Ανατύπωση στις 15.01.1934 στις ΗΠΑ από τον δίσκο Odeon GA 1671 (A 190486 b) με τον τίτλο "Εγώ είμαι η μπολσεβίκα" και αριθμό μήτρας Go 1867. Κυκλοφόρησε την 01.3.1934.
Τραγούδι με τίτλο "Πασαλιμανιώτισσα" και αναφορά στην μπολσεβίκα καταγράφεται και σε επιθεώρηση του 1920.
Γράφει ο Παναγιώτης Κουνάδης (2010, 8: 13): «Στην επιθεώρηση Μπρακ-λακριντί που ανέβηκε σε θέατρο του Πειραιά, το 1920, [Μπρακ-λακριντί του Ι. Κριεζή, θέατρον "Κεντρικόν" του Πειραιώς, 30.7.1920] παρουσιάζεται ένα σατιρικό τραγούδι, επηρεασμένο από το ύφος των ρεμπέτικων τραγουδιών αλλά και από το κλίμα που διαμορφώνεται παγκόσμια μετά την επανάσταση των Μπολσεβίκων (1917):
Πασαλιμανιώτισσα
Του Πασαλιμανιού εγώ είμαι κρυφό καμάρι
Η Πασαλιμανιώτισσα όλο δροσιά και χάρι
Στου τακουνιού μου το τικ-τακ μες στο Πασαλιμάνι
Κάθε μουρμούρης και ταγκός το μπούσουλα τον χάνει
Σ’ εμένα δεν περνούν μπογιές, μάγκες δεν λογαριάζω
Και την «κακούργα ύπαρξι» για γούστο θυσιάζω
Τσακίζω κάθε μηχανή, που στήνεται για μένα
Κι απάνω στην «ισόβια» τον κόσμο έχω γραμμένα
Εγώ 'μαι που κατήργησα τα λούσα και την προίκα
Και τους παπάδες σκόλασα κι έγινα μπολσεβίκα
Εγώ 'μαι που εζήτησα να ξηγηθώ στο χάρο
Κι αν εύρω το χαλκά της γης, ευθύς θα την τουμπάρω».
Ανατύπωση στις 15.01.1934 στις ΗΠΑ από τον δίσκο Odeon GA 1671 (A 190486 b) με τον τίτλο "Εγώ είμαι η μπολσεβίκα" και αριθμό μήτρας Go 1867. Κυκλοφόρησε την 01.3.1934.
Τραγούδι με τίτλο "Πασαλιμανιώτισσα" και αναφορά στην μπολσεβίκα καταγράφεται και σε επιθεώρηση του 1920.
Γράφει ο Παναγιώτης Κουνάδης (2010, 8: 13): «Στην επιθεώρηση Μπρακ-λακριντί που ανέβηκε σε θέατρο του Πειραιά, το 1920, [Μπρακ-λακριντί του Ι. Κριεζή, θέατρον "Κεντρικόν" του Πειραιώς, 30.7.1920] παρουσιάζεται ένα σατιρικό τραγούδι, επηρεασμένο από το ύφος των ρεμπέτικων τραγουδιών αλλά και από το κλίμα που διαμορφώνεται παγκόσμια μετά την επανάσταση των Μπολσεβίκων (1917):
Πασαλιμανιώτισσα
Του Πασαλιμανιού εγώ είμαι κρυφό καμάρι
Η Πασαλιμανιώτισσα όλο δροσιά και χάρι
Στου τακουνιού μου το τικ-τακ μες στο Πασαλιμάνι
Κάθε μουρμούρης και ταγκός το μπούσουλα τον χάνει
Σ’ εμένα δεν περνούν μπογιές, μάγκες δεν λογαριάζω
Και την «κακούργα ύπαρξι» για γούστο θυσιάζω
Τσακίζω κάθε μηχανή, που στήνεται για μένα
Κι απάνω στην «ισόβια» τον κόσμο έχω γραμμένα
Εγώ 'μαι που κατήργησα τα λούσα και την προίκα
Και τους παπάδες σκόλασα κι έγινα μπολσεβίκα
Εγώ 'μαι που εζήτησα να ξηγηθώ στο χάρο
Κι αν εύρω το χαλκά της γης, ευθύς θα την τουμπάρω».
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ