Περσεφόνη μου γλυκιά

Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα δίκτυα μέσα στα οποία συμμετέχουν οι ελληνόφωνες μουσικές, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς τους, είναι μεγαλειώδη. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Κοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».

Το 1938 ηχογραφείται η «Περσεφόνη», ένα τραγούδι ζωντανό και σήμερα στο ρεπερτόριο που εκτελείται στα κέντρα διασκέδασης (ο εικονιζόμενος δίσκος αποτελεί επανέκδοση στην Τουρκία του δίσκου DG 6377). Το τραγούδι φαίνεται ως σύνθεση του Παναγιώτη Τούντα και τραγουδήθηκε από τον Στράτο Παγιουμτζή. Την 1η Ιουνίου του 1961, το τραγούδι ηχογραφείται και πάλι, ως «Ξαναρχίζω τα παλιά μου» (δίσκος 45 στροφών, Philips PH 572 – ΑΑ 332 035-2  F 332 035 PF). Για ακόμη μία φορά το ερμηνεύει ο Παγιουμτζής, ο οποίος εμφανίζεται και ως συνθέτης του τραγουδιού, στην ετικέτα του δίσκου. Παρόλα αυτά, στο Γ΄ τεύχος του πολύτομου έργου του Λεύκωμα ελληνικής δισκογραφίας 45 στροφών, ο Βασίλης Χατζηαντωνίου καταχωρεί τον Στράτο Καμενίδη ως τον συνθέτη, αλλά και τον Γιώργο Ζαμπέτα ως αυτόν που παίζει μπουζούκι στην ηχογράφηση. Θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει την δεύτερη αυτή υλοποίηση ως συνέχεια της πρώτης (βλ. στο πεδίο Στίχοι), καθώς οι στίχοι του «Ξαναρχίζω τα παλιά μου» φαίνεται πως ακολουθούν την αρχική ιστορία:

Για χατίρι σου, κυρά μου, ξαναρχίζω τα παλιά μου
το ξενύχτι πάλι, το πιοτό και καντάδες σε παλιό σκοπό

Στα παλιά μου τα λημέρια θα γυρίζουμε παρέα
στα Ταμπούρια και στις Κοκκινιές, στον Πειραία και στις Τζιτζιφιές

Μια και ήρθες να ξυπνήσεις τις παλιές μου αναμνήσεις
θα γνωρίσεις χίλιες δυο βραδιές πώς γλεντάνε οι καλές καρδιές

Το 1972 το τραγούδι ηχογραφείται από τον Πρόδρομο Τσαουσάκη ως «Στου Τζελέπη», με μικροδιαφορές στους στίχους σε σχέση με την πρώτη εκτέλεση. Εμφανίζεται ως σύνθεση του Πρόδρομου Τσαουσάκη, ο οποίος τραγουδά μαζί με την Νίτσα Ζάννου (δίσκος 45 στροφών Margophone  PAS 09-A – PAS 09).

Ο μουσικός σκοπός, όμως, είναι παλαιότερος. Συγκεκριμένα, εμφανίζεται στην ρουμανόφωνη δισκογραφία, μάλλον από lăutari (τσιγγάνοι επαγγελματίες μουσικοί), τουλάχιστον από το 1905, όταν και ηχογραφείται στο Βουκουρέστι με τον τίτλο "La Cioplan la crucea inalta" από τον Padureanu και την Orchestra Alexandru Măţă (Gramophone 516r – 3-12594). Αλλά και λίγο αργότερα, τον Οκτώβρη του 1908 και πάλι στο Βουκουρέστι ("La Ciolpan la crucea inaltă", Gramophone 5422r – 6-12624) από τον Agop. Οι δύο αυτές ηχογραφήσεις δεν έχουν εντοπιστεί. Περίπου τον Νοέμβριο του 1916, o L. Aurescu ηχογραφεί στη Νέα Υόρκη το "Foe werde, foe lata" (Columbia 44770 – E3296). Με βάση την εταιρεία Electrecord, μάλλον το 1936, η ορχήστρα του Fănică Luca το ξαναηχογραφεί: "La Ciolpan la crucea 'naltă" (JB 122). Τον ίδιο κωδικό μήτρας, όμως, η βάση δεδομένων που προέκυψε από την έρευνα του Alan Kelly τον αντιστοιχεί στην ηχογράφηση με τίτλο "La Ciolpan la crucea 'naltă, Cântec popular", που πραγματοποιήθηκε από τον Sylvian Florin, στις 27 Ιουνίου του 1936 στο Βουκουρέστι. To 1940 το ηχογράφησε στο Βουκουρέστι με τον τίτλο "La Ciolpan la crucea-naltă" η Rodica Bujor με την ορχήστρα του Vasile Julea (Odeon 227 436).

Η παρτιτούρα του τραγουδιού με τον τίτλο "Foaie verde, foaie lată..." εκδόθηκε το 1910 στο Βουκουρέστι από τον Zane Dimitrescu.

Ο σκοπός πέρασε και στο ρεπερτόριο των Ασκενάζι Εβραίων. Ακολουθούν κάποιες από τις πιο ενδιαφέρουσες εκτελέσεις:
– Στις 5 Αυγούστου 1908 ο βιολιστής Josef Solinski (πιθανώς ψευδώνυμο του Oscar Zehngut) ηχογραφεί στη Βαρσοβία το "Orientalishe Motive I.Teil" (Favorite 5102o – 1-24056) και "Orientalische Motive, ΙΙ. Teil" (Favorite 5101o – 1-24057) στο οποίο περιλαμβάνεται ο εν λόγω σκοπός.
– Στις 6 Φεβρουαρίου του 1909, ο βιολιστής Oscar (Shayele) Zehngut, ηχογραφεί το ίδιο ποτ-πουρί, που καταλαμβάνει και τις δύο πλευρές του δίσκου, στην Βιέννη ή στο Βερολίνο με τίτλο "Orientalishe Motive", για τη Zonophone (Zonophone 536ab και 537ab – X-107926/7 και επανέκδοση Victor 63828). Στην ηχογράφηση με τίτλο "Orientalishe Motive, 2 Teil" o σκοπός που εκτελείται είναι αυτός που μας απασχολεί.
– Στις 4 Απριλίου 1913 η A. Elinkrig's Yidishe orchestra ηχογραφεί στη Νέα Υόρκη το "מחותּנים צום טיש" (Mekhutonim tsum tish) για την Columbia (Columbia 38758 – E 1394).
– Τον Δεκέμβριο του 1919 ή τον Ιανουάριο του 1920, ο Max Leibowitz, στο βιολί, με τη συνοδεία τσιμπάλου (Silver's Symbal), ηχογράφησε στη Νέα Υόρκη το "אריענטאלישע מעלאדיען" (Orientalishe Melodien), που περιλαμβάνεται στις δύο πλευρές του δίσκου. Στην πλευρά με τον τίτλο "(אריענטאלישע מעלאדיען (2 טע טהייל" (Orientalishe Melodien, Part 2) ακούγεται ο σκοπός (Emerson 4474-1 – 1343X).
– Στις 30 Απριλίου 1915 οι Wassili Melnikoff και Michael Dimitri ηχογραφούν στη Νέα Υόρκη το "דוינע ראָמאַנס" (Doina Romance) για τη Victor (B15974-1 – 67262)
– Τον Μάιο του 1920 ο Abe Schwartz, στο βιολί, μαζί με την κόρη του Sylvia Schwartz, στο πιάνο, ηχογραφούν (Columbia 86286 – E4825) στη Νέα Υόρκη το "אָריענטאַל האָרע" (Oriental hora), στο οποίο ο εν λόγω σκοπός συνδυάζεται με τον σκοπό του «Καροτσιέρη». Η ηχογράφηση κυκλοφόρησε και με τον τίτλο "Foaie verde, foaie lata hora" (Columbia 86286 – 31018-F). Εδώ εντύπωση προκαλεί η εκτέλεση του "Oriental" σκοπού ως αυτό που στην Yiddish/klezmer παράδοση ονομάζεται joc, όσον αφορά τις ρυθμικές του συγκροτήσεις. Σε πολύ μικρότερο βαθμό, παρόμοια αίσθηση δίνεται και στην προηγούμενη εκτέλεση-ηχογράφηση, αυτήν του 1919-1920 του Max Leibowitz. Ένα χρόνο αργότερα, τον Μάιο του 1921, οι Schwartz θα ξαναηχογραφήσουν στη Νέα Υόρκη τους δύο σκοπούς με τον τίτλο "אָריענטאַלישע האָרע" (Orιentalishe hore) για την Emerson (Emerson 41776-2 – 13172).

Είναι σημαντικό να σημειώσουμε την ταύτιση του σκοπού αυτού, στις τάξεις των Yiddish μουσικών, με το Orient, μολονότι απ' ό,τι φαίνεται είχαν επίγνωση της ρουμάνικης καταβολής του. Εκτός, λοιπόν, από την τροπική οντότητα που ακούει στο όνομα «χιτζάζ», εδώ κατανοούμε πως και η λεγόμενη «τσιγγάνικη κλίμακα» προκαλεί τις γνωστές εξωτικές νοοτροπίες (βλέπε την αίθουσα «Εξωτισμός στα ελληνόφωνα ρεπερτόρια»).

Όσον αφορά τις σύγχρονες εκτελέσεις σημειώνουμε την ηχογράφηση "La Ciolpani La Crucea-Nalta" την οποία πραγματοποίησε το 2003 το τσεχικό συγκρότημα Gothart (CD "Rakija'n'Roll", Black Point BP 0146-2) καθώς και την ηχογράφηση "La ciolpani" που πραγματοποίησε ο Ρομά μουσικός και πρώην ευρωβουλευτής των Ρουμάνων Σοσιαλδημοκρατών (Partidul Social Democrat) το 2023 στο Βουκουρέστι (CD "Meditații Lăutărești").

Η σημερινή περιοχή της Ρουμανίας, και ειδικά το ιστορικό τμήμα της Βλαχίας, ανέπτυξε ισχυρούς δεσμούς με τον ελληνόφωνο κόσμο, τουλάχιστον από την εποχή που ο Οθωμανός Σουλτάνος στην Κωνσταντινούπολη όρισε ως κυβερνήτες της Φαναριώτες ελληνόφωνους ορθόδοξους. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι οι ανδρικοί πληθυσμοί από τα ελληνόφωνα εδάφη, κυρίως από την Ήπειρο, μετανάστευσαν προς την περιοχή της Ρουμανίας. Αποτελέσματα αυτών των συνδέσεων είναι ορατά ακόμη και στα σημερινά ενεργά ρεπερτόρια, όπως για παράδειγμα στο Ζαγόρι. Στις δε αστικές λαϊκές πραγματώσεις, έτσι όπως αυτές εισήλθαν στην ελληνική δισκογραφία, αξιοσημείωτες είναι οι περιπτώσεις που καταδεικνύουν τις σχέσεις που αναπτύχθηκαν μεταξύ ντόινας, χόρας και σίρμπας με τα ελληνικά αντίστοιχα του σκάρου, χασάπικου και σέρβικου (βλέπε αναλυτικά το εξαιρετικά ενδιαφέρον κείμενο του Γιώργου Κοκκώνη, 2017b: 133-161). Οι ευρύτατες αυτές οντότητες απαντούν μαζικά, ακόμη και στα «γυρίσματα» των α λα γκρέκα μανέδων, στο τελευταίο δηλαδή τμήμα τους. Δεν είναι άλλωστε λίγες οι πηγές που ονοματίζουν τον διάσημο στην εποχή του βιολιστή Γιοβανίκα, ο οποίος γεννήθηκε στη Μυτιλήνη και έζησε για αρκετά χρόνια στο Γαλάτσι, ως τον μουσικό ο οποίος εδραίωσε το περιβόητο «Μινόρε» στη Σμύρνη. Επιπλέον, στα ρουμανικά εδάφη μαρτυρούνται και οι συναντήσεις μεταξύ των ελληνόφωνων ορθόδοξων με τους ανατολικούς ασκενάζι εβραίους. Τα προϊόντα αυτών των αλληλο-επιρροών είναι επίσης ορατά στην ιστορική δισκογραφία. Δεν θα πρέπει να λησμονούμε την γεωγραφική θέση της Ρουμανίας, καθώς αποτελεί κόμβο-κλειδί των διαδρομών που εκκινούν από την Βαλτική και φθάνουν στη Μεσόγειο, αλλά και από τα κεντρικά της Ευρώπης προς την Ρωσική Αυτοκρατορία. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, τα ρεπερτόρια αποεδαφικοποιούνται και αναμιγνύονται με άλλα, τα οποία προσλαμβάνουν πλέον υπερτοπικά χαρακτηριστικά. Οι μουσικοί βρίσκονται συχνά σε κίνηση μέσα σε πολυπολιτισμικές αυτοκρατορίες, υπηρετούν πολυποίκιλα ρεπερτόρια και προέρχονται από ετερογενείς εθνοπολιτισμικές ομάδες.

Έρευνα και κείμενο: Λεονάρδος Κουνάδης και Νίκος Ορδουλίδης

Δημιουργός (Συνθέτης):
Στιχουργός:
Τούντας Παναγιώτης
Τραγουδιστές:
Παγιουμτζής Στράτος
Ορχήστρα-Εκτελεστές:
Λαϊκή ορχήστρα
Χρονολογία ηχογράφησης:
1938
Τόπος ηχογράφησης:
Αθήνα
Γλώσσα/ες:
Ελληνικά
Χορός / Ρυθμός:
Χασάπικος
Εκδότης:
Columbia Τουρκίας
Αριθμός καταλόγου:
DT 127
Αριθμός μήτρας:
CG 1735
Διάρκεια:
3:20
Θέση τεκμηρίου:
Δισκοθήκη Αρχείου Κουνάδη
Φυσική περιγραφή:
Δίσκος 10'' (25 εκατοστών)
Προέλευση:
Αρχείο Κουνάδη
Αναγνωριστικό:
Col_DT127_PersefoniMouGlykia
Άδεια χρήσης:
cc
Παραπομπή:
Αρχείο Κουνάδη, "Περσεφόνη μου γλυκιά", 2019, https://vmrebetiko.gr/item?id=9705
Στίχοι:
Στου Τζελέπη στον Πειραία
μια καμωματού κι ωραία
που γυρνά το βράδυ απ' τη δουλειά
μου 'χει πάρει νου και την καρδιά

Τηνε λένε Περσεφόνη
με μαγεύει, με πληγώνει
σ' αγαπώ της λέγω και γελά
παίρνει δρόμο και δεν μου μιλά

Στάσου, πες μου δυο λογάκια
να ξεχάσω τα φαρμάκια
σαν κι εσέ δεν είναι άλλη καμιά
στάσου, Περσεφόνη μου γλυκιά

Μη μου κάνεις πια γινάτια
να χαρείς τα δυο σου μάτια
δεν είναι έγκλημα πως σ' αγαπώ
δώσε βάση σ' ό,τι θα σου πω

Περσεφόνη, σ' το δηλώνω
πως αρχίζω να θυμώνω
κι αν στ' αλήθεια δεν με αγαπάς
από του Τζελέπη μην περνάς

Μη με πάρεις στο λαιμό σου
κοίτα για καλό δικό σου
θέλω, φως μου, να σε παντρευτώ
θέλω και να νοικοκυρευτώ

Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα δίκτυα μέσα στα οποία συμμετέχουν οι ελληνόφωνες μουσικές, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς τους, είναι μεγαλειώδη. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Κοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».

Το 1938 ηχογραφείται η «Περσεφόνη», ένα τραγούδι ζωντανό και σήμερα στο ρεπερτόριο που εκτελείται στα κέντρα διασκέδασης (ο εικονιζόμενος δίσκος αποτελεί επανέκδοση στην Τουρκία του δίσκου DG 6377). Το τραγούδι φαίνεται ως σύνθεση του Παναγιώτη Τούντα και τραγουδήθηκε από τον Στράτο Παγιουμτζή. Την 1η Ιουνίου του 1961, το τραγούδι ηχογραφείται και πάλι, ως «Ξαναρχίζω τα παλιά μου» (δίσκος 45 στροφών, Philips PH 572 – ΑΑ 332 035-2  F 332 035 PF). Για ακόμη μία φορά το ερμηνεύει ο Παγιουμτζής, ο οποίος εμφανίζεται και ως συνθέτης του τραγουδιού, στην ετικέτα του δίσκου. Παρόλα αυτά, στο Γ΄ τεύχος του πολύτομου έργου του Λεύκωμα ελληνικής δισκογραφίας 45 στροφών, ο Βασίλης Χατζηαντωνίου καταχωρεί τον Στράτο Καμενίδη ως τον συνθέτη, αλλά και τον Γιώργο Ζαμπέτα ως αυτόν που παίζει μπουζούκι στην ηχογράφηση. Θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει την δεύτερη αυτή υλοποίηση ως συνέχεια της πρώτης (βλ. στο πεδίο Στίχοι), καθώς οι στίχοι του «Ξαναρχίζω τα παλιά μου» φαίνεται πως ακολουθούν την αρχική ιστορία:

Για χατίρι σου, κυρά μου, ξαναρχίζω τα παλιά μου
το ξενύχτι πάλι, το πιοτό και καντάδες σε παλιό σκοπό

Στα παλιά μου τα λημέρια θα γυρίζουμε παρέα
στα Ταμπούρια και στις Κοκκινιές, στον Πειραία και στις Τζιτζιφιές

Μια και ήρθες να ξυπνήσεις τις παλιές μου αναμνήσεις
θα γνωρίσεις χίλιες δυο βραδιές πώς γλεντάνε οι καλές καρδιές

Το 1972 το τραγούδι ηχογραφείται από τον Πρόδρομο Τσαουσάκη ως «Στου Τζελέπη», με μικροδιαφορές στους στίχους σε σχέση με την πρώτη εκτέλεση. Εμφανίζεται ως σύνθεση του Πρόδρομου Τσαουσάκη, ο οποίος τραγουδά μαζί με την Νίτσα Ζάννου (δίσκος 45 στροφών Margophone  PAS 09-A – PAS 09).

Ο μουσικός σκοπός, όμως, είναι παλαιότερος. Συγκεκριμένα, εμφανίζεται στην ρουμανόφωνη δισκογραφία, μάλλον από lăutari (τσιγγάνοι επαγγελματίες μουσικοί), τουλάχιστον από το 1905, όταν και ηχογραφείται στο Βουκουρέστι με τον τίτλο "La Cioplan la crucea inalta" από τον Padureanu και την Orchestra Alexandru Măţă (Gramophone 516r – 3-12594). Αλλά και λίγο αργότερα, τον Οκτώβρη του 1908 και πάλι στο Βουκουρέστι ("La Ciolpan la crucea inaltă", Gramophone 5422r – 6-12624) από τον Agop. Οι δύο αυτές ηχογραφήσεις δεν έχουν εντοπιστεί. Περίπου τον Νοέμβριο του 1916, o L. Aurescu ηχογραφεί στη Νέα Υόρκη το "Foe werde, foe lata" (Columbia 44770 – E3296). Με βάση την εταιρεία Electrecord, μάλλον το 1936, η ορχήστρα του Fănică Luca το ξαναηχογραφεί: "La Ciolpan la crucea 'naltă" (JB 122). Τον ίδιο κωδικό μήτρας, όμως, η βάση δεδομένων που προέκυψε από την έρευνα του Alan Kelly τον αντιστοιχεί στην ηχογράφηση με τίτλο "La Ciolpan la crucea 'naltă, Cântec popular", που πραγματοποιήθηκε από τον Sylvian Florin, στις 27 Ιουνίου του 1936 στο Βουκουρέστι. To 1940 το ηχογράφησε στο Βουκουρέστι με τον τίτλο "La Ciolpan la crucea-naltă" η Rodica Bujor με την ορχήστρα του Vasile Julea (Odeon 227 436).

Η παρτιτούρα του τραγουδιού με τον τίτλο "Foaie verde, foaie lată..." εκδόθηκε το 1910 στο Βουκουρέστι από τον Zane Dimitrescu.

Ο σκοπός πέρασε και στο ρεπερτόριο των Ασκενάζι Εβραίων. Ακολουθούν κάποιες από τις πιο ενδιαφέρουσες εκτελέσεις:
– Στις 5 Αυγούστου 1908 ο βιολιστής Josef Solinski (πιθανώς ψευδώνυμο του Oscar Zehngut) ηχογραφεί στη Βαρσοβία το "Orientalishe Motive I.Teil" (Favorite 5102o – 1-24056) και "Orientalische Motive, ΙΙ. Teil" (Favorite 5101o – 1-24057) στο οποίο περιλαμβάνεται ο εν λόγω σκοπός.
– Στις 6 Φεβρουαρίου του 1909, ο βιολιστής Oscar (Shayele) Zehngut, ηχογραφεί το ίδιο ποτ-πουρί, που καταλαμβάνει και τις δύο πλευρές του δίσκου, στην Βιέννη ή στο Βερολίνο με τίτλο "Orientalishe Motive", για τη Zonophone (Zonophone 536ab και 537ab – X-107926/7 και επανέκδοση Victor 63828). Στην ηχογράφηση με τίτλο "Orientalishe Motive, 2 Teil" o σκοπός που εκτελείται είναι αυτός που μας απασχολεί.
– Στις 4 Απριλίου 1913 η A. Elinkrig's Yidishe orchestra ηχογραφεί στη Νέα Υόρκη το "מחותּנים צום טיש" (Mekhutonim tsum tish) για την Columbia (Columbia 38758 – E 1394).
– Τον Δεκέμβριο του 1919 ή τον Ιανουάριο του 1920, ο Max Leibowitz, στο βιολί, με τη συνοδεία τσιμπάλου (Silver's Symbal), ηχογράφησε στη Νέα Υόρκη το "אריענטאלישע מעלאדיען" (Orientalishe Melodien), που περιλαμβάνεται στις δύο πλευρές του δίσκου. Στην πλευρά με τον τίτλο "(אריענטאלישע מעלאדיען (2 טע טהייל" (Orientalishe Melodien, Part 2) ακούγεται ο σκοπός (Emerson 4474-1 – 1343X).
– Στις 30 Απριλίου 1915 οι Wassili Melnikoff και Michael Dimitri ηχογραφούν στη Νέα Υόρκη το "דוינע ראָמאַנס" (Doina Romance) για τη Victor (B15974-1 – 67262)
– Τον Μάιο του 1920 ο Abe Schwartz, στο βιολί, μαζί με την κόρη του Sylvia Schwartz, στο πιάνο, ηχογραφούν (Columbia 86286 – E4825) στη Νέα Υόρκη το "אָריענטאַל האָרע" (Oriental hora), στο οποίο ο εν λόγω σκοπός συνδυάζεται με τον σκοπό του «Καροτσιέρη». Η ηχογράφηση κυκλοφόρησε και με τον τίτλο "Foaie verde, foaie lata hora" (Columbia 86286 – 31018-F). Εδώ εντύπωση προκαλεί η εκτέλεση του "Oriental" σκοπού ως αυτό που στην Yiddish/klezmer παράδοση ονομάζεται joc, όσον αφορά τις ρυθμικές του συγκροτήσεις. Σε πολύ μικρότερο βαθμό, παρόμοια αίσθηση δίνεται και στην προηγούμενη εκτέλεση-ηχογράφηση, αυτήν του 1919-1920 του Max Leibowitz. Ένα χρόνο αργότερα, τον Μάιο του 1921, οι Schwartz θα ξαναηχογραφήσουν στη Νέα Υόρκη τους δύο σκοπούς με τον τίτλο "אָריענטאַלישע האָרע" (Orιentalishe hore) για την Emerson (Emerson 41776-2 – 13172).

Είναι σημαντικό να σημειώσουμε την ταύτιση του σκοπού αυτού, στις τάξεις των Yiddish μουσικών, με το Orient, μολονότι απ' ό,τι φαίνεται είχαν επίγνωση της ρουμάνικης καταβολής του. Εκτός, λοιπόν, από την τροπική οντότητα που ακούει στο όνομα «χιτζάζ», εδώ κατανοούμε πως και η λεγόμενη «τσιγγάνικη κλίμακα» προκαλεί τις γνωστές εξωτικές νοοτροπίες (βλέπε την αίθουσα «Εξωτισμός στα ελληνόφωνα ρεπερτόρια»).

Όσον αφορά τις σύγχρονες εκτελέσεις σημειώνουμε την ηχογράφηση "La Ciolpani La Crucea-Nalta" την οποία πραγματοποίησε το 2003 το τσεχικό συγκρότημα Gothart (CD "Rakija'n'Roll", Black Point BP 0146-2) καθώς και την ηχογράφηση "La ciolpani" που πραγματοποίησε ο Ρομά μουσικός και πρώην ευρωβουλευτής των Ρουμάνων Σοσιαλδημοκρατών (Partidul Social Democrat) το 2023 στο Βουκουρέστι (CD "Meditații Lăutărești").

Η σημερινή περιοχή της Ρουμανίας, και ειδικά το ιστορικό τμήμα της Βλαχίας, ανέπτυξε ισχυρούς δεσμούς με τον ελληνόφωνο κόσμο, τουλάχιστον από την εποχή που ο Οθωμανός Σουλτάνος στην Κωνσταντινούπολη όρισε ως κυβερνήτες της Φαναριώτες ελληνόφωνους ορθόδοξους. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι οι ανδρικοί πληθυσμοί από τα ελληνόφωνα εδάφη, κυρίως από την Ήπειρο, μετανάστευσαν προς την περιοχή της Ρουμανίας. Αποτελέσματα αυτών των συνδέσεων είναι ορατά ακόμη και στα σημερινά ενεργά ρεπερτόρια, όπως για παράδειγμα στο Ζαγόρι. Στις δε αστικές λαϊκές πραγματώσεις, έτσι όπως αυτές εισήλθαν στην ελληνική δισκογραφία, αξιοσημείωτες είναι οι περιπτώσεις που καταδεικνύουν τις σχέσεις που αναπτύχθηκαν μεταξύ ντόινας, χόρας και σίρμπας με τα ελληνικά αντίστοιχα του σκάρου, χασάπικου και σέρβικου (βλέπε αναλυτικά το εξαιρετικά ενδιαφέρον κείμενο του Γιώργου Κοκκώνη, 2017b: 133-161). Οι ευρύτατες αυτές οντότητες απαντούν μαζικά, ακόμη και στα «γυρίσματα» των α λα γκρέκα μανέδων, στο τελευταίο δηλαδή τμήμα τους. Δεν είναι άλλωστε λίγες οι πηγές που ονοματίζουν τον διάσημο στην εποχή του βιολιστή Γιοβανίκα, ο οποίος γεννήθηκε στη Μυτιλήνη και έζησε για αρκετά χρόνια στο Γαλάτσι, ως τον μουσικό ο οποίος εδραίωσε το περιβόητο «Μινόρε» στη Σμύρνη. Επιπλέον, στα ρουμανικά εδάφη μαρτυρούνται και οι συναντήσεις μεταξύ των ελληνόφωνων ορθόδοξων με τους ανατολικούς ασκενάζι εβραίους. Τα προϊόντα αυτών των αλληλο-επιρροών είναι επίσης ορατά στην ιστορική δισκογραφία. Δεν θα πρέπει να λησμονούμε την γεωγραφική θέση της Ρουμανίας, καθώς αποτελεί κόμβο-κλειδί των διαδρομών που εκκινούν από την Βαλτική και φθάνουν στη Μεσόγειο, αλλά και από τα κεντρικά της Ευρώπης προς την Ρωσική Αυτοκρατορία. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, τα ρεπερτόρια αποεδαφικοποιούνται και αναμιγνύονται με άλλα, τα οποία προσλαμβάνουν πλέον υπερτοπικά χαρακτηριστικά. Οι μουσικοί βρίσκονται συχνά σε κίνηση μέσα σε πολυπολιτισμικές αυτοκρατορίες, υπηρετούν πολυποίκιλα ρεπερτόρια και προέρχονται από ετερογενείς εθνοπολιτισμικές ομάδες.

Έρευνα και κείμενο: Λεονάρδος Κουνάδης και Νίκος Ορδουλίδης

Δημιουργός (Συνθέτης):
Στιχουργός:
Τούντας Παναγιώτης
Τραγουδιστές:
Παγιουμτζής Στράτος
Ορχήστρα-Εκτελεστές:
Λαϊκή ορχήστρα
Χρονολογία ηχογράφησης:
1938
Τόπος ηχογράφησης:
Αθήνα
Γλώσσα/ες:
Ελληνικά
Χορός / Ρυθμός:
Χασάπικος
Εκδότης:
Columbia Τουρκίας
Αριθμός καταλόγου:
DT 127
Αριθμός μήτρας:
CG 1735
Διάρκεια:
3:20
Θέση τεκμηρίου:
Δισκοθήκη Αρχείου Κουνάδη
Φυσική περιγραφή:
Δίσκος 10'' (25 εκατοστών)
Προέλευση:
Αρχείο Κουνάδη
Αναγνωριστικό:
Col_DT127_PersefoniMouGlykia
Άδεια χρήσης:
cc
Παραπομπή:
Αρχείο Κουνάδη, "Περσεφόνη μου γλυκιά", 2019, https://vmrebetiko.gr/item?id=9705
Στίχοι:
Στου Τζελέπη στον Πειραία
μια καμωματού κι ωραία
που γυρνά το βράδυ απ' τη δουλειά
μου 'χει πάρει νου και την καρδιά

Τηνε λένε Περσεφόνη
με μαγεύει, με πληγώνει
σ' αγαπώ της λέγω και γελά
παίρνει δρόμο και δεν μου μιλά

Στάσου, πες μου δυο λογάκια
να ξεχάσω τα φαρμάκια
σαν κι εσέ δεν είναι άλλη καμιά
στάσου, Περσεφόνη μου γλυκιά

Μη μου κάνεις πια γινάτια
να χαρείς τα δυο σου μάτια
δεν είναι έγκλημα πως σ' αγαπώ
δώσε βάση σ' ό,τι θα σου πω

Περσεφόνη, σ' το δηλώνω
πως αρχίζω να θυμώνω
κι αν στ' αλήθεια δεν με αγαπάς
από του Τζελέπη μην περνάς

Μη με πάρεις στο λαιμό σου
κοίτα για καλό δικό σου
θέλω, φως μου, να σε παντρευτώ
θέλω και να νοικοκυρευτώ

Δείτε επίσης