Ελάχιστα βιογραφικά στοιχεία είναι γνωστά για τον Γιώργο Καμβύση. Όπως προκύπτει από τη δισκογραφία των 78 στροφών υπήρξε στενός συνεργάτης του Πέτρου Κυριακού, μαζί με τον οποίο συνυπέγραφαν τα θεατρικά κείμενα, τους στίχους των τραγουδιών, και συχνά και τη μουσική. Ξεπερνούν, συμπεριλαμβανομένων των επανεκδόσεων και των επανεκτελέσεων, τις 100 οι ηχογραφήσεις που καταγράφουν επιθεωρησιακά νούμερα-τραγούδια, τα περισσότερα μαζί με τον Πέτρο Κυριακό, ενώ με διάφορες ιδιότητες (συνθέτης, στιχουργός, ερμηνευτής) εμφανίζεται σε 50 περίπου ηχογραφήσεις τραγουδιών, συνεργαζόμενος με τον Δημ. Σέμση, τον Π. Τούντα, τον Σπ. Περιστέρη, τον Ν. Χατζηαποστόλου, τη Ρ. Εσκενάζυ, τη Σ. Βέμπο, τον Γ. Παπαϊωάννου κ.ά.
Σύμφωνα με τον Αντώνη Χατζηαποστόλου, από το 1908 συνεργάσθηκε με το Μελόδραμα και έπαιξε στις όπερες "Οι Παλιάτσοι", "Λουτσία ντι Λαμερμούρ", "Τραβιάτα", "Φαβορίτα" κλπ. Ακολούθως μεταπήδησε στην οπερέτα, όπου έπαιζε επί σειρά ετών ως πρώτος τενόρος.
Σύμφωνα με τον Γιάννη Πρινέα, συνεργάστηκε με την οπερέτα Παπαϊωάννου, με την οποία θα εμφανιστεί το 1911 στο "Ανοιξιάτικο αεράκι", το 1913 στην οπερέτα της Ελένης Λαμπίρη "Αποκρηάτικο όνειρο", ενσαρκώνοντας τον ρόλο του Ευτύχιου, ή αλλιώς Νίκου, και το 1914 στον "Αρχιατσίγγανον" του E. Kalman στο ρόλο του Λάση, στους "Μπαγαπόντες" στο ρόλο του Ρούδη και στην "Εύα" ως Οκτάβιος Φλωμπέρ.
Με τον ίδιο θίασο, όπως αναφέρει ο Σύλβιος (Ανδρέας Παπαδόπουλος), συμμετέχει και σε παραστάσεις στο θέατρο "Sporting Club" της Σμύρνης.
Tο 1915 εμφανίζεται στην οπερέτα του Jean Gilbert "Βασίλισσα του Κινηματογράφου" στο θέατρο Πανελλήνιον και, όπως αναφέρουν οι Α. Χατζηαποστόλου και Διονύσιος Λαυράγκας, στις παραστάσεις της όπερας "Μάρτυς" του Σπύρου Σαμάρα. Τη δεκαετία του 1910 εντοπίζεται η συμμετοχή του σε τρία ακόμα έργα του συνθέτη: στις οπερέτες "Η πριγκίπισσα της Σάσσωνος" (1915), στο ρόλο του Καπετάν Βάγγου, και "Πόλεμος εν Πολέμω" (1915), και στην κωμική όπερα (ή οπερέτα κατ' άλλους) "Η Κρητικοπούλα" (1916), στο ρόλο του Παύλου. Στις 8.2.1916 θα λάβει μέρος στην οπερέτα "Fleurette" του Κλ. Τριανταφύλλου και την επόμενη χρονιά, 1917, εμφανίζεται στις οπερέτες: "Ερωτικά Γυμνάσια" ως Ντίνος Ντορές, αδήλωτος, στη "Μασκώτ", ως ο βοσκός Πίπος, και στη "Δούκισσα του Μπαλ Ταμπαρέν" ως Οκτάβιος.
Τον Νοέμβριο του 1925 θα εμφανιστεί στις παραστάσεις της όπερας "Περουζέ" και της οπερέτας "Ροζίτα", ως κόμης Δον Ντιέγο, ενώ το 1926 συμμετέχει σε περιοδεία του θιάσου Σαμαρτζή-Μηλιάδου στο Ηράκλειο της Κρήτης και το 1927 στην οπερέτα του Θ. Σακελλαρίδη "Το εξωφρενικό σπίτι".
Ανάμεσα στις ταυτοποιημένες επιθεωρήσεις στις οποίες έλαβε μέρος περιλαμβάνονται: "Μέσα όλοι", "Λοβιτούρα" (1929), "Ματσαράγκα" (1931), "Η σκανδαλιάρα" (1932), "Η κεραμίδα" (1933), "Η αλεπού" (1934), "Η νυχτερίδα" (1935), "Η μοντέρνα" (1936), "Ταξίδι στο Αλγέρι" (1936), "Οι τρεις σωματοφύλακες" (1939), "Βιολέτα" (1939).
Το 1930 είχε την εποπτεία των δυο ομιλουσών ταινιών μικρού μήκους της «Παγχριτόν-Φιλμ» με οπερατέρ-σκηνοθέτη τον Joseph Hepp. Στη μία εξ αυτών, την «Καμαριέρα και μανάβης» (κινηματογραφική μεταφορά του ομώνυμου νούμερου από την επιθεώρηση «Λοβιτούρα» του 1929), πρωταγωνιστούσε μαζί με τη Σοφία Βερώνη. (Για περισσότερα βλέπε http://protestainies.blogspot.com και το άρθρο "Η πρώτη προβολή ελληνικών φωνοταινιών", εφ. Η Πρωία, 25/09/1930, σ. 2).
Το 1933 το τραγούδι "Ο προδομένος" σε μουσική Ν. Χατζηαποστόλου και στίχους δικούς του βραβεύτηκε στον διαγωνισμό τραγουδιού της δισκογραφικής εταιρείας Columbia.
Σύμφωνα με τον Μανόλη Σειραγάκη: έπαιξε, επίσης, στις επιθεωρήσεις "Τζαζ μπαντ" (1928), "Ζούγκλα" (1935), "Κοκέτα" (1937), "Καπριτσιόζα" (1938), "Χρυσή βραδιά" (1938), "Σιλουέτα" (1938), "Η Αθήνα έχει κέφια" (1939). Το 1928 συνεργάζεται με τον θίασο Κοτοπούλη παίζοντας και στο δράμα "Γυμνή γυναίκα" ("La femme nue") του Henry Bataille. Επίσης διακρίθηκε στη μουσική κωμωδία "Το λαχείον 49830" (1933) των Δ. Γιαννουκάκη - Χ. Χαιρόπουλου. Νούμερά του με τον Πέτρο Κυριακό ακούγονται από τον ΡΣΑ με την έναρξή του το 1938 ("Το δικαστήριον των ζώων", εφ. Ελεύθερο Βήμα, 3/10/1938, σ. 2 και εφ. "Έθνος" 3/10/1938, σ. 6), ενώ το καλοκαίρι του 1941 δουλεύει στην Όαση Ζαππείου.
Ήταν μέλος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών.
Σύμφωνα με τις αφηγήσεις του Αλέκου Σακελλάριου στον Παναγιώτη Κουνάδη, σύζυγός του ήταν η Πέρσα Καμβύση, η οποία στη δεκαετία του 1930 διατηρούσε βεστιάριο-ατελιέ και είχε την επιμέλεια των κουστουμιών σε παραστάσεις, όπως φαίνεται και από την αναγραφή του ονόματός της σε θεατρικά προγράμματα.
Tags: Οπερέτα, Επιθεώρηση, Θέατρο, Όπερα, Επιθεώρηση και Ρεμπέτικο
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ