Στο τραγούδι αναφέρεται ο δημιουργός του Χρήστος Χαιρόπουλος απαντώντας στην "πρωτότυπον έρευναν" που διεξήγαγε ο Αιμίλιος Σαββίδης στους γνωστότερους συνθέτες και συγγραφείς "των ωραιοτέρων τραγουδιών της τελευταίας δεκαετίας" με θέμα "Πώς γράφτηκαν τα ωραιότερα αθηναϊκά τραγούδια" για την εβδομαδιαία εφημερίδα "Τα παρασκήνια" (βλ. Έτος Α', αρ. φ. 18, Σάββατο 10.9.1938, σελ. 8):
«Το καλύτερο κομμάτι μου δεν ξέρω ποιο είνε. Ή, καλύτερα, τα κομμάτια που θεωρώ εγώ για καλύτερα, δεν τα θεωρεί και ο κόσμος. Έτσι εξηγείται το ότι έγιναν δημοφιλή και τραγουδήθηκαν μανιωδώς από όλη την Ελλάδα, κομμάτια μου στα οποία, εγώ τουλάχιστον, δεν απέδωσα εξ αρχής σημασία. Ένα απ’ αυτά, το δημοφιλέστερο ίσως —το «Γυναίκες… Γυναίκες...»— γράφτηκε χωρίς να το καταλάβω πώς: Μια νύχτα του 1928, βρέθηκα μονάχος μου, απογοητευμένος, με όλη τη συναίσθησι της δυστυχίας που αποτελεί το αποκλειστικό προνόμιον της ερωτευμένης νεότητος, σ’ ένα κέντρον που υπήρχε τότε στο τέρμα Αχαρνών, στο «Φάρος». Έκτοτε τα πράγματα αλλάξανε, μαζί με μένα : Ο «Φάρος» έπαψε νάνε κέντρον χαράς, κι έγινε εκπαιδευτήριον. Έπαψε να προσφέρη την μέθην προσφέρει την σοφίαν... Ας είνε....
Εκείνο το βράδυ, λοιπόν μόνος, με συντροφιά τον πόνο μου και μια οκά κρασί —αθάνατα χρόνια ! ...— έγραψα μονορούφι, πίσω από ένα πακέττο τσιγάρων «Εgo», τους στίχους τού «Γυναίκες... Γυναίκες». Την αρχή τις μουσικής του την έγραψα χαρακώνοντας ένα πρόχειρο πεντάγραμμο στο μέσα χαρτί του πακέττου. Κι όταν την άλλη μέρα βρήκα το πακέττο, αγνοούσα εντελώς ότι είχα στην τσέπη μου διακόσιες χιλιάδες δραχμές —όσες σχεδόν έβγαλα συνολικώς απ’ το τραγούδι αυτό, που ύστερα έγινε κι οπερέττα... Το... «μνημειώδες» αυτό πακέττο το χάρισα αργότερα σ’ Εκείνη —με έψιλον κεφαλαίο !— που της χρωστούσα και την απογοήτευσι, και τη δυστυχία, και την έμπνευσι, και το κομμάτι. Αν είνε τακτική και κρατάη πλήρες το αρχείο των ερωτικών της κειμηλίων, πρέπει να το έχη ακόμα...»
Στο τραγούδι αναφέρεται ο δημιουργός του Χρήστος Χαιρόπουλος απαντώντας στην "πρωτότυπον έρευναν" που διεξήγαγε ο Αιμίλιος Σαββίδης στους γνωστότερους συνθέτες και συγγραφείς "των ωραιοτέρων τραγουδιών της τελευταίας δεκαετίας" με θέμα "Πώς γράφτηκαν τα ωραιότερα αθηναϊκά τραγούδια" για την εβδομαδιαία εφημερίδα "Τα παρασκήνια" (βλ. Έτος Α', αρ. φ. 18, Σάββατο 10.9.1938, σελ. 8):
«Το καλύτερο κομμάτι μου δεν ξέρω ποιο είνε. Ή, καλύτερα, τα κομμάτια που θεωρώ εγώ για καλύτερα, δεν τα θεωρεί και ο κόσμος. Έτσι εξηγείται το ότι έγιναν δημοφιλή και τραγουδήθηκαν μανιωδώς από όλη την Ελλάδα, κομμάτια μου στα οποία, εγώ τουλάχιστον, δεν απέδωσα εξ αρχής σημασία. Ένα απ’ αυτά, το δημοφιλέστερο ίσως —το «Γυναίκες… Γυναίκες...»— γράφτηκε χωρίς να το καταλάβω πώς: Μια νύχτα του 1928, βρέθηκα μονάχος μου, απογοητευμένος, με όλη τη συναίσθησι της δυστυχίας που αποτελεί το αποκλειστικό προνόμιον της ερωτευμένης νεότητος, σ’ ένα κέντρον που υπήρχε τότε στο τέρμα Αχαρνών, στο «Φάρος». Έκτοτε τα πράγματα αλλάξανε, μαζί με μένα : Ο «Φάρος» έπαψε νάνε κέντρον χαράς, κι έγινε εκπαιδευτήριον. Έπαψε να προσφέρη την μέθην προσφέρει την σοφίαν... Ας είνε....
Εκείνο το βράδυ, λοιπόν μόνος, με συντροφιά τον πόνο μου και μια οκά κρασί —αθάνατα χρόνια ! ...— έγραψα μονορούφι, πίσω από ένα πακέττο τσιγάρων «Εgo», τους στίχους τού «Γυναίκες... Γυναίκες». Την αρχή τις μουσικής του την έγραψα χαρακώνοντας ένα πρόχειρο πεντάγραμμο στο μέσα χαρτί του πακέττου. Κι όταν την άλλη μέρα βρήκα το πακέττο, αγνοούσα εντελώς ότι είχα στην τσέπη μου διακόσιες χιλιάδες δραχμές —όσες σχεδόν έβγαλα συνολικώς απ’ το τραγούδι αυτό, που ύστερα έγινε κι οπερέττα... Το... «μνημειώδες» αυτό πακέττο το χάρισα αργότερα σ’ Εκείνη —με έψιλον κεφαλαίο !— που της χρωστούσα και την απογοήτευσι, και τη δυστυχία, και την έμπνευσι, και το κομμάτι. Αν είνε τακτική και κρατάη πλήρες το αρχείο των ερωτικών της κειμηλίων, πρέπει να το έχη ακόμα...»
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ