηση "Çanakkale" που πραγματοποίησε το 1953-1954 στην Κωνσταντινούπολη o Αρμένιος Bogos Kirecciyan (Պօղոս Քիրէջճեան) με τους Şükrü Tunar (κλαρίνο), Udi Hrant Kenkulian (ούτι), Ahmet Yatman (κανονάκι), H. Tatliyay (βιολί), Ali Kocadinc (νταραμπούκα) για την Balkan (Balkan 4018-A).
Στην ελληνική ιστορική δισκογραφία ο σκοπός ηχογραφήθηκε με διάφορους τίτλους στην Αθήνα και τη Νέα Υόρκη. Στις ετικέτες των τριών ηχογραφήσεων με το όνομα «Κατινάκι» στον τίτλο το τραγούδι αποδίδεται στον Κώστα Καρίπη:
- «Κατινάκι μου για σένα», Ρόζα Εσκενάζυ, Αθήνα, 1933 (Columbia W.G-611 - D.G. 447).
- «Κατινάκι», Ρίτα Αμπατζή, Αθήνα 1933 (Odeon Go 1943 - GA 1691).
- «Κατινάκι μου για σένα», Αντώνης Νταλγκάς, Αθήνα 1933-1934 (HMV OT-1456 - AO 2078).
- «Τσανάκαλε», Ορχήστρα Κώστα Γκαντίνη, Νέα Υόρκη, 22 Οκτωβρίου 1940 (Columbia CO 28952 - 7210-F).
- «Δώσε μου την ευχή σου», Αμαλία Βάκα, Νέα Υόρκη 1946 (Metropolitan 162-Β).
Ο σκοπός εμφανίζεται και στο ρουμανικού ενδιαφέροντος ρεπερτόριο που ηχογραφήθηκε στην Αμερική. Συγκεκριμένα στις 15 Αυγούστου 1939 ο Ρουμάνος βιολιστής Nicolas Matthey and his Oriental Orchestra ηχογραφεί το ορχηστρικό "Chanakali" (Decca 66101 - 3205B).
Τέλος, όσον αφορά την ιστορική δισκογραφία, ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει η ηχογράφηση "Chanakale" που πραγματοποιήθηκε στις ΗΠΑ το 1948-1949 από την Elo Kalkoff Orchestra για την Elinden Records. Ο κλαρινίστας Elo Kalkoff ή Elia Calcoff γεννήθηκε στο χωριό Visheny, τη σημερινή Βυσσινιά ή Βυσσινέα του Δήμου Καστοριάς, το 1891 και πέθανε το 1962 στο Fort Wayne της Ιντιάνα των ΗΠΑ (βλ. εδώ). Επίσης, στον ιστότοπο Библиотека "Струмски", όπου βρίσκονται αναρτημένες 14 ηχογραφήσεις της ορχήστρας του Elo Kalkoff, αναφέρεται ότι υπήρξε μέλος της MPO (Macedonian Patriotic Organization).
Επιπλέον, τον συγκεκριμένο μουσικό σκοπό τον συναντάμε σε σύγχρονες ηχογραφήσεις και σε άλλα ρεπερτόρια και περιοχές. Ενδεικτικά:
Ρεπερτόριο Βόρειας Μακεδονίας:
- "Ne placi majko, ne zalaj" (Не плачи мајко, не жали), Vaska Ilieva.
- "Ne plači majko, ne nalaj" (Не плачи мајко, не жали), Orce Stevkovski.
Αλβανικό ρεπερτόριο:
- "Çanakala mrena", Trio of ethnic instruments from the village of Zur.
- "Çanakala mrena u nisa prej Stambollit", Hashim Shala (Hašim Šalja, Vërboc, Κόσοβο, 1936 - Πρίστινα, Κόσοβο, 2018).
- "Çanakkale", Salih Bajram-Krasniqi (Vlaški Drenovac, Mališevo, Prekoruplje, Κόσοβο, 1912 - 1987).
Αρμενικό ρεπερτόριο:
- "Canakalle icinde", Chick Ganimian.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εκτέλεση της Gorani Arza Redzeplari "Hey vo Çanakkale se koptisa kiyamet". Οι Gorani ή Goranci αποτελούν μία ιδιαίτερη μουσουλμανική εθνο-θρησκευτικο-γλωσσική ομάδα - μειονότητα σλαβικής καταγωγής, που κατοικεί στην περιοχή Gora, η οποία βρίσκεται μεταξύ Κοσσυφοπεδίου, Αλβανίας και Βόρειας Μακεδονίας. Μιλούν τη διάλεκτο Goranski, η οποία αποτελεί τμήμα της τορλακικής διάλεκτου της νότιας Σερβίας (για τους Gorani βλ. εδώ και εδώ). Σύμφωνα με τον Eray Cömert, στην εκστρατεία της Καλλίπολης συμμετείχαν και Γκοράνοι με τα τάγματα που ήρθαν από το Κόσοβο. Όσοι κατάφεραν να επιστρέψουν μετέφεραν το τραγούδι του Τσανάκαλε στην περιοχή τους.
Στην Αμερική, όπου πραγματοποιήθηκε η παρούσα ηχογράφηση, τα «εθνικά» ρεπερτόρια ζουν μια νέα, παράλληλη ζωή. Αυτή η κατάσταση δεν είναι στατική και, εν πολλοίς, οικοδομείται από την δισκογραφία, η οποία μεριμνά και «κουρδίζει» τις επάλληλες σχέσεις που έχουν αναπτυχθεί ήδη στον παλαιό κόσμο. Τα ρεπερτόρια επικοινωνούν ξανά μεταξύ τους, μια γνώριμη και ήδη δυναμική συνθήκη στην Ευρώπη. Η διακίνηση μουσικών αποτελούσε ήδη πραγματικότητα πριν τον 20ό αιώνα, με τις περιοδείες των θεατρικών και μουσικών παραστάσεων αλλά και με τα δίκτυα των μουσικών εκδοτικών οίκων. Η δισκογραφία όχι μόνο ενσωματώνεται σε αυτό το πλαίσιο, αλλά παίζει καίριο ρόλο στον μετασχηματισμό του. Αυτή τη φορά το δίκτυο ρυθμίζεται προγραμματιστικά, υπό νέους όρους και διά μέσω νέων ατραπών.
Έρευνα και κείμενο: Λεονάρδος Κουνάδης και Νίκος Ορδουλίδης
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ