Κείμενο του Γιώργου Ευαγγέλου, Μουσικολόγου – Μεταδιδακτορικού Ερευνητή, Τμήμα Μουσικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Η λέξη «εξωτισμός» συνδέεται με μέρη ή σκηνικά «έξω» από την πλεονεκτική θέση της δυτικής κανονικότητας. Όπως πολλοί άλλοι «–ισμοί», ο όρος μπορεί να είναι ευρέως συμπεριληπτικός ή σχετικά αφηρημένος και ενσωματώνει ιδεολογίες, προκαταλήψεις και αισθητικές τάσεις οι οποίες αποτυπώθηκαν στις τέχνες. Μέσα από τη μουσική, το θέατρο, τη λογοτεχνία και τις εικαστικές τέχνες διαμορφώθηκε μια χαρακτηριστική και οικεία εικόνα των μακρινών, εξωτικών τόπων: σουλτάνοι, μαχαραγιάδες, καραβάνια, μάγισσες, χανούμισσες σκλαβωμένες στα χαρέμια και στις ορέξεις των αξιωματούχων της Ανατολής ερεθίζουν το συλλογικό φαντασιακό από την εποχή της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας και έπειτα. Εκτός από την Ανατολή, συναντούμε εξωτικές αναπαραστάσεις και για άλλους τόπους και πολιτισμούς, όπως αυτούς της Αφρικής, της Ιβηρικής Χερσονήσου, της Λατινικής Αμερικής και τους Τσιγγάνους του ελλαδικού χώρου, της Ανατολής και της Ισπανίας.
Ο εξωτισμός στα ελληνόφωνα ρεπερτόρια και κατ’ επέκταση η αποτύπωσή του στη δισκογραφία δεν είναι αποτέλεσμα παρθενογένεσης και δεν αφορά ένα αισθητικό φαινόμενο μικρής κλίμακας. Αντιθέτως, εγγράφεται μέσα σε μια σύνθετη και μακρόχρονη διαδικασία ώσμωσης των ελληνικών αστικών μουσικών με το πνεύμα (ή μάλλον τα πνεύματα) των καιρών, καθώς εκμεταλλεύεται τα πολυδαίδαλα πολιτισμικά δίκτυα για να διοχετευτεί στις κατά τόπους μουσικές πραγματικότητες.
Οι επαναστατικές τεχνολογίες που θα καταστήσει προσιτές η νεωτερικότητα, όπως η δισκογραφία, το ραδιόφωνο, ο κινηματογράφος, η τηλεόραση, η φωτογραφία κ.ά., θα επιταχύνουν τις ροές της πολιτισμικής πληροφορίας˙ θα διαμορφωθούν νέα, μαζικά δίκτυα διάχυσης και αλληλεπίδρασης, έξω από τους παραδοσιακούς περιορισμούς της γεωμορφολογίας και της γεωπολιτικής. Μέσα από αυτές τις διαδικασίες, ο μουσικός εξωτισμός παύει να αποτελεί μονοπώλιο των λόγιων μουσικών παραδόσεων της Κεντρικής Ευρώπης, απεκδύεται από κάθε είδους τοπικότητες και μετατρέπεται σε μια παγκόσμια αισθητική σταθερά, μια κοινή γλώσσα της νέας, μοντέρνας εποχής.
Οι ιστορικές ηχογραφήσεις, αλλά και οι έντυπες εμπορικές παρτιτούρες του Αρχείου Κουνάδη στις οποίες ανιχνεύονται στοιχεία εξωτισμού, ανθολογούνται στη συλλογή «Εξωτισμός στην ελληνική ιστορική δισκογραφία» και ταξινομούνται σε πέντε κατηγορίες, ανάλογα με τους φαντασιακούς τόπους που περιγράφονται: τις αναπαραστάσεις της Ανατολής, της Λατινικής Αμερικής, της Ισπανίας, της Χαβάης και του ασύνορου κόσμου των Τσιγγάνων.
Η συλλογή προσφέρει μια αντιπροσωπευτική εικόνα σχετικά με το πώς ο εξωτισμός διαπότισε της ελληνόφωνες μουσικές, ήδη από τα πρώτα χρόνια της δισκογραφικής δραστηριότητας. Σταδιακά συγκροτήθηκε ένα ογκώδες και ποικιλόμορφο ρεπερτόριο, στο οποίο περιγράφεται πληθώρα μακρινών, εξωτικών τόπων και ανθρώπων, και επισυνάπτεται ένα πλούσιο φρασεολόγιο εξωτικών στιχουργικών και μουσικών επινοήσεων στις εν εξελίξει αστικές λαϊκές μουσικές: οι εξωτικοί τόποι και άνθρωποι αναπαρίστανται κατά κύριο λόγο ως ηδυπαθείς και ελκυστικές μεν, πολιτισμικά μειοδοτούσες δε, και εγγενώς παθητικές οντότητες, δικαιολογημένα υπόλογες στην δυτική ανωτερότητα και κυριαρχία.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο εξωτισμός δεν αποτελεί μόνο μια καλλιτεχνική έκφραση, μια απεικόνιση του Άλλου, αλλά έναν ηγεμονικό λόγο και ένα σχήμα αντίληψης της εξωτικής ετερότητας ως εσαεί κατώτερης, οπισθοδρομικής, και βάρβαρης, αλλά ταυτόχρονα παραδείσιας, ερωτικής και έντονα συναισθηματοποιημένης. Ο βαθμός της ενσυνείδητης χρήσης αυτής της ρητορικής δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί. Εντούτοις, τα δισκογραφικά τεκμήρια καταδεικνύουν ότι η εξωτική αισθητική γοήτευσε τις, εκ των πραγμάτων εξωστρεφείς, αστικές μουσικές των Ελλήνων και μάλιστα, συχνά αναμοχλεύτηκε με την οικειότητά τους προς τον κόσμο της Εγγύς Ανατολής.
Έχει σημασία να υπογραμμιστεί ότι o μουσικός εξωτισμός δεν αποτελεί ένα αυθύπαρκτο μουσικό ρεύμα ή σχολή, αλλά ένα λεξικό στιλιστικών μοτίβων, τα οποία συνδέονται με την αναπαράσταση εξωτικών τόπων και προσκολλώνται στα επιμέρους μουσικά ύφη. Τόσο σε στιχουργικό όσο και σε μουσικό επίπεδο, οι Έλληνες υιοθετούν αυτό το αισθητικό μοντέλο και το αναδιαμορφώνουν, προσαρμόζοντάς το στην ήδη πολυστυλιστική μουσική πραγματικότητά τους. Αποτέλεσμα αυτής της ενσωμάτωσης είναι η διεύρυνση των συνθετικών, ενορχηστρωτικών και θεματολογικών οριζόντων και η συνεχής ανανέωση του ηχητικού περιβάλλοντος του αστικού τραγουδιού. Ένα αστικό τραγούδι μέσα από το οποίο αυτοί που το παράγουν και το χρησιμοποιούν, εξωτικοποιούν την όχι και τόσο μακρινή τους Ανατολή, αλλά και τους άλλους εξωτικούς τόπους, ως μοντέρνοι Ευρωπαίοι, πραγματώνοντας παράλληλα και τη φαντασίωση της προοδευτικής Δύσης, μέρος της οποίας πασχίζουν να γίνουν.
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ