Το τραγούδι αναφέρεται στη Δέσπω Σέχου-Μπότση, σύζυγο του οπλαρχηγού Γιώργη Μπότση και σε περιστατικά που συνέβησαν τον Δεκέμβριο του 1803.
Γράφει ο Νικόλαος Γ. Πολίτης (Ν. Γ. Πολίτης, "Κλέφτικα τραγούδια", Ιστορική έρευνα, Αθήνα, σελ. 62): «Κατά την δίωξιν των Σουλιωτών, περί ης έγινε λόγος εν τη προηγουμένη σημειώσι, μικρόν απόσπασμα εξ 78 ψυχών κατέφυγεν εις το χωρίον Ρινιάσαν (μεταξύ Πρεβέζης και Άρτης), όπου παρέμενον και άλλαι τινές σουλιώτικαι οικογένειαι. Αλλά στίφος Αλβανών, καταφθάσαν εις το χωρίον την 23 Δεκεμβρίου 1803, κατέλαβεν εξ απροόπτου τους κατοίκους, και άλλους μεν κατέσφαξεν, άλλους δε ηχμαλώτισε. Μεταξύ των κατοίκων ήτο και η οικογένεια του Γεωργάκη Μπότση, του οποίου απόντος η ηρωική σύζυγος Δέσπω, αντέταξε σθεναράν αντίστασιν κατά των σφαγέων. Κλεισθείσα εις πύργον, την λεγομένην Κούλαν του Δημουλά, μετά δέκα άλλων, θυγατέρων, νυμφών, εγγονών και εγγόνων της, αφού επί πλέον επολέμησε προς τους Αλβανούς, ότε είδεν ότι πάσα περαιτέρω αντίστασις ήτο ματαία, ηρώτησε τα τέκνα της αν δεν προτιμούν από την σκλαβιάν τον θάνατον. Πάντες εζήτησαν τον θάνατον, τότε δε συσσωρεύσασα εις το μέσον όσην πυρίτιδα είχεν, έθεσε πυρ εις αυτήν και εκάησαν».
Σύμφωνα με τον Αλέξη Πολίτη (Αλέξης Πολίτης, Το Δημοτικό τραγούδι, Τα κλέφτικα, Εκδοτική Ερμής ΕΠΕ, Αθήνα 1976, σελ. 44): «Από όλα τα Σουλιώτικα τραγούδια (βλ. πρόχειρα Passow 202-216) μονάχα το τραγούδι της Δέσπως φανερώνει το ίδιο πνεύμα με τα κλέφτικα και είναι το μόνο επίσης που έχει δραματική μορφή. Τα υπόλοιπα Σουλιώτικα δεν έχουν ξεχωριστή σύνθεση˙ αποτελούνται από συμπιλήματα γνωστών στίχων, αλλαγμένων πρόχειρα για να ταιριάξουν στα ιστορικά δεδομένα».
Ανατύπωση από τον δίσκο Odeon (Ελλάδος) GA-7229.
Στην ετικέτα του δίσκου αναγράφεται ο χαρακτηρισμός "Κλέφτικο".
Το τραγούδι αναφέρεται στη Δέσπω Σέχου-Μπότση, σύζυγο του οπλαρχηγού Γιώργη Μπότση και σε περιστατικά που συνέβησαν τον Δεκέμβριο του 1803.
Γράφει ο Νικόλαος Γ. Πολίτης (Ν. Γ. Πολίτης, "Κλέφτικα τραγούδια", Ιστορική έρευνα, Αθήνα, σελ. 62): «Κατά την δίωξιν των Σουλιωτών, περί ης έγινε λόγος εν τη προηγουμένη σημειώσι, μικρόν απόσπασμα εξ 78 ψυχών κατέφυγεν εις το χωρίον Ρινιάσαν (μεταξύ Πρεβέζης και Άρτης), όπου παρέμενον και άλλαι τινές σουλιώτικαι οικογένειαι. Αλλά στίφος Αλβανών, καταφθάσαν εις το χωρίον την 23 Δεκεμβρίου 1803, κατέλαβεν εξ απροόπτου τους κατοίκους, και άλλους μεν κατέσφαξεν, άλλους δε ηχμαλώτισε. Μεταξύ των κατοίκων ήτο και η οικογένεια του Γεωργάκη Μπότση, του οποίου απόντος η ηρωική σύζυγος Δέσπω, αντέταξε σθεναράν αντίστασιν κατά των σφαγέων. Κλεισθείσα εις πύργον, την λεγομένην Κούλαν του Δημουλά, μετά δέκα άλλων, θυγατέρων, νυμφών, εγγονών και εγγόνων της, αφού επί πλέον επολέμησε προς τους Αλβανούς, ότε είδεν ότι πάσα περαιτέρω αντίστασις ήτο ματαία, ηρώτησε τα τέκνα της αν δεν προτιμούν από την σκλαβιάν τον θάνατον. Πάντες εζήτησαν τον θάνατον, τότε δε συσσωρεύσασα εις το μέσον όσην πυρίτιδα είχεν, έθεσε πυρ εις αυτήν και εκάησαν».
Σύμφωνα με τον Αλέξη Πολίτη (Αλέξης Πολίτης, Το Δημοτικό τραγούδι, Τα κλέφτικα, Εκδοτική Ερμής ΕΠΕ, Αθήνα 1976, σελ. 44): «Από όλα τα Σουλιώτικα τραγούδια (βλ. πρόχειρα Passow 202-216) μονάχα το τραγούδι της Δέσπως φανερώνει το ίδιο πνεύμα με τα κλέφτικα και είναι το μόνο επίσης που έχει δραματική μορφή. Τα υπόλοιπα Σουλιώτικα δεν έχουν ξεχωριστή σύνθεση˙ αποτελούνται από συμπιλήματα γνωστών στίχων, αλλαγμένων πρόχειρα για να ταιριάξουν στα ιστορικά δεδομένα».
Ανατύπωση από τον δίσκο Odeon (Ελλάδος) GA-7229.
Στην ετικέτα του δίσκου αναγράφεται ο χαρακτηρισμός "Κλέφτικο".
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ