Πρόκειται για ένα από τα διασημότερα ρεμπέτικα της περιόδου της ανώνυμης δημιουργίας, με θεματολογία το χασίς.
Για αυτή την κατηγορία τραγουδιών σημειώνει ο Παναγιώτης Κουνάδης (2010, 9: 17-19): «Η ινδική κάνναβη, το φυτό απ’ όπου παράγεται το χασίς καθώς και μια μεγάλη σειρά από άλλα προϊόντα (φυτικές κλωστές, σχοινιά, χαρτί, φαρμακευτικά προϊόντα, φωτιστικό λάδι, ύφασμα για ρούχα και πανιά πλοίων κλπ.), καλλιεργούνταν ευρύτατα και ελεύθερα στον ελλαδικό χώρο από τα μέσα του 19ου αιώνα ως το 1920.
Η καλλιέργειά της οργανώθηκε συστηματικά από το 1880 και μετά. Σε περιοχές του νομού Αρκαδίας η παραγωγή έφτανε ετησίως τις 40.000 - 50.000 οκάδες χασίς, δηλαδή γύρω στους 50-65 τόνους σε κιλά. Παρόμοια ήταν η κατάσταση στους νομούς Αργολίδας, Κορινθίας, Ηλείας και αργότερα στη Μακεδονία και στην Κρήτη.
Την ίδια περίοδο, ίσως και παλαιότερα, το καλλιεργούσαν σε μεγαλύτερη έκταση και ένταση και οι αγρότες στην Δυτική Μικρά Ασία, στην ενδοχώρα της Σμύρνης, στην Προύσα, στο Αφιόν Καραχισάρ και αλλού. Ήταν ένα φυτό οικείο στους Έλληνες καλλιεργητές, πολλοί από τους οποίους ζούσαν από την εκμετάλλευσή του και μόνο.
Οι γνωστές ευφορικές της ιδιότητες -σε λελογισμένη χρήση- καθώς και οι πολλαπλές ευεργετικές φαρμακευτικές της ικανότητες, την είχαν καταστήσει λίαν συμπαθή σε ευρύτατα κοινωνικά στρώματα σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο, απελευθερωμένο και μη. Η χρήση του ήταν περισσότερο διαδεδομένη βεβαίως μεταξύ του μουσουλμανικού πληθυσμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, της Μέσης Ανατολής, της Αιγύπτου, κ.α., εξαιτίας και της απαγόρευσης της κατανάλωσης οινοπνευματωδών στις περιοχές αυτές, για θρησκευτικούς λόγους.
Μια σειρά φυσικά προϊόντα που θεωρούνταν ευφορικές ουσίες -μερικά θεωρούνται ακόμη- και των οποίων η χρήση δεν απαγορεύθηκε ποτέ στην Ελλάδα, όπως ο καπνός, τα οινοπνευματώδη, ο καφές κ.ά., πέρασαν στη θεματολογία του ρεμπέτικου και όχι μόνο. Τα τραγούδια αυτά θεωρούνται, ως σήμερα, σημαντικά στοιχεία της αστικής λαογραφίας και ποτέ δεν κατηγορήθηκαν οι δημιουργοί τους επειδή κατέγραψαν, πρόβαλαν ή χρησιμοποίησαν τέτοια θέματα.
Έτσι, μέσα σε αυτό το κλίμα της ελεύθερης καλλιέργειας, διακίνησης και χρήσης του χασίς που δεν υπέκειντο σε κανέναν περιορισμό ή απαγόρευση και θεωρούνταν κάτι φυσικό και νόμιμο, δημιουργήθηκαν τα πρώτα ρεμπέτικα τραγούδια με σχετικές αναφορές.
Την περίοδο από το 1850 ως το 1922 εντοπίζονται τραγούδια, είτε παραδοσιακά είτε της ανώνυμης δημιουργίας, τα οποία καταγράφουν τα φαινόμενα της χρήσης του χασίς και τα αρνητικά αποτελέσματα της κατάχρησής του. [...]
Τα πρώτα τραγούδια τέτοιας θεματολογίας, εμφανίστηκαν, όπως ήταν φυσικό, στις μεγάλες πόλεις της Μικράς Ασίας με ελληνικούς πληθυσμούς, όπως η Σμύρνη και η Κωνσταντινούπολη. Από εκεί μεταφέρθηκαν με τις περιοδείες των κομπανιών στην απελευθερωμένη Ελλάδα κατά το διάστημα από το 1875 ως 1922, αλλά και στον χώρο των Ελλήνων μεταναστών της Αμερικής, πολλά από τα οποία πέρασαν εκεί για πρώτη φορά στη δισκογραφία.
Για την περίοδο της ανώνυμης δημιουργίας υπολογίζονται σε 200 περίπου τα τραγούδια με αυτή τη θεματολογία, στις διάφορες εκτελέσεις και παραλλαγές τους. Διάσημα αυτής της περιόδου που ακόμα τραγουδιούνται είναι: "Το χασίσι", "Οι μπαγλαμάδες", "Νέοι χασικλήδες", "Γιαφ-γιουφ", "Ντερβίσης", "Όπου δεις δυο κυπαρίσσια", "Ο Μεμέτης", "Μες στου Συγγρού τη φυλακή", "Το Μποχώρι" κ.ά.».
Πρόκειται για ένα από τα διασημότερα ρεμπέτικα της περιόδου της ανώνυμης δημιουργίας, με θεματολογία το χασίς.
Για αυτή την κατηγορία τραγουδιών σημειώνει ο Παναγιώτης Κουνάδης (2010, 9: 17-19): «Η ινδική κάνναβη, το φυτό απ’ όπου παράγεται το χασίς καθώς και μια μεγάλη σειρά από άλλα προϊόντα (φυτικές κλωστές, σχοινιά, χαρτί, φαρμακευτικά προϊόντα, φωτιστικό λάδι, ύφασμα για ρούχα και πανιά πλοίων κλπ.), καλλιεργούνταν ευρύτατα και ελεύθερα στον ελλαδικό χώρο από τα μέσα του 19ου αιώνα ως το 1920.
Η καλλιέργειά της οργανώθηκε συστηματικά από το 1880 και μετά. Σε περιοχές του νομού Αρκαδίας η παραγωγή έφτανε ετησίως τις 40.000 - 50.000 οκάδες χασίς, δηλαδή γύρω στους 50-65 τόνους σε κιλά. Παρόμοια ήταν η κατάσταση στους νομούς Αργολίδας, Κορινθίας, Ηλείας και αργότερα στη Μακεδονία και στην Κρήτη.
Την ίδια περίοδο, ίσως και παλαιότερα, το καλλιεργούσαν σε μεγαλύτερη έκταση και ένταση και οι αγρότες στην Δυτική Μικρά Ασία, στην ενδοχώρα της Σμύρνης, στην Προύσα, στο Αφιόν Καραχισάρ και αλλού. Ήταν ένα φυτό οικείο στους Έλληνες καλλιεργητές, πολλοί από τους οποίους ζούσαν από την εκμετάλλευσή του και μόνο.
Οι γνωστές ευφορικές της ιδιότητες -σε λελογισμένη χρήση- καθώς και οι πολλαπλές ευεργετικές φαρμακευτικές της ικανότητες, την είχαν καταστήσει λίαν συμπαθή σε ευρύτατα κοινωνικά στρώματα σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο, απελευθερωμένο και μη. Η χρήση του ήταν περισσότερο διαδεδομένη βεβαίως μεταξύ του μουσουλμανικού πληθυσμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, της Μέσης Ανατολής, της Αιγύπτου, κ.α., εξαιτίας και της απαγόρευσης της κατανάλωσης οινοπνευματωδών στις περιοχές αυτές, για θρησκευτικούς λόγους.
Μια σειρά φυσικά προϊόντα που θεωρούνταν ευφορικές ουσίες -μερικά θεωρούνται ακόμη- και των οποίων η χρήση δεν απαγορεύθηκε ποτέ στην Ελλάδα, όπως ο καπνός, τα οινοπνευματώδη, ο καφές κ.ά., πέρασαν στη θεματολογία του ρεμπέτικου και όχι μόνο. Τα τραγούδια αυτά θεωρούνται, ως σήμερα, σημαντικά στοιχεία της αστικής λαογραφίας και ποτέ δεν κατηγορήθηκαν οι δημιουργοί τους επειδή κατέγραψαν, πρόβαλαν ή χρησιμοποίησαν τέτοια θέματα.
Έτσι, μέσα σε αυτό το κλίμα της ελεύθερης καλλιέργειας, διακίνησης και χρήσης του χασίς που δεν υπέκειντο σε κανέναν περιορισμό ή απαγόρευση και θεωρούνταν κάτι φυσικό και νόμιμο, δημιουργήθηκαν τα πρώτα ρεμπέτικα τραγούδια με σχετικές αναφορές.
Την περίοδο από το 1850 ως το 1922 εντοπίζονται τραγούδια, είτε παραδοσιακά είτε της ανώνυμης δημιουργίας, τα οποία καταγράφουν τα φαινόμενα της χρήσης του χασίς και τα αρνητικά αποτελέσματα της κατάχρησής του. [...]
Τα πρώτα τραγούδια τέτοιας θεματολογίας, εμφανίστηκαν, όπως ήταν φυσικό, στις μεγάλες πόλεις της Μικράς Ασίας με ελληνικούς πληθυσμούς, όπως η Σμύρνη και η Κωνσταντινούπολη. Από εκεί μεταφέρθηκαν με τις περιοδείες των κομπανιών στην απελευθερωμένη Ελλάδα κατά το διάστημα από το 1875 ως 1922, αλλά και στον χώρο των Ελλήνων μεταναστών της Αμερικής, πολλά από τα οποία πέρασαν εκεί για πρώτη φορά στη δισκογραφία.
Για την περίοδο της ανώνυμης δημιουργίας υπολογίζονται σε 200 περίπου τα τραγούδια με αυτή τη θεματολογία, στις διάφορες εκτελέσεις και παραλλαγές τους. Διάσημα αυτής της περιόδου που ακόμα τραγουδιούνται είναι: "Το χασίσι", "Οι μπαγλαμάδες", "Νέοι χασικλήδες", "Γιαφ-γιουφ", "Ντερβίσης", "Όπου δεις δυο κυπαρίσσια", "Ο Μεμέτης", "Μες στου Συγγρού τη φυλακή", "Το Μποχώρι" κ.ά.».
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ