Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Το δίκτυο μέσα στο οποίο συμμετέχει το ελληνόφωνο αστικό λαϊκό τραγούδι, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς του, είναι μεγαλειώδες. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Kοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».
Ο οργανικός σκοπός στην εν λόγω ηχογράφηση κυκλοφόρησε αρχικά με την ετικέτα της Zonophone (X 108001) ή της Gramophone Co (404r – 18363) (το 1903, το label της Zonophone αγοράστηκε από την Gramophone). Η παραπάνω ηχογράφηση επανεκδόθηκε από την Victor (VI 63556-A). Το DAHR δίνει ως ημερομηνία ηχογράφησης τον Ιούνιο του 1910, και τόπο πραγματοποίησής της την Σμύρνη. Παρόλα αυτά, το ίδιο το DAHR δίνει ημερομηνία ηχογράφησης για τον αριθμό μήτρας 405r το 1905. Με βάση το αρχείο του Hugo Strötbaum, η ηχογράφηση πραγματοποιήθηκε το δεύτερο εξάμηνο του 1905 στην Κωνσταντινούπολη, κάτι με το οποίο συμφωνεί η βάση δεδομένων που προέκυψε από την έρευνα του Alan Kelly. Την ευθύνη της ηχογράφησης είχε ο ηχολήπτης Max Hampe. Ο Tony Klein (βλ. 2013: 18) εικάζει πως το μαντολίνο στην ηχογράφηση εκτελείται από τον Αριστείδη Περιστέρη, ο οποίος την περίοδο αυτήν ζει στην Κωνσταντινούπολη και ιδρύει την περίφημη εστουδιαντίνα του (βλ. Ordoulidis: 2021a: 88–97 και 2021b).
Σύμφωνα με την βάση δεδομένων που προέκυψε από την έρευνα του Alan Kelly, μία ηχογράφηση με τίτλο “Vlahico sirto” (1576y – 17953) πραγματοποιείται και τον Ιούνιο του 1910.
Τον Σεπτέμβριο του 1910, με βάση το κείμενο των Joel Rubin και Michael Aylward στην συλλογή "Chekhov's Band, Eastern European Klezmer music from the EMI archives 1908–1913", ο σκοπός ηχογραφείται στο Βίλνιους, την σημερινή πρωτεύουσα της Λιθουανίας. Η ηχογράφηση πραγματοποιείται για λογαριασμό της Zonophone (X 60914 – 1600 AE) με τίτλο: Веселыя ночи шанта [Merry Nights at the Café Chantant]. Παίζει η ορχήστρα του A. S. Olevsky.
Ο σκοπός φαίνεται να είναι αρκετά δημοφιλής στο ελληνικό ρεπερτόριο, με ηχογραφήσεις του να πραγματοποιούνται τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Αμερική. Το 1940 ηχογραφείται από τη Γεωργία Μηττάκη στην Αθήνα για την Odeon (Go 3497 – GA 7276) με τίτλο «Μου προξενεύουν δυο». Την ίδια χρονιά για την Columbia (CG 2063 – DG 6544) στην Αθήνα από τη Ρόζα Εσκενάζυ με τίτλο «Θα πάρω δυο». Το 1943 για την Balkan (815-A) στην Αμερική από τον Κώστα Γκαντίνη με τίτλο «Θα πάρω νιο». Το 1948 για την Panhellenic Record (P 175 B) στη Νέα Υόρκη από τους Τζιμ Αποστόλου και Ανδρέα Πόγγη με τίτλο «Θα πάρω δυο». Το 1950 για την Liberty στην Αμερική (Lib 109-A και Heleni Records 501-A) από την Ελένη Μπαρκοπούλου με τίτλο «Θα πάρω δυο» και στα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1950 για την Hellenic (Hellenic G.P. 1-Α) στο Κλίβελαντ του Οχάιο από την Ann Marvis και Γιώργο Ποντικό (βιολί) με την ορχήστρα του, τους Athenians Ensemble, με τίτλο «Θα πάρω δυο».
Η παρτιτούρα του τραγουδιού με τίτλο «Θα πάρω δυο» εκδόθηκε στη Νέα Υόρκη το 1950 από την Hermes Music Publishing Co. ως διασκευή του Αντώνη Σακελλαρίου.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εμφάνιση του εν λόγω σκοπού, ως καταληκτικό θέμα, στο τραγούδι «Αθάνατο ρωμαίικο», το οποίο πιθανώς προέρχεται από αταυτοποίητη επιθεώρηση. Ηχογραφήθηκε δύο φορές από τον Πέτρο Κυριακό, στις 19 Οκτωβρίου 1929 στη Νέα Υόρκη (Victor CVE 55878 – V-58042-A) και τον Μάιο του 1931 στην Αθήνα (His Master's Voice OW-168 – AO-2010).
Περίπου το 1947–1948, και πάλι στην Αμερική, ο Ιωάννης Χαλικιάς ηχογραφεί για λογαριασμό της δικής του εταιρείας Athena Recordings το «Τρικούβερτο Χασάπικο». Στην ηχογράφηση αυτή ακούγεται και το δεσπόζον θέμα του σκοπού που μας ενδιαφέρει. Αυτό που είναι ξεχωριστό με την ηχογράφηση αυτή είναι πως το αρχικό θέμα που παίζει ο Χαλικιάς είναι το ίδιο με το θέμα που ακούγεται στο κομμάτι «Μόρτης» (W 206205-1 – CO 56174F), το οποίο ηχογραφήθηκε για λογαριασμό της Columbia στην Νέα Υόρκη, τον Μάιο του 1929. Το κομμάτι φαίνεται πως είναι σύνθεση του Θεόφραστου Σακελλαρίδη. Στην ηχογράφηση παίρνει μέρος η Columbia Greek Orchestra. Παρά την ονομασία της, κρίνοντας από τον ήχο αλλά και από τις σημειώσεις του Spottswood (βλ. 1990: 1143), στην ορχήστρα συμμετέχουν οι Εβραίοι μουσικοί Abe Schwartz και Dave Tarras. Επιπροσθέτως, στον «Μόρτη» ακούγεται και ένας ακόμη περιβόητος σκοπός: αυτός τον οποίο συναντάμε στα «Κασάπικο», «Νίνα» και τα εβραϊκά τους διακείμενα (βλ. στις καρτέλες των προαναφερθέντων ελληνικών τίτλων).
Ο συγκρητισμός που παρατηρείται στις μουσικές πραγματώσεις των περιοχών όπου έζησαν και ηχογράφησαν Έλληνες, κυρίως στο κομμάτι των λαϊκών παραδόσεων, είναι μνημειώδης. Μία ακρόαση της ιστορικής δισκογραφίας, η οποία ξεκινάει στη Νέα Υόρκη, στη Σμύρνη, στην Κωνσταντινούπολη, στην Αθήνα και στην Θεσσαλονίκη από το 1900, είναι αρκετή. Ένα ουσιαστικό κομμάτι αυτού του συγκρητισμού αφορά τους Εβραίους, οι οποίοι αποτελούν βασικούς αγωγούς στην ανεπανάληπτη σε ποικιλία πολιτισμική παρακαταθήκη του ελληνόφωνου κόσμου. Δανείζονται και δανείζουν, αλλά και κουβαλούν πιο μακρινές παραδόσεις από τα μέρη που ζούσαν προηγουμένως και τους τόπους που ταξίδεψαν. Αποτελούν κεντρικούς συνομιλητές στην ελληνική και την οθωμανική οικουμένη, μαζί με τουρκόφωνους μουσουλμάνους, ορθόδοξους αλλά και καθολικούς ελληνόφωνους και Αρμένηδες, προτεστάντες λεβαντίνους, Ευρωπαίους και Αμερικάνους, και συνθέτουν ένα πλούσιο μουσικό μωσαϊκό, το οποίο αποτελείται από ετερογενή αλλά αλληλοπεριχωρητικά παλίμψηστα: μία δεξαμενή στην οποία ο καθένας προσθέτει και από την οποία ο καθένας λαμβάνει.
Οι πηγές μαρτυρούν την διαχρονική ύπαρξη εβραϊκού στοιχείου τουλάχιστον από την ελληνιστική περίοδο, σε περιοχές που χιλιετίες αργότερα σχημάτισαν το σύγχρονο ελληνικό κράτος. Μετά το «Διάταγμα των Μεδιολάνων» το 313 μ.Χ. και την σταδιακή χριστιανοποίηση της Ανατολικής Αυτοκρατορίας, το εβραϊκό στοιχείο βρέθηκε σε δυσχερή θέση. Οι εβραϊκοί πληθυσμοί που είναι εδραιωμένοι από τότε στα εν λόγω εδάφη είναι γνωστοί ως «ρωμανιώτες» (Ρώμη – Ρωμιός). Το ιστορικό γεωγραφικό κέντρο αναφοράς τους είναι τα Γιάννινα, και μιλούν την ελληνική με ποικίλες γλωσσικές μείξεις. Μετά το 1492, και το «Διάταγμα της Αλάμπρας» των Ισπανών βασιλέων Φερδινάνδου και Ισαβέλλας, όσοι Εβραίοι δεν αποδέχτηκαν να ασπαστούν τον χριστιανισμό αποπέμφθηκαν από την Ιβηρική χερσόνησο. Πρόκειται για τους «Σεφαραδίτες», μία από τις μεγαλύτερες εβραϊκές εθνοπολιτισμικές κατηγοριοποιήσεις (Sepharad στα εβραϊκά κείμενα αναφέρεται ως η περιοχή της σημερινής Ισπανίας). Η Θεσσαλονίκη αποτέλεσε ένα από τα βασικά σημεία προορισμού αυτής της μετακίνησης, καθώς οι δεσμοί με την πόλη ήταν παλαιότεροι και ήδη στενοί. Εκτός του ρόλου που διαδραμάτισαν οι Έλληνες Εβραίοι στα μουσικά τεκταινόμενα της ελληνικής χερσονήσου, σημαντικές υπήρξαν και οι αλληλο-επιρροές μεταξύ των ελληνόφωνων ορθόδοξων με τους εβραίους στο θρήσκευμα, σε διάφορες άλλες περιοχές όπου οι δύο κοινότητες έζησαν μαζί. Όπως για παράδειγμα στην Οδησσό με τους ανατολικούς Ασκενάζι, οι οποίοι κατά κύριο λόγο ομιλούν την Yiddish, μια ιδιότυπη σημιτικοποιημένη-σλαβοποιημένη γλώσσα (το Βασίλειο του Ashkenaz, απογόνου του Νώε, είναι συνδεδεμένο στα εβραϊκά κείμενα με τα βόρειο-ανατολικά ευρωπαϊκά εδάφη). Το ορχηστρικό τους ρεπερτόριο συχνά καλείται klezmer. Πέραν, δηλαδή, των γεωγραφικών ορίων του σύγχρονου ελληνικού κράτους, οι πολιτισμικές συνομιλίες μεταξύ ελληνορθοδόξων και Εβραίων αφορούν και άλλα σημεία του κόσμου, τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική, όπου αντάμωσαν ως μετανάστες.
Έρευνα και κείμενο: Νίκος Ορδουλίδης
Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Το δίκτυο μέσα στο οποίο συμμετέχει το ελληνόφωνο αστικό λαϊκό τραγούδι, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς του, είναι μεγαλειώδες. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Kοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».
Ο οργανικός σκοπός στην εν λόγω ηχογράφηση κυκλοφόρησε αρχικά με την ετικέτα της Zonophone (X 108001) ή της Gramophone Co (404r – 18363) (το 1903, το label της Zonophone αγοράστηκε από την Gramophone). Η παραπάνω ηχογράφηση επανεκδόθηκε από την Victor (VI 63556-A). Το DAHR δίνει ως ημερομηνία ηχογράφησης τον Ιούνιο του 1910, και τόπο πραγματοποίησής της την Σμύρνη. Παρόλα αυτά, το ίδιο το DAHR δίνει ημερομηνία ηχογράφησης για τον αριθμό μήτρας 405r το 1905. Με βάση το αρχείο του Hugo Strötbaum, η ηχογράφηση πραγματοποιήθηκε το δεύτερο εξάμηνο του 1905 στην Κωνσταντινούπολη, κάτι με το οποίο συμφωνεί η βάση δεδομένων που προέκυψε από την έρευνα του Alan Kelly. Την ευθύνη της ηχογράφησης είχε ο ηχολήπτης Max Hampe. Ο Tony Klein (βλ. 2013: 18) εικάζει πως το μαντολίνο στην ηχογράφηση εκτελείται από τον Αριστείδη Περιστέρη, ο οποίος την περίοδο αυτήν ζει στην Κωνσταντινούπολη και ιδρύει την περίφημη εστουδιαντίνα του (βλ. Ordoulidis: 2021a: 88–97 και 2021b).
Σύμφωνα με την βάση δεδομένων που προέκυψε από την έρευνα του Alan Kelly, μία ηχογράφηση με τίτλο “Vlahico sirto” (1576y – 17953) πραγματοποιείται και τον Ιούνιο του 1910.
Τον Σεπτέμβριο του 1910, με βάση το κείμενο των Joel Rubin και Michael Aylward στην συλλογή "Chekhov's Band, Eastern European Klezmer music from the EMI archives 1908–1913", ο σκοπός ηχογραφείται στο Βίλνιους, την σημερινή πρωτεύουσα της Λιθουανίας. Η ηχογράφηση πραγματοποιείται για λογαριασμό της Zonophone (X 60914 – 1600 AE) με τίτλο: Веселыя ночи шанта [Merry Nights at the Café Chantant]. Παίζει η ορχήστρα του A. S. Olevsky.
Ο σκοπός φαίνεται να είναι αρκετά δημοφιλής στο ελληνικό ρεπερτόριο, με ηχογραφήσεις του να πραγματοποιούνται τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Αμερική. Το 1940 ηχογραφείται από τη Γεωργία Μηττάκη στην Αθήνα για την Odeon (Go 3497 – GA 7276) με τίτλο «Μου προξενεύουν δυο». Την ίδια χρονιά για την Columbia (CG 2063 – DG 6544) στην Αθήνα από τη Ρόζα Εσκενάζυ με τίτλο «Θα πάρω δυο». Το 1943 για την Balkan (815-A) στην Αμερική από τον Κώστα Γκαντίνη με τίτλο «Θα πάρω νιο». Το 1948 για την Panhellenic Record (P 175 B) στη Νέα Υόρκη από τους Τζιμ Αποστόλου και Ανδρέα Πόγγη με τίτλο «Θα πάρω δυο». Το 1950 για την Liberty στην Αμερική (Lib 109-A και Heleni Records 501-A) από την Ελένη Μπαρκοπούλου με τίτλο «Θα πάρω δυο» και στα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1950 για την Hellenic (Hellenic G.P. 1-Α) στο Κλίβελαντ του Οχάιο από την Ann Marvis και Γιώργο Ποντικό (βιολί) με την ορχήστρα του, τους Athenians Ensemble, με τίτλο «Θα πάρω δυο».
Η παρτιτούρα του τραγουδιού με τίτλο «Θα πάρω δυο» εκδόθηκε στη Νέα Υόρκη το 1950 από την Hermes Music Publishing Co. ως διασκευή του Αντώνη Σακελλαρίου.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εμφάνιση του εν λόγω σκοπού, ως καταληκτικό θέμα, στο τραγούδι «Αθάνατο ρωμαίικο», το οποίο πιθανώς προέρχεται από αταυτοποίητη επιθεώρηση. Ηχογραφήθηκε δύο φορές από τον Πέτρο Κυριακό, στις 19 Οκτωβρίου 1929 στη Νέα Υόρκη (Victor CVE 55878 – V-58042-A) και τον Μάιο του 1931 στην Αθήνα (His Master's Voice OW-168 – AO-2010).
Περίπου το 1947–1948, και πάλι στην Αμερική, ο Ιωάννης Χαλικιάς ηχογραφεί για λογαριασμό της δικής του εταιρείας Athena Recordings το «Τρικούβερτο Χασάπικο». Στην ηχογράφηση αυτή ακούγεται και το δεσπόζον θέμα του σκοπού που μας ενδιαφέρει. Αυτό που είναι ξεχωριστό με την ηχογράφηση αυτή είναι πως το αρχικό θέμα που παίζει ο Χαλικιάς είναι το ίδιο με το θέμα που ακούγεται στο κομμάτι «Μόρτης» (W 206205-1 – CO 56174F), το οποίο ηχογραφήθηκε για λογαριασμό της Columbia στην Νέα Υόρκη, τον Μάιο του 1929. Το κομμάτι φαίνεται πως είναι σύνθεση του Θεόφραστου Σακελλαρίδη. Στην ηχογράφηση παίρνει μέρος η Columbia Greek Orchestra. Παρά την ονομασία της, κρίνοντας από τον ήχο αλλά και από τις σημειώσεις του Spottswood (βλ. 1990: 1143), στην ορχήστρα συμμετέχουν οι Εβραίοι μουσικοί Abe Schwartz και Dave Tarras. Επιπροσθέτως, στον «Μόρτη» ακούγεται και ένας ακόμη περιβόητος σκοπός: αυτός τον οποίο συναντάμε στα «Κασάπικο», «Νίνα» και τα εβραϊκά τους διακείμενα (βλ. στις καρτέλες των προαναφερθέντων ελληνικών τίτλων).
Ο συγκρητισμός που παρατηρείται στις μουσικές πραγματώσεις των περιοχών όπου έζησαν και ηχογράφησαν Έλληνες, κυρίως στο κομμάτι των λαϊκών παραδόσεων, είναι μνημειώδης. Μία ακρόαση της ιστορικής δισκογραφίας, η οποία ξεκινάει στη Νέα Υόρκη, στη Σμύρνη, στην Κωνσταντινούπολη, στην Αθήνα και στην Θεσσαλονίκη από το 1900, είναι αρκετή. Ένα ουσιαστικό κομμάτι αυτού του συγκρητισμού αφορά τους Εβραίους, οι οποίοι αποτελούν βασικούς αγωγούς στην ανεπανάληπτη σε ποικιλία πολιτισμική παρακαταθήκη του ελληνόφωνου κόσμου. Δανείζονται και δανείζουν, αλλά και κουβαλούν πιο μακρινές παραδόσεις από τα μέρη που ζούσαν προηγουμένως και τους τόπους που ταξίδεψαν. Αποτελούν κεντρικούς συνομιλητές στην ελληνική και την οθωμανική οικουμένη, μαζί με τουρκόφωνους μουσουλμάνους, ορθόδοξους αλλά και καθολικούς ελληνόφωνους και Αρμένηδες, προτεστάντες λεβαντίνους, Ευρωπαίους και Αμερικάνους, και συνθέτουν ένα πλούσιο μουσικό μωσαϊκό, το οποίο αποτελείται από ετερογενή αλλά αλληλοπεριχωρητικά παλίμψηστα: μία δεξαμενή στην οποία ο καθένας προσθέτει και από την οποία ο καθένας λαμβάνει.
Οι πηγές μαρτυρούν την διαχρονική ύπαρξη εβραϊκού στοιχείου τουλάχιστον από την ελληνιστική περίοδο, σε περιοχές που χιλιετίες αργότερα σχημάτισαν το σύγχρονο ελληνικό κράτος. Μετά το «Διάταγμα των Μεδιολάνων» το 313 μ.Χ. και την σταδιακή χριστιανοποίηση της Ανατολικής Αυτοκρατορίας, το εβραϊκό στοιχείο βρέθηκε σε δυσχερή θέση. Οι εβραϊκοί πληθυσμοί που είναι εδραιωμένοι από τότε στα εν λόγω εδάφη είναι γνωστοί ως «ρωμανιώτες» (Ρώμη – Ρωμιός). Το ιστορικό γεωγραφικό κέντρο αναφοράς τους είναι τα Γιάννινα, και μιλούν την ελληνική με ποικίλες γλωσσικές μείξεις. Μετά το 1492, και το «Διάταγμα της Αλάμπρας» των Ισπανών βασιλέων Φερδινάνδου και Ισαβέλλας, όσοι Εβραίοι δεν αποδέχτηκαν να ασπαστούν τον χριστιανισμό αποπέμφθηκαν από την Ιβηρική χερσόνησο. Πρόκειται για τους «Σεφαραδίτες», μία από τις μεγαλύτερες εβραϊκές εθνοπολιτισμικές κατηγοριοποιήσεις (Sepharad στα εβραϊκά κείμενα αναφέρεται ως η περιοχή της σημερινής Ισπανίας). Η Θεσσαλονίκη αποτέλεσε ένα από τα βασικά σημεία προορισμού αυτής της μετακίνησης, καθώς οι δεσμοί με την πόλη ήταν παλαιότεροι και ήδη στενοί. Εκτός του ρόλου που διαδραμάτισαν οι Έλληνες Εβραίοι στα μουσικά τεκταινόμενα της ελληνικής χερσονήσου, σημαντικές υπήρξαν και οι αλληλο-επιρροές μεταξύ των ελληνόφωνων ορθόδοξων με τους εβραίους στο θρήσκευμα, σε διάφορες άλλες περιοχές όπου οι δύο κοινότητες έζησαν μαζί. Όπως για παράδειγμα στην Οδησσό με τους ανατολικούς Ασκενάζι, οι οποίοι κατά κύριο λόγο ομιλούν την Yiddish, μια ιδιότυπη σημιτικοποιημένη-σλαβοποιημένη γλώσσα (το Βασίλειο του Ashkenaz, απογόνου του Νώε, είναι συνδεδεμένο στα εβραϊκά κείμενα με τα βόρειο-ανατολικά ευρωπαϊκά εδάφη). Το ορχηστρικό τους ρεπερτόριο συχνά καλείται klezmer. Πέραν, δηλαδή, των γεωγραφικών ορίων του σύγχρονου ελληνικού κράτους, οι πολιτισμικές συνομιλίες μεταξύ ελληνορθοδόξων και Εβραίων αφορούν και άλλα σημεία του κόσμου, τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική, όπου αντάμωσαν ως μετανάστες.
Έρευνα και κείμενο: Νίκος Ορδουλίδης
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ