Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Το δίκτυο μέσα στο οποίο συμμετέχει το ελληνόφωνο αστικό λαϊκό τραγούδι, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς του, είναι μεγαλειώδες. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Κοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».
Ένα από αυτά τα συναρπαστικά δίκτυα αφορά γαλλικά τραγούδια, τα οποία οικειοποιήθηκαν μεταξύ άλλων και Έλληνες μουσικοί. Η οικειοποίηση είναι διττή: αφορά αφενός τον στίχο ο οποίος πλέον είναι ελληνικός (συχνά, μάλιστα, δεν έχει καμία σχέση με τον πρωτότυπο), αλλά, αφετέρου, και τις πρακτικές εκτέλεσης: διαφορετικό οργανολόγιο, διαφορετικό τραγουδιστικό ύφος, συχνά διαφοροποιήσεις στις μελωδικές και ρυθμικές φόρμες, και στις αρμονίες. Οι Έλληνες μουσικοί προσαρμόζουν αυτό που ακούν στη δική τους συνθήκη, με βάση τις δικές τους δυνατότητες. Η γαλλική οικουμένη δανείζει τα chansons της, τα οποία κουβαλούν μια δυναμική παράδοση τραγουδοποιΐας και επιτέλεσης. Το Παρίσι, η Μονμάρτη και τα cabarets artistiques επηρεάζουν τις μουσικές του κόσμου. Η ατμόσφαιρα από το Chat Noir, το οποίο λειτούργησε από το 1881, φτάνει και στην ελληνική οικουμένη. Τέτοιου τύπου μουσικοί τόποι, τα περίφημα καφέ σαντάν, προκύπτουν στην Αθήνα αλλά και σε άλλα αστικά κέντρα του ελληνικού κράτους. Αυτά τα γαλλικά τραγούδια εξέβαλαν στον ελληνόφωνο κόσμο είτε διά της ευθείας οδού, είτε δια της τεθλασμένης, μέσω άλλων ρεπερτοριακών δικτύων. Σε κάθε περίπτωση, η διακίνηση μουσικών αποτελεί ήδη πραγματικότητα πριν τον 20ό αιώνα, με τις περιοδείες των θεατρικών και μουσικών παραστάσεων αλλά και με τα δίκτυα των μουσικών εκδοτικών οίκων. Η δισκογραφία όχι μόνο ενσωματώνεται σε αυτό το πλαίσιο, αλλά διαδραματίζει και καίριο ρόλο στον μετασχηματισμό του. Θα πρέπει, επίσης, να σημειωθεί πως σε ποικίλες περιπτώσεις, συχνά και λόγω της μεγάλης επιτυχίας που γνώρισαν τα τραγούδια διεθνώς, το δίκτυο που τελικά προκύπτει είναι εξαιρετικά σύνθετο και δεν αφορά μόνο τις ελληνο-γαλλικές σχέσεις. Τέλος, ουκ ολίγες φορές, συναντάμε τραγούδια των οποίων οι δημιουργοί γεννήθηκαν σε διαφορετικό τόπο, έδρασαν σε άλλον, και, εντέλει, συναντήθηκαν σε τρίτους τόπους και δημιούργησαν ένα νέο έργο, εμπνεόμενοι πολλές φορές από κάποιο προϋπάρχον. Αναμφισβήτητα, τέτοιου τύπου περιπτώσεις καταδεικνύουν την συνθετότητα όσον αφορά τα ζητήματα κυριότητας των έργων, αλλά και του προβλήματος εφαρμογής εθνικών προσήμων στις μουσικές δημιουργίες.
Η εν λόγω ηχογράφηση αποτελεί διασκευή του γαλλικού τραγουδιού "Prends mon coeur" σε μουσική του συνθέτη και εκδότη Félix Marafioti (Varanodio, Ιταλία, 20 Δεκεμβρίου 1881 - Μασσαλία, 22 Μαρτίου 1935) και στίχους του Jean Romani.
Η γαλλική παρτιτούρα εκδόθηκε στη Μασσαλία το 1927, από τις εκδόσεις F. Marafioti. Σύμφωνα με την παραπάνω πηγή, το τραγούδι παρουσιάστηκε από τη Jane Bruyére στο Mondial.
Μέχρι στιγμής έχουν εντοπιστεί δύο ηχογραφήσεις στη γαλλική δισκογραφία:
– Germaine Lix, Γαλλία, 8 Δεκεμβρίου 1928 (Pathé Saphir 201445 – 3661 A).
– Gardoni (ακορντεόν), Puig (μπάντζο), Baiz (φλάουτο), Γαλλία, μεταξύ Αυγούστου 1925 – Σεπτεμβρίου 1930 (Pathé Saphir N 8344 – 9712 B).
Το τραγούδι εντοπίζεται και στο τουρκικό ρεπερτόριο. Συγκεκριμένα, τον Σεπτέμβριο του 1929 η Afife Arif Hanim [Hatice Afife Tanyeli] με την Dajos Bela Orkestra πραγματοπoίησε στο Βερολίνο την ηχογράφηση "Kalbimi al" (Odeon Co 1017 – RA 202569 b).
Στην ελληνόφωνη ιστορική δισκογραφία, εκτός από την παρούσα ηχογράφηση, κυκλοφόρησαν τρεις ακόμα εκτελέσεις του τραγουδιού:
– «Σ' αγαπώ πάρε την καρδιά μου», Λίνα Ράντα - Ορχήστρα Πολυδόρ υπό τη διεύθυνση του Π. Γλυκοφρύδη, Αθήνα, 1927 (Polydor V-50867).
– «Πάρε όλη την καρδιά μου», Αθηναϊκή Εστουδιαντίνα, πιθανόν Αθήνα, 1928 (Homocord G 832 – G 4-32049).
– «Σ' αγαπώ, πάρε την καρδιά μου», Μ. Καλφοπούλου – Ορχήστρα, Αθήνα, Ιούνιος 1928 (His Master's Voice BF 1892-2 – A.O. 526, 7-14284).
Η ελληνική παρτιτούρα του τραγουδιού, με στίχους του Αιμίλιου Δραγάτση και τίτλο «Σ' αγαπώ, πάρε την καρδιά μου», εκδόθηκε στην Αθήνα το 1927 από τις εκδόσεις Γαϊτάνου – Κωνσταντινίδη – Σταρρ.
Στην ετικέτα του δίσκου αναγράφεται «Εκδότης Γαϊτάνος», κάτι που ίσως μαρτυρά τις σύνθετες σχέσεις που προέκυψαν μεταξύ των μέχρι τότε ισχυρών μουσικών εκδοτικών οίκων με τις δισκογραφικές εταιρείες. Ενδεχομένως, οι εκδοτικοί οίκοι, οι οποίοι ίσως να ήταν από τους ελάχιστους φορείς με αναγνωρισμένα πνευματικά δικαιώματα επί των μουσικών έργων, να λάμβαναν μέρος των δικαιωμάτων των ηχογραφημάτων, στο νέο πλαίσιο της δισκογραφικής βιομηχανίας.
Έρευνα και κείμενο: Λεονάρδος Κουνάδης και Νίκος Ορδουλίδης
Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Το δίκτυο μέσα στο οποίο συμμετέχει το ελληνόφωνο αστικό λαϊκό τραγούδι, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς του, είναι μεγαλειώδες. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Κοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».
Ένα από αυτά τα συναρπαστικά δίκτυα αφορά γαλλικά τραγούδια, τα οποία οικειοποιήθηκαν μεταξύ άλλων και Έλληνες μουσικοί. Η οικειοποίηση είναι διττή: αφορά αφενός τον στίχο ο οποίος πλέον είναι ελληνικός (συχνά, μάλιστα, δεν έχει καμία σχέση με τον πρωτότυπο), αλλά, αφετέρου, και τις πρακτικές εκτέλεσης: διαφορετικό οργανολόγιο, διαφορετικό τραγουδιστικό ύφος, συχνά διαφοροποιήσεις στις μελωδικές και ρυθμικές φόρμες, και στις αρμονίες. Οι Έλληνες μουσικοί προσαρμόζουν αυτό που ακούν στη δική τους συνθήκη, με βάση τις δικές τους δυνατότητες. Η γαλλική οικουμένη δανείζει τα chansons της, τα οποία κουβαλούν μια δυναμική παράδοση τραγουδοποιΐας και επιτέλεσης. Το Παρίσι, η Μονμάρτη και τα cabarets artistiques επηρεάζουν τις μουσικές του κόσμου. Η ατμόσφαιρα από το Chat Noir, το οποίο λειτούργησε από το 1881, φτάνει και στην ελληνική οικουμένη. Τέτοιου τύπου μουσικοί τόποι, τα περίφημα καφέ σαντάν, προκύπτουν στην Αθήνα αλλά και σε άλλα αστικά κέντρα του ελληνικού κράτους. Αυτά τα γαλλικά τραγούδια εξέβαλαν στον ελληνόφωνο κόσμο είτε διά της ευθείας οδού, είτε δια της τεθλασμένης, μέσω άλλων ρεπερτοριακών δικτύων. Σε κάθε περίπτωση, η διακίνηση μουσικών αποτελεί ήδη πραγματικότητα πριν τον 20ό αιώνα, με τις περιοδείες των θεατρικών και μουσικών παραστάσεων αλλά και με τα δίκτυα των μουσικών εκδοτικών οίκων. Η δισκογραφία όχι μόνο ενσωματώνεται σε αυτό το πλαίσιο, αλλά διαδραματίζει και καίριο ρόλο στον μετασχηματισμό του. Θα πρέπει, επίσης, να σημειωθεί πως σε ποικίλες περιπτώσεις, συχνά και λόγω της μεγάλης επιτυχίας που γνώρισαν τα τραγούδια διεθνώς, το δίκτυο που τελικά προκύπτει είναι εξαιρετικά σύνθετο και δεν αφορά μόνο τις ελληνο-γαλλικές σχέσεις. Τέλος, ουκ ολίγες φορές, συναντάμε τραγούδια των οποίων οι δημιουργοί γεννήθηκαν σε διαφορετικό τόπο, έδρασαν σε άλλον, και, εντέλει, συναντήθηκαν σε τρίτους τόπους και δημιούργησαν ένα νέο έργο, εμπνεόμενοι πολλές φορές από κάποιο προϋπάρχον. Αναμφισβήτητα, τέτοιου τύπου περιπτώσεις καταδεικνύουν την συνθετότητα όσον αφορά τα ζητήματα κυριότητας των έργων, αλλά και του προβλήματος εφαρμογής εθνικών προσήμων στις μουσικές δημιουργίες.
Η εν λόγω ηχογράφηση αποτελεί διασκευή του γαλλικού τραγουδιού "Prends mon coeur" σε μουσική του συνθέτη και εκδότη Félix Marafioti (Varanodio, Ιταλία, 20 Δεκεμβρίου 1881 - Μασσαλία, 22 Μαρτίου 1935) και στίχους του Jean Romani.
Η γαλλική παρτιτούρα εκδόθηκε στη Μασσαλία το 1927, από τις εκδόσεις F. Marafioti. Σύμφωνα με την παραπάνω πηγή, το τραγούδι παρουσιάστηκε από τη Jane Bruyére στο Mondial.
Μέχρι στιγμής έχουν εντοπιστεί δύο ηχογραφήσεις στη γαλλική δισκογραφία:
– Germaine Lix, Γαλλία, 8 Δεκεμβρίου 1928 (Pathé Saphir 201445 – 3661 A).
– Gardoni (ακορντεόν), Puig (μπάντζο), Baiz (φλάουτο), Γαλλία, μεταξύ Αυγούστου 1925 – Σεπτεμβρίου 1930 (Pathé Saphir N 8344 – 9712 B).
Το τραγούδι εντοπίζεται και στο τουρκικό ρεπερτόριο. Συγκεκριμένα, τον Σεπτέμβριο του 1929 η Afife Arif Hanim [Hatice Afife Tanyeli] με την Dajos Bela Orkestra πραγματοπoίησε στο Βερολίνο την ηχογράφηση "Kalbimi al" (Odeon Co 1017 – RA 202569 b).
Στην ελληνόφωνη ιστορική δισκογραφία, εκτός από την παρούσα ηχογράφηση, κυκλοφόρησαν τρεις ακόμα εκτελέσεις του τραγουδιού:
– «Σ' αγαπώ πάρε την καρδιά μου», Λίνα Ράντα - Ορχήστρα Πολυδόρ υπό τη διεύθυνση του Π. Γλυκοφρύδη, Αθήνα, 1927 (Polydor V-50867).
– «Πάρε όλη την καρδιά μου», Αθηναϊκή Εστουδιαντίνα, πιθανόν Αθήνα, 1928 (Homocord G 832 – G 4-32049).
– «Σ' αγαπώ, πάρε την καρδιά μου», Μ. Καλφοπούλου – Ορχήστρα, Αθήνα, Ιούνιος 1928 (His Master's Voice BF 1892-2 – A.O. 526, 7-14284).
Η ελληνική παρτιτούρα του τραγουδιού, με στίχους του Αιμίλιου Δραγάτση και τίτλο «Σ' αγαπώ, πάρε την καρδιά μου», εκδόθηκε στην Αθήνα το 1927 από τις εκδόσεις Γαϊτάνου – Κωνσταντινίδη – Σταρρ.
Στην ετικέτα του δίσκου αναγράφεται «Εκδότης Γαϊτάνος», κάτι που ίσως μαρτυρά τις σύνθετες σχέσεις που προέκυψαν μεταξύ των μέχρι τότε ισχυρών μουσικών εκδοτικών οίκων με τις δισκογραφικές εταιρείες. Ενδεχομένως, οι εκδοτικοί οίκοι, οι οποίοι ίσως να ήταν από τους ελάχιστους φορείς με αναγνωρισμένα πνευματικά δικαιώματα επί των μουσικών έργων, να λάμβαναν μέρος των δικαιωμάτων των ηχογραφημάτων, στο νέο πλαίσιο της δισκογραφικής βιομηχανίας.
Έρευνα και κείμενο: Λεονάρδος Κουνάδης και Νίκος Ορδουλίδης
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ