Ο μουσικολόγος Σπήλιος Κούνας αναφέρει σχετικά με τους μανέδες Ματζόρε και Φα-Ματζόρε ότι «παρά την ύπαρξη παραλλαγών, αμφότεροι επανεκτελούνται ως συγκεκριμένες συνθέσεις και όχι ως αυτοσχεδιασμοί, παρότι καταγράφεται και μία τουλάχιστον αυτοσχεδιαστική περίπτωση. Επομένως, μπορούμε να υποστηρίξουμε με βεβαιότητα ότι η ταυτολογία του μανέ ως φόρμα καθαρά αυτοσχεδιαστική είναι ελλιπής».
Ειδικότερα σημειώνει τα εξής:
«Η περίπτωση του (Σμυρναίικου) Ματζόρε δεν προσιδιάζει στην ομώνυμη ματζόρε κλίμακα, όπως θα ήταν αναμενόμενο λόγω κοινού σημαίνοντος, διατηρώντας αποστάσεις από τον τόπο του αλαφράγκα».
«Οι ιδιαιτερότητες αυτές υλοποιούνται επίσης από μια διαφορετική οργανολογική διάρθρωση σε σχέση με τους μανέδες που κατηγοριοποιούνται σε τροπικές κατηγορίες ομώνυμες με αυτές του μακάμ… Είναι εμφανές ότι η σύνθεση της ορχήστρας υπερβαίνει το λειτουργικό ρόλο ενός απλού μέσου υλοποίησης και μετατρέπεται σε ενεργό δρώντα, συντελώντας στη δημιουργία διακριτού ήχου που ορίζει συγκεκριμένο στυλ, το οποίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μία από τις εκδοχές του σμυρναίικου ύφους. Παράλληλα, η διάδοση του συγκεκριμένου οργανολογίου αποτελεί ένδειξη των ισχυρών αλληλεπιδράσεων επί ενός κάθετου άξονα, μεταξύ των μουσικών της βαλκανικής και του αιγιακού χώρου».
«Αντίστοιχες αλληλεπιδράσεις υποδηλώνει και η ρυθμολογία, η οποία συνδράμει επίσης στη δημιουργία διακριτού ύφους μανέ. Οι επιλογές του πεντάσημου και του βαλς συνιστούν στοιχείο διαφοροποίησης από εκδοχές του μανέ με εντονότερες αλατούρκα επιρροές, στις οποίες κατά κόρον χρησιμοποιήθηκαν ρυθμικές παραλλαγές από το τσιφτετέλι. Η προτίμηση των συγκεκριμένων ρυθμικών μοτίβων φαίνεται σταδιακά να εξασθενεί καθώς μεταβαίνουμε στην περίοδο πρωτοκαθεδρίας του μπουζουκιού στη δισκογραφία».
Βλ. Σπήλιος Κούνας, Το Αστικό Λαϊκό Τραγούδι του Ελλαδικού Χώρου κατά την Περίοδο των Πρώιμων Ηχογραφήσεων, Υφολογία, Τροπικότητες, Επιτέλεση. Διδακτορική Διατριβή. Μυτιλήνη: Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας, 2019, σ. 293-5.
Ο μουσικολόγος Σπήλιος Κούνας αναφέρει σχετικά με τους μανέδες Ματζόρε και Φα-Ματζόρε ότι «παρά την ύπαρξη παραλλαγών, αμφότεροι επανεκτελούνται ως συγκεκριμένες συνθέσεις και όχι ως αυτοσχεδιασμοί, παρότι καταγράφεται και μία τουλάχιστον αυτοσχεδιαστική περίπτωση. Επομένως, μπορούμε να υποστηρίξουμε με βεβαιότητα ότι η ταυτολογία του μανέ ως φόρμα καθαρά αυτοσχεδιαστική είναι ελλιπής».
Ειδικότερα σημειώνει τα εξής:
«Η περίπτωση του (Σμυρναίικου) Ματζόρε δεν προσιδιάζει στην ομώνυμη ματζόρε κλίμακα, όπως θα ήταν αναμενόμενο λόγω κοινού σημαίνοντος, διατηρώντας αποστάσεις από τον τόπο του αλαφράγκα».
«Οι ιδιαιτερότητες αυτές υλοποιούνται επίσης από μια διαφορετική οργανολογική διάρθρωση σε σχέση με τους μανέδες που κατηγοριοποιούνται σε τροπικές κατηγορίες ομώνυμες με αυτές του μακάμ… Είναι εμφανές ότι η σύνθεση της ορχήστρας υπερβαίνει το λειτουργικό ρόλο ενός απλού μέσου υλοποίησης και μετατρέπεται σε ενεργό δρώντα, συντελώντας στη δημιουργία διακριτού ήχου που ορίζει συγκεκριμένο στυλ, το οποίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μία από τις εκδοχές του σμυρναίικου ύφους. Παράλληλα, η διάδοση του συγκεκριμένου οργανολογίου αποτελεί ένδειξη των ισχυρών αλληλεπιδράσεων επί ενός κάθετου άξονα, μεταξύ των μουσικών της βαλκανικής και του αιγιακού χώρου».
«Αντίστοιχες αλληλεπιδράσεις υποδηλώνει και η ρυθμολογία, η οποία συνδράμει επίσης στη δημιουργία διακριτού ύφους μανέ. Οι επιλογές του πεντάσημου και του βαλς συνιστούν στοιχείο διαφοροποίησης από εκδοχές του μανέ με εντονότερες αλατούρκα επιρροές, στις οποίες κατά κόρον χρησιμοποιήθηκαν ρυθμικές παραλλαγές από το τσιφτετέλι. Η προτίμηση των συγκεκριμένων ρυθμικών μοτίβων φαίνεται σταδιακά να εξασθενεί καθώς μεταβαίνουμε στην περίοδο πρωτοκαθεδρίας του μπουζουκιού στη δισκογραφία».
Βλ. Σπήλιος Κούνας, Το Αστικό Λαϊκό Τραγούδι του Ελλαδικού Χώρου κατά την Περίοδο των Πρώιμων Ηχογραφήσεων, Υφολογία, Τροπικότητες, Επιτέλεση. Διδακτορική Διατριβή. Μυτιλήνη: Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας, 2019, σ. 293-5.
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ