Ανδαλούζα Σπανιόλα

Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα δίκτυα μέσα στα οποία συμμετέχουν οι ελληνόφωνες μουσικές, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς τους, είναι μεγαλειώδη. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Εντός αυτών των δικτύων, συχνά δημιουργούνται ή ενσωματώνονται ήδη υπάρχουσες τάσεις και αισθητικά ρεύματα, πολλώ δε μάλλον κατά την περίοδο που το φαινόμενο της ηχογράφησης και της αναπαραγωγής του ήχου λαμβάνει εμπορικές, μαζικές και οικουμενικές διαστάσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο εξωτισμός, όπως εκδηλώνεται στις ποικίλες αναπαραστάσεις του.

Μαρτυρείται στο ευρωπαϊκό λεξιλόγιο από τα τέλη του 16ου αιώνα, αν και η ευρεία του επικράτηση ως τάση συνδέθηκε με τον αποικιοκρατικό ιμπεριαλισμό του 19ου αιώνα (Netto, 2015: 13). Έκτοτε, ο όρος έχει ενσωματώσει διάφορα επίπεδα ανάγνωσης και ερμηνείας καθετί «άλλου». Η σημασία του αφορά αφ’ ενός τα χαρακτηριστικά αυτού που είναι έξω από τη σφαίρα της ταυτότητας, αφ’ ετέρου την έλξη που ασκεί ό,τι έχει τέτοια χαρακτηριστικά. Η ευρύτατη αποδοχή του φαινομένου του εξωτισμού είναι πασιφανής: ο πολυδιάστατος γλωσσικός, μουσικός και εικαστικός πλούτος, που συσσωρεύτηκε γύρω και μέσα στον εξωτισμό, δημιούργησε ένα κοινό απόθεμα γνώσης που τροφοδοτεί διηνεκώς το συλλογικό και ατομικό φαντασιακό.

Εστιάζοντας στις μοντέρνες κοινότητες των Ελλήνων, βρίσκουμε πολύ νωρίς συγκροτημένα ίχνη του εξωτισμού στην ποίηση και την λογοτεχνία, τα οποία μεταφέρονται γρήγορα στο θέατρο, εμπλουτισμένα ως προς την οπτική και δραματική τους υφή. Η έκρηξη των δημοφιλών μορφών θεάματος και μαζικής διασκέδασης που φέρνει ο 20ός αιώνας θα διακτινίσουν την εμβέλειά τους. Στην Ελλάδα, ανάμεσα σε όλα τα καλλιτεχνικά πεδία, η πιο επίμονη και η πιο εμφανής παρουσία του εξωτισμού καταγράφεται στο τραγούδι. Στην εποχή της δισκογραφίας, η προέλαση του εξωτισμού είναι ακαταμάχητη, και αφήνει πολύ ισχυρό αποτύπωμα. Όσο κι αν μοιάζει να προσδιορίζεται από την αρχή της «τοπικότητας», ο εξωτισμός είναι μια παγκόσμια αισθητική σταθερά, μια «κοινή» γλώσσα της νέας εποχής, που φέρει έντονα το στίγμα του μοντερνισμού και εγγράφεται μέσα σε μια σύνθετη και μακρόχρονη διαδικασία ώσμωσης μεταξύ των «εθνικών» μουσικών, η οποία παράγει ρεπερτόρια με «οικουμενικά» ή παγκόσμια χαρακτηριστικά.

Οι τόποι που αναπαρίστανται στον εξωτισμό, η Ανατολή, η Λατινική Αμερική, η Ισπανία, η Χαβάη, είναι κατ’ εξοχήν φαντασιακοί, αποσυνδέονται από τον πραγματικό κόσμο. Ανοίγονται σαν μια θεατρική σκηνή, με εναλλασσόμενα σκηνικά, όπου δραματοποιούνται οι φαντασιώσεις, κατακλύζουν τις αισθήσεις κι εκλύουν έντονα συναισθήματα, προσφέροντας στον «επισκέπτη» μια ιδανική εμπειρία, έξω από τους περιορισμούς του συμβατικού κόσμου: αιώνιο γλέντι, ηδονές, περιπέτεια.

Η φαντασιακή Ισπανία είναι οριακά μεσαιωνική, ένα πολιτισμικό κράμα Τσιγγάνων, Χριστιανών, Μαυριτανών και Εβραίων. Αποτελεί τον απόλυτο εξωτικό τόπο στον οποίο συναντά κανείς σχεδόν όλα τα χαρακτηριστικά της Ανατολής, του λατινικού κόσμου και των Τσιγγάνων. Είναι το σημείο σύγκλισης αλλά και το σύνορο των παραπάνω πολιτισμών. Είναι ταυτόχρονα αφρικανική, ισλαμική, τσιγγάνικη και λατινική και ποτέ ευρωπαϊκή.

Στην Ισπανία επικρατεί ένα μόνιμα ανοιξιάτικο και ανθισμένο τοπίο, συχνά νυχτερινό, στο οποίο συνήθως τοποθετούνται πόλεις σύμβολα της «ισπανικότητας» όπως η Γρανάδα, η Βαλένθια και η Σεβίλλη. H δημοφιλία της όπερας «Ο κουρέας της Σεβίλλης» του Gioacchino Rossini, πιθανώς να έπαιξε ρόλο στην εκτεταμένη χρήση της στις εξωτικές αναπαραστάσεις.

Οι Ισπανοί αναπαρίστανται ως προ-μοντέρνοι και ημι-εξωτικοί άνθρωποι υποκινούμενοι από την τιμή, και έναν αρχαϊκό τρόπο ζωής, διαφορετικό από τον υλισμό και την πρόοδο του δυτικού κόσμου. Η ζωή τους χαρακτηρίζεται από μια αντισυμβατική ελευθερία όπου κυριαρχεί το πάθος και η νοσταλγία. Τα όργανα στην Ισπανία, ως επί το πλείστον οι κιθάρες και οι καστανιέτες, δεν παίζουν για να συνοδεύσουν κάποιο γλέντι όπως στην Ανατολή, αλλά για να αποδώσουν το ερωτικό πάθος. Ο κεντρικός χαρακτήρας στο σκηνικό της Ισπανίας είναι η Κάρμεν η οποία ενσωματώνει όλα τα χαρακτηριστικά των παραπάνω περιγραφών. Συχνή είναι η εμφάνιση ενός από τα ισχυρότερα εθνικά σύμβολα της σύγχρονης Ισπανίας, των ταυρομάχων.

Σε μουσικό επίπεδο συναντάμε τα τυπικά χαρακτηριστικά του ευρωπαϊκού μουσικού εξωτισμού, όπως η χρήση του Φρύγιου τρόπου. Επίσης εκτεταμένη είναι και η χρήση της ακολουθίας συγχορδιών που συχνά ονομάζεται «ανδαλουσιανή καντέντσα»: iv-III-II-I που αποτελεί αναμφίβολα ένα από τα συνηθέστερα στερεότυπα της «ισπανικότητας» στον εξωτισμό: Ένας κιθαρίστας σήμερα μπορεί εύκολα και γρήγορα να υποδηλώσει την «ισπανική» μουσική παίζοντας την ανδαλουσιανή καντέντσα με ένα «ζωηρό» ρυθμικό μοτίβο (Scott, 2003: 166).

Τα παραπάνω μουσικά και στιχουργικά στερεότυπα δομούν την εξωτική ατμόσφαιρα και στο τραγούδι «Ανδαλούζα Σπανιόλα» των Νίκου Σταθερού και Μίνου Μάτσα: Η Ισπανία περιγράφεται ως ένας τόπος καθολικά ερωτικός. Στο επίπεδο της μουσικής, η ισπανική ατμόσφαιρα αποδίδεται με μελωδικές φράσεις, οι οποίες βασίζονται στην ανδαλουσιανή καντέντσα και με τη χρήση της καστανιέτας.

Σύμφωνα με τη μελέτη των δισκογραφικών καταλόγων, το τραγούδι ανατυπώθηκε (Odeon GA-1762), αλλά και επανεκτελέστηκε από τον Λεωνίδα Κατσουρόπουλο (Odeon GA-1727). Ωστόσο, δεν έχουν εντοπιστεί τα σχετικά τεκμήρια.

Έρευνα και κείμενο: Γιώργος Ευαγγέλου και Νίκος Ορδουλίδης

Δημιουργός (Συνθέτης):
Στιχουργός:
Μάτσας Μίνως
Τραγουδιστές:
Κοντόπουλος Κώστας
Ορχήστρα-Εκτελεστές:
Ορχήστρα Θεόδωρου Παπαδόπουλου
Χρονολογία ηχογράφησης:
1934
Τόπος ηχογράφησης:
Αθήνα
Γλώσσα/ες:
Ελληνικά
Χορός / Ρυθμός:
Φοξ
Εκδότης:
Odeon
Αριθμός καταλόγου:
GA 1759
Αριθμός μήτρας:
Go 1981
Διάρκεια:
2:59
Θέση τεκμηρίου:
Δισκοθήκη Αρχείου Κουνάδη
Φυσική περιγραφή:
Δίσκος 10'' (25 εκατοστών)
Προέλευση:
Αρχείο Κουνάδη
Αναγνωριστικό:
Odeon_GA1760_AndalouzaSpaniola
Άδεια χρήσης:
cc
Παραπομπή:
Αρχείο Κουνάδη, "Ανδαλούζα Σπανιόλα", 2019, https://vmrebetiko.gr/item?id=11400
Στίχοι:
Δυο ματιές σα σαϊτιές όταν σου ρίξει μια Σπανιόλα
λες ευθύς πως η ζωή είναι γλυκιά, μεθυστικιά
και με το φιλί της η μαργιόλα
παίρνει σκλάβα κάθε μια καρδιά

Μια και μένα Ανταλούζα μ’ έχει κάνει να πονάω
να μεθώ, να τραγουδώ, στη γειτονιά της να γυρνώ

Αχ! μικρή Ανταλούζα κουκλίτσα μου
πεταχτή, πλάνα πεταλουδίτσα μου
σαν σε δω να χορεύεις τρελά
η καρδιά μου σ' εσένα πετά

Αχ, μικρή μου Σπανιόλα κομψό μπιζού
πάψε πια να σκορπάς τη ματιά παντού
κι έλα 'δώ πάλι για να σου ειπώ
πως τρελά μόνο εσένα αγαπώ

Αχ, μικρή μου Σπανιόλα κομψό μπιζού
πάψε πια να σκορπάς τη ματιά παντού
κι έλα πάλι εδώ να σου ειπώ
πως τρελά μόνο εσένα αγαπώ

Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα δίκτυα μέσα στα οποία συμμετέχουν οι ελληνόφωνες μουσικές, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς τους, είναι μεγαλειώδη. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Εντός αυτών των δικτύων, συχνά δημιουργούνται ή ενσωματώνονται ήδη υπάρχουσες τάσεις και αισθητικά ρεύματα, πολλώ δε μάλλον κατά την περίοδο που το φαινόμενο της ηχογράφησης και της αναπαραγωγής του ήχου λαμβάνει εμπορικές, μαζικές και οικουμενικές διαστάσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο εξωτισμός, όπως εκδηλώνεται στις ποικίλες αναπαραστάσεις του.

Μαρτυρείται στο ευρωπαϊκό λεξιλόγιο από τα τέλη του 16ου αιώνα, αν και η ευρεία του επικράτηση ως τάση συνδέθηκε με τον αποικιοκρατικό ιμπεριαλισμό του 19ου αιώνα (Netto, 2015: 13). Έκτοτε, ο όρος έχει ενσωματώσει διάφορα επίπεδα ανάγνωσης και ερμηνείας καθετί «άλλου». Η σημασία του αφορά αφ’ ενός τα χαρακτηριστικά αυτού που είναι έξω από τη σφαίρα της ταυτότητας, αφ’ ετέρου την έλξη που ασκεί ό,τι έχει τέτοια χαρακτηριστικά. Η ευρύτατη αποδοχή του φαινομένου του εξωτισμού είναι πασιφανής: ο πολυδιάστατος γλωσσικός, μουσικός και εικαστικός πλούτος, που συσσωρεύτηκε γύρω και μέσα στον εξωτισμό, δημιούργησε ένα κοινό απόθεμα γνώσης που τροφοδοτεί διηνεκώς το συλλογικό και ατομικό φαντασιακό.

Εστιάζοντας στις μοντέρνες κοινότητες των Ελλήνων, βρίσκουμε πολύ νωρίς συγκροτημένα ίχνη του εξωτισμού στην ποίηση και την λογοτεχνία, τα οποία μεταφέρονται γρήγορα στο θέατρο, εμπλουτισμένα ως προς την οπτική και δραματική τους υφή. Η έκρηξη των δημοφιλών μορφών θεάματος και μαζικής διασκέδασης που φέρνει ο 20ός αιώνας θα διακτινίσουν την εμβέλειά τους. Στην Ελλάδα, ανάμεσα σε όλα τα καλλιτεχνικά πεδία, η πιο επίμονη και η πιο εμφανής παρουσία του εξωτισμού καταγράφεται στο τραγούδι. Στην εποχή της δισκογραφίας, η προέλαση του εξωτισμού είναι ακαταμάχητη, και αφήνει πολύ ισχυρό αποτύπωμα. Όσο κι αν μοιάζει να προσδιορίζεται από την αρχή της «τοπικότητας», ο εξωτισμός είναι μια παγκόσμια αισθητική σταθερά, μια «κοινή» γλώσσα της νέας εποχής, που φέρει έντονα το στίγμα του μοντερνισμού και εγγράφεται μέσα σε μια σύνθετη και μακρόχρονη διαδικασία ώσμωσης μεταξύ των «εθνικών» μουσικών, η οποία παράγει ρεπερτόρια με «οικουμενικά» ή παγκόσμια χαρακτηριστικά.

Οι τόποι που αναπαρίστανται στον εξωτισμό, η Ανατολή, η Λατινική Αμερική, η Ισπανία, η Χαβάη, είναι κατ’ εξοχήν φαντασιακοί, αποσυνδέονται από τον πραγματικό κόσμο. Ανοίγονται σαν μια θεατρική σκηνή, με εναλλασσόμενα σκηνικά, όπου δραματοποιούνται οι φαντασιώσεις, κατακλύζουν τις αισθήσεις κι εκλύουν έντονα συναισθήματα, προσφέροντας στον «επισκέπτη» μια ιδανική εμπειρία, έξω από τους περιορισμούς του συμβατικού κόσμου: αιώνιο γλέντι, ηδονές, περιπέτεια.

Η φαντασιακή Ισπανία είναι οριακά μεσαιωνική, ένα πολιτισμικό κράμα Τσιγγάνων, Χριστιανών, Μαυριτανών και Εβραίων. Αποτελεί τον απόλυτο εξωτικό τόπο στον οποίο συναντά κανείς σχεδόν όλα τα χαρακτηριστικά της Ανατολής, του λατινικού κόσμου και των Τσιγγάνων. Είναι το σημείο σύγκλισης αλλά και το σύνορο των παραπάνω πολιτισμών. Είναι ταυτόχρονα αφρικανική, ισλαμική, τσιγγάνικη και λατινική και ποτέ ευρωπαϊκή.

Στην Ισπανία επικρατεί ένα μόνιμα ανοιξιάτικο και ανθισμένο τοπίο, συχνά νυχτερινό, στο οποίο συνήθως τοποθετούνται πόλεις σύμβολα της «ισπανικότητας» όπως η Γρανάδα, η Βαλένθια και η Σεβίλλη. H δημοφιλία της όπερας «Ο κουρέας της Σεβίλλης» του Gioacchino Rossini, πιθανώς να έπαιξε ρόλο στην εκτεταμένη χρήση της στις εξωτικές αναπαραστάσεις.

Οι Ισπανοί αναπαρίστανται ως προ-μοντέρνοι και ημι-εξωτικοί άνθρωποι υποκινούμενοι από την τιμή, και έναν αρχαϊκό τρόπο ζωής, διαφορετικό από τον υλισμό και την πρόοδο του δυτικού κόσμου. Η ζωή τους χαρακτηρίζεται από μια αντισυμβατική ελευθερία όπου κυριαρχεί το πάθος και η νοσταλγία. Τα όργανα στην Ισπανία, ως επί το πλείστον οι κιθάρες και οι καστανιέτες, δεν παίζουν για να συνοδεύσουν κάποιο γλέντι όπως στην Ανατολή, αλλά για να αποδώσουν το ερωτικό πάθος. Ο κεντρικός χαρακτήρας στο σκηνικό της Ισπανίας είναι η Κάρμεν η οποία ενσωματώνει όλα τα χαρακτηριστικά των παραπάνω περιγραφών. Συχνή είναι η εμφάνιση ενός από τα ισχυρότερα εθνικά σύμβολα της σύγχρονης Ισπανίας, των ταυρομάχων.

Σε μουσικό επίπεδο συναντάμε τα τυπικά χαρακτηριστικά του ευρωπαϊκού μουσικού εξωτισμού, όπως η χρήση του Φρύγιου τρόπου. Επίσης εκτεταμένη είναι και η χρήση της ακολουθίας συγχορδιών που συχνά ονομάζεται «ανδαλουσιανή καντέντσα»: iv-III-II-I που αποτελεί αναμφίβολα ένα από τα συνηθέστερα στερεότυπα της «ισπανικότητας» στον εξωτισμό: Ένας κιθαρίστας σήμερα μπορεί εύκολα και γρήγορα να υποδηλώσει την «ισπανική» μουσική παίζοντας την ανδαλουσιανή καντέντσα με ένα «ζωηρό» ρυθμικό μοτίβο (Scott, 2003: 166).

Τα παραπάνω μουσικά και στιχουργικά στερεότυπα δομούν την εξωτική ατμόσφαιρα και στο τραγούδι «Ανδαλούζα Σπανιόλα» των Νίκου Σταθερού και Μίνου Μάτσα: Η Ισπανία περιγράφεται ως ένας τόπος καθολικά ερωτικός. Στο επίπεδο της μουσικής, η ισπανική ατμόσφαιρα αποδίδεται με μελωδικές φράσεις, οι οποίες βασίζονται στην ανδαλουσιανή καντέντσα και με τη χρήση της καστανιέτας.

Σύμφωνα με τη μελέτη των δισκογραφικών καταλόγων, το τραγούδι ανατυπώθηκε (Odeon GA-1762), αλλά και επανεκτελέστηκε από τον Λεωνίδα Κατσουρόπουλο (Odeon GA-1727). Ωστόσο, δεν έχουν εντοπιστεί τα σχετικά τεκμήρια.

Έρευνα και κείμενο: Γιώργος Ευαγγέλου και Νίκος Ορδουλίδης

Δημιουργός (Συνθέτης):
Στιχουργός:
Μάτσας Μίνως
Τραγουδιστές:
Κοντόπουλος Κώστας
Ορχήστρα-Εκτελεστές:
Ορχήστρα Θεόδωρου Παπαδόπουλου
Χρονολογία ηχογράφησης:
1934
Τόπος ηχογράφησης:
Αθήνα
Γλώσσα/ες:
Ελληνικά
Χορός / Ρυθμός:
Φοξ
Εκδότης:
Odeon
Αριθμός καταλόγου:
GA 1759
Αριθμός μήτρας:
Go 1981
Διάρκεια:
2:59
Θέση τεκμηρίου:
Δισκοθήκη Αρχείου Κουνάδη
Φυσική περιγραφή:
Δίσκος 10'' (25 εκατοστών)
Προέλευση:
Αρχείο Κουνάδη
Αναγνωριστικό:
Odeon_GA1760_AndalouzaSpaniola
Άδεια χρήσης:
cc
Παραπομπή:
Αρχείο Κουνάδη, "Ανδαλούζα Σπανιόλα", 2019, https://vmrebetiko.gr/item?id=11400
Στίχοι:
Δυο ματιές σα σαϊτιές όταν σου ρίξει μια Σπανιόλα
λες ευθύς πως η ζωή είναι γλυκιά, μεθυστικιά
και με το φιλί της η μαργιόλα
παίρνει σκλάβα κάθε μια καρδιά

Μια και μένα Ανταλούζα μ’ έχει κάνει να πονάω
να μεθώ, να τραγουδώ, στη γειτονιά της να γυρνώ

Αχ! μικρή Ανταλούζα κουκλίτσα μου
πεταχτή, πλάνα πεταλουδίτσα μου
σαν σε δω να χορεύεις τρελά
η καρδιά μου σ' εσένα πετά

Αχ, μικρή μου Σπανιόλα κομψό μπιζού
πάψε πια να σκορπάς τη ματιά παντού
κι έλα 'δώ πάλι για να σου ειπώ
πως τρελά μόνο εσένα αγαπώ

Αχ, μικρή μου Σπανιόλα κομψό μπιζού
πάψε πια να σκορπάς τη ματιά παντού
κι έλα πάλι εδώ να σου ειπώ
πως τρελά μόνο εσένα αγαπώ

Δείτε επίσης