Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα δίκτυα μέσα στα οποία συμμετέχουν οι ελληνόφωνες μουσικές, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς τους, είναι μεγαλειώδη. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Kοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».
Σύμφωνα με την παρτιτούρα που εκδόθηκε από τις εκδόσεις Γεωργίου Φέξη με τίτλο "Ελληνικός τετράχορος", η οποία περιλαμβάνει αποσπάσματα από οκτώ τραγούδια μεταξύ των οποίων και αυτό της παρούσας ηχογράφησης, το τραγούδι είναι σύνθεση του Νικολάου Κόκκινου.
Εκτός από την παρούσα ηχογράφηση, εντοπίζονται τρεις ακόμα εκτελέσεις του τραγουδιού για οποίες δεν έχει βρεθεί ηχητικό υλικό:
– «Kουδουνάκια», Ελληνική Εστουδιαντίνα, Κωνσταντινούπολη, 1905 (Zonophone 396r – X-104508).
– «Τα κουδουνάκια», Ελληνικό Μελόδραμα Δ. Λαυράγκα, Αθήνα, 1907 (Odeon 65058).
– «Τα κουδουνάκια», Δημήτρης Κριωνάς, Χορός και Μαντολινάτα, Αθήνα, 1922 (His Master's Voice AO 28 / 18-12029).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι τμήμα της παρούσας ηχογράφησης το συναντάμε, ως καταληκτικό ορχηστρικό μέρος, σε προγενέστερη ηχογράφηση. Συμπεριλαμβάνεται (από το 2′ 14″) στο τραγούδι «Χωρίς καρδιά» το οποίο ηχογραφήθηκε τον Αύγουστο-Σεπτέμβριο του 1906 στην Κωνσταντινούπολη από τον Πέτρο Ζουναράκη και Ορχήστρα (Zonophone 1637r – X-104051).
Πρόκειται για σύνθεση του Giovanni Ingenito σε στίχους του Δ. Βιτάλη, όπως τεκμηριώνεται από παρτιτούρα του τραγουδιού στο αρχείο του Θωμά Ταμβάκου. Η παρτιτούρα εκδόθηκε από τον οίκο Χρηστίδη στην Κωνσταντινούπολη και από τον οίκο Φέξη στην Αθήνα (βλ. εδώ).
Είναι αξιοσημείωτο, επίσης, ότι από τις τέσσερεις διαθέσιμες εκτελέσεις του τραγουδιού το συγκεκριμένο ορχηστρικό μέρος εντοπίζεται μόνο στην προαναφερθείσα.
Ο Giovanni Ingenito γεννήθηκε στην Palma Campania, μια μικρή κοινότητα έξω από τη Νάπολη, και μετανάστευσε στην Αμερική λίγο πριν το 1920. Στην έκδοση Μουσουργοί της Θράκης (Κωνστάντζος, Ταμβάκος, Τρικούπης, 2014) παρουσιάζονται πληροφορίες για τον συνθέτη Giovanni Ingenito. Αναφέρεται ότι κατά τη διάρκεια «της ολιγόχρονης διαμονής του στην Κωνσταντινούπολη (αρχές του 20ού αιώνα) [...] συνέθεσε μερικά έργα που εκδόθηκαν από τους μουσικούς οίκους Χρηστίδη και Lehner της Κωνσταντινούπολης. Αυτά είναι τα: «Χωρίς καρδιά», "Sérenade d' amore" σε ποίηση Δ. Βιτάλη και «Σ' εκείνη» για φωνή και πιάνο, και επίσης το "Valse Constantinople" για πιάνο ή μαντολίνο ή βιολί».
Επιπλέον, ο Αθανάσιος Τρικούπης (2015: 31) αναφέρει ότι ο Ingenito ανέλαβε μαέστρος της ορχήστρας του «Νέου Φιλαρμονικού Συλλόγου Ζακύνθου», το 1899.
Οι ιστορικές πηγές υπογραμμίζουν τις στενές σχέσεις μεταξύ της ιταλόφωνης και της ελληνόφωνης μουσικής. Οι συνομιλίες που αναπτύχθηκαν μεταξύ συγκεκριμένων τόπων, όπως τα νησιά του Ιονίου, τα Δωδεκάνησα και η Πάτρα, με ιταλικές πόλεις, και τα αποτελέσματά τους είναι αρκετά ώστε να αναδείξουν τους ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των δύο εθνοπολιτισμικών ομάδων. Επιπλέον, σχέσεις σφυρηλατήθηκαν σε τόπους όπου οι δυο εθνότητες έζησαν μαζί. Όπως, για παράδειγμα, στην περίπτωση της κοσμοπολίτικης Σμύρνης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ή σε αυτήν της Νέας Υόρκης, όπου Ιταλοί και Έλληνες μετέβησαν ως μετανάστες. Ερευνώντας το ιστορικό υλικό, φαίνεται ότι ειδικά μία πόλη της ιταλικής χερσονήσου ανέπτυξε ιδιαίτερες σχέσεις με τα μεγάλα αστικά κέντρα όπου πρωταγωνίστησαν ελληνόφωνοι μουσικοί. Πρόκειται για τη Νάπολη και το περίφημο Canzone Napoletana. Η περίπτωση του Ingenito αποτελεί εξαιρετικού ενδιαφέροντος κεφάλαιο στις σχέσεις Νάπολης–ελληνόφωνου κόσμου, καθώς, από τα μέσα του ελληνικού δικτύου, τον βλέπουμε να αναλαμβάνει πόστα και να συνθέτει τραγούδια σε ελληνικό στίχο, βασιζόμενος στην αισθητική του ναπολιτάνικου τραγουδιού.
Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα δίκτυα μέσα στα οποία συμμετέχουν οι ελληνόφωνες μουσικές, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς τους, είναι μεγαλειώδη. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Kοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».
Σύμφωνα με την παρτιτούρα που εκδόθηκε από τις εκδόσεις Γεωργίου Φέξη με τίτλο "Ελληνικός τετράχορος", η οποία περιλαμβάνει αποσπάσματα από οκτώ τραγούδια μεταξύ των οποίων και αυτό της παρούσας ηχογράφησης, το τραγούδι είναι σύνθεση του Νικολάου Κόκκινου.
Εκτός από την παρούσα ηχογράφηση, εντοπίζονται τρεις ακόμα εκτελέσεις του τραγουδιού για οποίες δεν έχει βρεθεί ηχητικό υλικό:
– «Kουδουνάκια», Ελληνική Εστουδιαντίνα, Κωνσταντινούπολη, 1905 (Zonophone 396r – X-104508).
– «Τα κουδουνάκια», Ελληνικό Μελόδραμα Δ. Λαυράγκα, Αθήνα, 1907 (Odeon 65058).
– «Τα κουδουνάκια», Δημήτρης Κριωνάς, Χορός και Μαντολινάτα, Αθήνα, 1922 (His Master's Voice AO 28 / 18-12029).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι τμήμα της παρούσας ηχογράφησης το συναντάμε, ως καταληκτικό ορχηστρικό μέρος, σε προγενέστερη ηχογράφηση. Συμπεριλαμβάνεται (από το 2′ 14″) στο τραγούδι «Χωρίς καρδιά» το οποίο ηχογραφήθηκε τον Αύγουστο-Σεπτέμβριο του 1906 στην Κωνσταντινούπολη από τον Πέτρο Ζουναράκη και Ορχήστρα (Zonophone 1637r – X-104051).
Πρόκειται για σύνθεση του Giovanni Ingenito σε στίχους του Δ. Βιτάλη, όπως τεκμηριώνεται από παρτιτούρα του τραγουδιού στο αρχείο του Θωμά Ταμβάκου. Η παρτιτούρα εκδόθηκε από τον οίκο Χρηστίδη στην Κωνσταντινούπολη και από τον οίκο Φέξη στην Αθήνα (βλ. εδώ).
Είναι αξιοσημείωτο, επίσης, ότι από τις τέσσερεις διαθέσιμες εκτελέσεις του τραγουδιού το συγκεκριμένο ορχηστρικό μέρος εντοπίζεται μόνο στην προαναφερθείσα.
Ο Giovanni Ingenito γεννήθηκε στην Palma Campania, μια μικρή κοινότητα έξω από τη Νάπολη, και μετανάστευσε στην Αμερική λίγο πριν το 1920. Στην έκδοση Μουσουργοί της Θράκης (Κωνστάντζος, Ταμβάκος, Τρικούπης, 2014) παρουσιάζονται πληροφορίες για τον συνθέτη Giovanni Ingenito. Αναφέρεται ότι κατά τη διάρκεια «της ολιγόχρονης διαμονής του στην Κωνσταντινούπολη (αρχές του 20ού αιώνα) [...] συνέθεσε μερικά έργα που εκδόθηκαν από τους μουσικούς οίκους Χρηστίδη και Lehner της Κωνσταντινούπολης. Αυτά είναι τα: «Χωρίς καρδιά», "Sérenade d' amore" σε ποίηση Δ. Βιτάλη και «Σ' εκείνη» για φωνή και πιάνο, και επίσης το "Valse Constantinople" για πιάνο ή μαντολίνο ή βιολί».
Επιπλέον, ο Αθανάσιος Τρικούπης (2015: 31) αναφέρει ότι ο Ingenito ανέλαβε μαέστρος της ορχήστρας του «Νέου Φιλαρμονικού Συλλόγου Ζακύνθου», το 1899.
Οι ιστορικές πηγές υπογραμμίζουν τις στενές σχέσεις μεταξύ της ιταλόφωνης και της ελληνόφωνης μουσικής. Οι συνομιλίες που αναπτύχθηκαν μεταξύ συγκεκριμένων τόπων, όπως τα νησιά του Ιονίου, τα Δωδεκάνησα και η Πάτρα, με ιταλικές πόλεις, και τα αποτελέσματά τους είναι αρκετά ώστε να αναδείξουν τους ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των δύο εθνοπολιτισμικών ομάδων. Επιπλέον, σχέσεις σφυρηλατήθηκαν σε τόπους όπου οι δυο εθνότητες έζησαν μαζί. Όπως, για παράδειγμα, στην περίπτωση της κοσμοπολίτικης Σμύρνης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ή σε αυτήν της Νέας Υόρκης, όπου Ιταλοί και Έλληνες μετέβησαν ως μετανάστες. Ερευνώντας το ιστορικό υλικό, φαίνεται ότι ειδικά μία πόλη της ιταλικής χερσονήσου ανέπτυξε ιδιαίτερες σχέσεις με τα μεγάλα αστικά κέντρα όπου πρωταγωνίστησαν ελληνόφωνοι μουσικοί. Πρόκειται για τη Νάπολη και το περίφημο Canzone Napoletana. Η περίπτωση του Ingenito αποτελεί εξαιρετικού ενδιαφέροντος κεφάλαιο στις σχέσεις Νάπολης–ελληνόφωνου κόσμου, καθώς, από τα μέσα του ελληνικού δικτύου, τον βλέπουμε να αναλαμβάνει πόστα και να συνθέτει τραγούδια σε ελληνικό στίχο, βασιζόμενος στην αισθητική του ναπολιτάνικου τραγουδιού.
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ